Skip to main content

Το πραγματικό πρόβλημα για την αξιοποίηση των 13 πρώην στρατοπέδων της Θεσσαλονίκης

Οι δεκαετίες περνούν και ο σχεδιασμός για την αξιοποίηση των στρατοπέδων στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης προχωρά βασανιστικά αργά

Στην 81η ΔΕΘ, το 2016, για λογαριασμό της Voria.gr είχα ρωτήσει στη συνέντευξη τύπου τον τότε πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, για την παραχώρηση και αξιοποίηση του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά.

Η υπόθεση του στρατοπέδου έκτοτε προχώρησε και είναι η μοναδική περίπτωση (όχι ως προς την παραχώρηση) στην οποία ο σχεδιασμός για την αξιοποίησή του γίνεται πράξη.

Δεν είναι όμως η μοναδική περίπτωση πρώην στρατοπέδου στη Θεσσαλονίκη που η τοπική κοινωνία και η κοινή λογική επιβάλλουν την παραχώρησή του στην Αυτοδιοίκηση και την αξιοποίησή του προς όφελος της κοινωνίας και του αστικού περιβάλλοντος, της βιώσιμης ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου.

Συνολικά τα «προς αξιοποίηση» ανενεργά στρατόπεδα στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης είναι 13. Σήμερα μιλάμε με όρους πρακτικούς για την προώθηση του σχεδιασμού σε μόλις τρία (το πολύ πέντε) από αυτά. Και με χρονικούς όρους δεκαετιών.

Να σκεφτεί κάποιος μόνο ότι από το 2017 που οριστικοποιήθηκε πλέον η παραχώρηση του στρατοπέδου Παύλου Μελά στον ομώνυμο δήμο, πέρασαν ήδη πέντε χρόνια και θα περάσουν άλλα τουλάχιστον δύο (τέλος 2023) για να ολοκληρωθούν οι πρώτες σημαντικές παρεμβάσεις, που θα δημιουργήσουν το μητροπολιτικό πάρκο το οποίο ζητά επί δεκαετίες η τοπική κοινωνία. Κι αυτό με δεδομένη τη διασφαλισμένη (και διπλασιασμένη) χρηματοδότηση για την υλοποίηση των αναγκαίων –επαναλαμβάνω πρώτων- παρεμβάσεων.

Όσοι συνεπώς φαντάζονται τη Θεσσαλονίκη με πολύ περισσότερους πνεύμονες πρασίνου και με μεγάλους ελεύθερους δημόσιους χώρους θα πρέπει να κάνουν πολύ μεγάλη υπομονή και είναι ζήτημα αν θα μπορέσουν κάποτε να ζήσουν αυτή τη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη φαντασία τους.

Είναι ενδεικτικό ότι το αίτημα για την παραχώρηση των στρατοπέδων στις τοπικές κοινωνίες από τη Θεσσαλονίκη συνολικά (δεν διαφωνούν πολλοί σε αυτή την προοπτική) προέρχεται από τη μακρινή δεκαετία του 1980. Στην πορεία των ετών περίσσεψαν τα σχέδια και οι ιδέες, έλειψαν όμως οι πράξεις. Στην ουσία προοπτική για μεσοπρόθεσμη αξιοποίηση έχουν το Παύλου Μελά, το Κόδρα στην Καλαμαριά και το Καρατάσιου.

Από το 1984 και το 1985, όταν καλλιεργήθηκε η άποψη της παραχώρησης των πρώην στρατοπέδων και είχαμε τον νόμο του Ρυθμιστικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης, που αναγνώρισε την ανάγκη να απομακρυνθούν τα στρατόπεδα από τον αστικό ιστό και στη θέση τους να δημιουργηθούν ελεύθεροι, πράσινοι χώροι, χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1997 για να δημοσιοποιηθεί το ξεχασμένο σχέδιο για το «Δυτικό Τόξο» και στο 2017 για να γίνει πράξη η πρώτη παραχώρηση στρατοπέδου.

Αγκάθι αποτελεί σε όλες τις περιπτώσεις το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Διότι και η βούληση υπάρχει από τους τοπικούς φορείς και η αναγκαία κοινωνική συμφωνία και η αναγνώριση του αιτήματος από την κεντρική διοίκηση.

Όταν φτάνουμε στο δια ταύτα, όλη αυτή η ομοφωνία πηγαίνει συνήθως περίπατο, διότι ιδιοκτησία σημαίνει συμφέροντα και τα συμφέροντα αυτά αρχίζουν να συγκρούονται με το συλλογικό.

Κεντρική διοίκηση και τοπικοί φορείς είναι αλήθεια ότι στην περίπτωση των πρώην στρατοπέδων της Θεσσαλονίκης έχουν και τον αναγκαίο σχεδιασμό και την αναγκαία συμφωνία ως προς την αξιοποίησή τους και σε πολλές περιπτώσεις καλό ποσοστό μελετητικής ωριμότητας, προκειμένου να αναζητήσουν και να εξασφαλίσουν τους απαιτούμενους πόρους για να προχωρήσει η υλοποίηση. Όμως είναι όλοι αναγκασμένοι να περιμένουν χρόνια, δεκαετίες, για να επιλυθούν ουσιώδη γραφειοκρατικά ζητήματα και κυρίως για να τελεσφορήσουν τα ιδιοκτησιακά ζητήματα. Πολλά από τα οποία δεν αφορούν σε φυσικά πρόσωπα, αλλά σε φορείς, οι οποίοι παρά τη συμφωνία τους στη γενική ιδέα περί αξιοποίησης των συγκεκριμένων χώρων για το κοινό καλό της πόλης και των κατοίκων της στο τέλος αποδεικνύονται πολύ σκληροί διαπραγματευτές της περιουσίας τους και τότε οι αγαθές προθέσεις πηγαίνουν περίπατο... Μένουν απλά προθέσεις.

Στην υπόθεση των στρατοπέδων της Θεσσαλονίκης έχουμε δεκαετίες τώρα μια ξεκάθαρη σύγκρουση διαφόρων συμφερόντων απέναντι στο συλλογικό συμφέρον. Πέρα από τις εύκολες κραυγές και τις ανούσιες κατηγορίες, η Πολιτεία σε μεγάλο βαθμό στάθηκε αρωγός στην περίπτωση των στρατοπέδων στο αίτημα της τοπικής κοινωνίας της Θεσσαλονίκης. Είναι πολύ εύκολο να κατηγορήσει της τάδε και τη δείνα κυβέρνηση, τον «Χ» υπουργό, τους αυτοδιοικητικούς για το γεγονός ότι προχωρά ο σχεδιασμός για την παραχώρηση και αξιοποίηση των στρατοπέδων με ρυθμό «μαρτυρίου της σταγόνας». Όμως σε αυτή την περίπτωση άλλος είναι ο καθοριστικός παράγοντας των καθυστερήσεων κι αυτό το διαπιστώνει όποιος ασχοληθεί με τις διαδικασίες.

Η υπόθεση του στρατοπέδου Παύλου Μελά είναι ενδεικτική. Είναι το πρώτο που παραχωρήθηκε και αξιοποιείται, διότι ιδιοκτησιακά ανήκε κατά 90% στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας.

Αν αυτό δεν αρκεί ως παράδειγμα, η περίπτωση του στρατοπέδου Κόδρα στην Καλαμαριά και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν εκεί οι αρμόδιοι είναι η δεύτερη απόδειξη. Ενώ παραχωρήθηκε η μεγαλύτερη έκτασή του και ο σχεδιασμός με αναγκαστικές απαλλοτριώσεις των μικροϊδιοκτητών είναι σε εξέλιξη, προέκυψε εκ νέου ιδιοκτησιακό εμπόδιο στην υλοποίηση του σχεδιασμού από απόφαση του ΣτΕ, που ουσιαστικά «εξαιρεί» 20,5 στρέμματα ιδιοκτησίας ενός οργανισμού αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων. Το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης (203 στρ.) είχε παραχωρηθεί κατά χρήση από το 2018 στον δήμο...

Σε ό,τι αφορά στο στρατόπεδο Καταράσιου (δήμος Παύλου Μελά), οι εκκρεμότητες παραμένουν από το 2005. Έχει γίνει προσωρινή κατά χρήση παραχώρηση έκτασης 120 στρ. από τα συνολικά 750 στρ. του πρώην στρατοπέδου. Τα σχέδια αξιοποίηση περισσεύουν, όπως και ο χρόνος που κυλά...

Υπάρχει και το στρατόπεδο Μεγάλου Αλεξάνδρου (δήμος Αμπελοκήπων – Μενεμένης), που είναι αλληλένδετο με το στρατόπεδο Παπακυριαζή (στα όρια με τον δήμο Κορδελιού – Ευόσμου), καθώς θεωρήθηκε ενιαίο ακίνητο. Το στρατόπεδο Μεγάλου Αλεξάνδρου έχει έκταση 231 στρ. Εκεί προχώρησε η παραχώρηση, έγινε μερική αξιοποίηση κι εκεί που επρόκειτο να γίνει το επόμενο βήμα (κολυμβητήριο, κοινωφελείς χρήσεις κτλ.) προέκυψε η παραχώρηση του χώρου στο ΤΑΙΠΕΔ κι από εκεί στο Υπερταμείο για 99 χρόνια και οι σχεδιασμοί «πάγωσαν».

Σε ό,τι αφορά στο Παπακυριαζή, η έκταση των 223 στρ. αποχαρακτηρίστηκε το 2005 υπέρ της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ωστόσο, παραμένουν ενεργές στρατιωτικές μονάδες κι έτσι οι προσδοκίες της τοπικής κοινωνίας δεν είναι εύκολο να γίνουν πράξη.

Το στρατόπεδο Ζιάκα (δήμος Κορδελιού – Ευόσμου) είναι έκτασης 121 στρ., όμως τα πράγματα έχουν μπλέξει με το υπουργείο Οικονομικών, όπου ακόμη εκκρεμεί (από το 2007) η παραχώρησή του. Εμπόδιο εκεί είναι οι αξιώσεις σε χρήμα (ενοίκιο) της Πολιτείας.

Το στρατόπεδο Γκόνου (δήμος Δέλτα) με έκταση 1.000 στρ. είναι ιδιοκτησίας ΟΣΕ. Εκκρεμεί η δημιουργία του εμπορευματικού κέντρου.

Το στρατόπεδο Νταλίπη (δήμος Καλαμαριάς) είναι 220 στρ. και παρά τους χαρακτηρισμούς, συνεχίζει να φιλοξενεί στρατιωτικές εγκαταστάσεις (ενεργό στρατόπεδο) και η «αποδέσμευσή» του για αξιοποίηση από την τοπική κοινωνία είναι δύσκολη υπόθεση.

Το Γ' Σώμα Στρατού (δήμος Θεσσαλονίκης), στο κέντρο της πόλης, όπου ο σχεδιασμός για παραχώρηση και ανάπλαση συνολικά της περιοχής του Πεδίου Άρεως μάλλον θα παραμείνει στα χαρτιά για πολλά χρόνια ακόμη, λόγω της αξιοποίησής του από τις Ένοπλες Δυνάμεις.

Το 424 ΓΣΝΕ (δήμος Θεσσαλονίκης) των 12 στρ. που απελευθερώθηκαν μετά την ανέγερση του νέου στρατιωτικού νοσοκομείου, επίσης δεν εμπίπτει στους βραχυπρόθεσμους ή μεσοπρόθεσμους στόχους για «άνοιγμα στην πόλη».

Το στρατόπεδο Μυστακίδη (δήμος Θεσσαλονίκης), παρά τη θετική γνώμη παραχώρησης στον δήμο, δεν έχει την απαιτούμενη ωριμότητα για να αξιοποιηθεί. Είναι εντός της ζώνης του ΟΛΘ.

Το στρατόπεδο Φαρμάκη (δήμος Θεσσαλονίκης), 49 στρ., πρέπει να περιμένει την έναρξη λειτουργίας του μετρό και να ενταχθεί σε έναν συνολικότερο σχεδιασμό για την περιοχή.

Η πρώην Ναυτική Διοίκηση Βορείου Αιγαίου (δήμος Θεσσαλονίκης) είναι σε αντίστοιχη μοίρα.

Θα περάσουν πολλά χρόνια ακόμη για να γίνει –αν γίνει κάποτε- πράξη η «απελευθέρωση» των στρατοπέδων εντός του αστικού ιστού και η αξιοποίησή τους ως ελεύθερων και πράσινων χώρων, που θα βελτιώσουν σημαντικά την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής στη Θεσσαλονίκη.

Όμως σε κάθε περίπτωση η επιμονή και η σταθερή διεκδίκηση από τις τοπικές κοινωνίες αυτής της προοπτικής είναι αναγκαία κι ας απαιτείται πολύς χρόνος και περίσσευμα υπομονής. Δεν βρίσκεις ειδικά στη Θεσσαλονίκη τόσο μεγάλο ποσοστό κοινωνικής συμφωνίας σε έναν στόχο για το μέλλον της πόλης. Αν δε χαθεί αυτή η σταθερή βούληση σε τοπικό επίπεδο έστω και για τις επόμενες γενιές θα έχουμε βάλει τα θεμέλια για μια καλύτερη προοπτική στο αστικό περιβάλλον. Είναι μια προσπάθεια για τη Θεσσαλονίκη, που αξίζει τον κόπο. Κι επιτέλους ένα ζήτημα στο οποίο η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών συμφωνεί.