Skip to main content

«Στασιμότητα και ίσως μικρή βελτίωση» στη βορειοελλαδική βιομηχανία

Είμαστε αισιόδοξοι ότι έστω η μικρή αυτή βελτίωση στο οικονομικό κλίμα θα δημιουργήσει τη ζητούμενη αναπτυξιακή δυναμική, δηλώνει ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ

«Στασιμότητα και ίσως μικρή βελτίωση» σε σχέση με πέρυσι αποτυπώνει μέχρι στιγμής φέτος η εικόνα της βορειοελλαδικής βιομηχανίας, επισημαίνει σε συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ), Αθανάσιος Σαββάκης. Σημειώνει ότι η βελτίωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), αποτελεί «σημαντική ένδειξη ότι η χώρα οδεύει προς έξοδο από την κρίση, μετά από πολλά χρόνια αβεβαιότητας, πολιτικής και οικονομικής αστάθειας».

«Είναι φανερό επίσης ότι το πρόγραμμα που έχει συμφωνηθεί με τους δανειστές εκτελείται και κυρίως έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος εκτροχιασμού της οικονομίας από την παράταση της αβεβαιότητας για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε αισιόδοξοι ότι έστω η μικρή αυτή βελτίωση στο οικονομικό κλίμα στη χώρα, θα δημιουργήσει τη ζητούμενη εδώ και πολλά χρόνια αναπτυξιακή δυναμική, ούτως ώστε να ξεκινήσει πλέον και με τρόπο ουσιαστικό η ανάταξη της ελληνικής οικονομίας», υπογραμμίζει ο κ. Σαββάκης.

«Μια ανατροπή που όμως είναι δυνατόν να συμβεί»

Επαναφέρει, δε, την πρόταση του ΣΒΒΕ για την τοποθέτηση της μεταποίησης στο επίκεντρο της αναπτυξιακής πολιτικής. «Η πρότασή μας είναι σαφής: με αυτό το σχέδιο να μπορέσει η μεταποίηση να εισφέρει 12% στον σχηματισμό του ΑΕΠ της χώρας μέχρι το 2020, έναντι του ισχνού 8,9% σήμερα (σ.σ. έναντι ποσοστού άνω του 15% για την ευρωπαϊκή). Θα πρόκειται για μια ανατροπή, που όμως είναι δυνατόν να συμβεί» υπογραμμίζει, επισημαίνοντας ότι τυχόν επίτευξη αυτού του στόχου θα σήμαινε αύξηση του ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου 23 δισ. ευρώ, άνοδο της απασχόλησης κατά 500.000 θέσεις εργασίας και 4,6 δισ. ευρώ περισσότερα έσοδα για το δημόσιο.  

Ωστόσο, προς το παρόν τα επίπονα «αγκάθια» παραμένουν και η τάση αποβιομηχάνισης των τελευταίων δεκαετιών καλά κρατεί: το ασταθές επιχειρηματικό περιβάλλον, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου για τη βιομηχανία (που -σύμφωνα με τον κ. Σαββάκη- είναι υψηλότερα κατά 30% και 40% αντίστοιχα, σε σχέση με εκείνα της Ευρώπης) και η παροχή ρευστότητας με το ...σταγονόμετρο, εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες έχουν βρεθεί προ πολλού στα όρια της επιβίωσης. Στο σκηνικό αυτό, ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ προτείνει -μεταξύ άλλων- τη δημιουργία νέας βιομηχανικής πολιτικής, επισημαίνοντας ότι η εκάστοτε εφαρμοζόμενη πολιτική για τη βιομηχανία κρίνεται από τις επενδύσεις στον δευτερογενή τομέα. "Η άπνοια επενδύσεων των τελευταίων αρκετών ετών θα πρέπει να πάψει" τονίζει και απαριθμεί τα εμπόδια που θα πρέπει να αρθούν.

Σε σχέση, τέλος, με τo επαπειλούμενο οριστικό «λουκέτο» στην άλλοτε κραταιά χαλυβουργία Hellenic Steel, επισημαίνει: «Το οριστικό κλείσιμο της Hellenic Steel, μιας από τις σημαντικότερες βιομηχανίες της Θεσσαλονίκης και της χώρας, επιβεβαιώνει την πορεία αποβιομηχάνισης της χώρας μας τα τελευταία χρόνια».

Ταυτόχρονα, υπενθυμίζει ότι η πολυπόθητη ανάκαμψη δεν θα έρθει, αν δεν καταφέρουμε να πείσουμε σοβαρούς ξένους επενδυτές ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα υποδέχεται με σοβαρότητα και αξιοποιεί νέες επενδύσεις [...] Θεωρώ ότι πράγματι θα πρέπει να υπάρξει κάθε δυνατή προσπάθεια για την επαναλειτουργία της, διότι όπως καλά γνωρίζουμε όλοι μας στις μέρες πλήρους λειτουργίας της εταιρείας αυτή απασχολούσε ως και 1.000 εργαζόμενους". 

Αναλυτικά η συνέντευξη του προέδρου του ΣΒΒΕ:

-Ποια είναι η μέχρι στιγμής επίδραση της αποβιομηχάνισης των τελευταίων δεκαετιών στην τοπική οικονομία της Βόρειας Ελλάδας;  

Η αποβιομηχάνιση της τελευταίας δεκαετίας είναι προφανές ότι έχει επιδράσει αρνητικά στην τοπική οικονομία και κυρίως στην τοπική αγορά εργασίας. Δυστυχώς, η πολύχρονη οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα μας αποτελεί μοναδικό φαινόμενο σε διάρκεια παγκοσμίως έχει φέρει προ πολλού στο όριο επιβίωσης και τις υπάρχουσες μεταποιητικές επιχειρήσεις στη Βόρεια Ελλάδα. Δεν είναι όμως μόνο η οικονομική κρίση που συνετέλεσε στην αποβιομηχάνιση, αλλά κυρίως τα πολλά και ποικίλα προσκόμματα από το επιχειρηματικό περιβάλλον, τα οποία πραγματικά αποτελούν τροχοπέδη στην καθημερινότητα του συνόλου των μεταποιητικών επιχειρήσεων της Βορείου Ελλάδος.
Σας αναφέρω συγκεκριμένα ότι πράγματι το κόστος εργασίας έχει μειωθεί τα τελευταία  χρόνια αρκετά. Απ΄ την άλλη μεριά όμως, έχει αυξηθεί κατακόρυφα το ενεργειακό κόστος, το οποίο πλέον καθιστά τη χώρα μας μία απ' τις ακριβότερες ενεργειακά χώρες της Ευρώπης, με προφανή αρνητικά αποτελέσματα στην ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές. Συγκεκριμένα, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία είναι υψηλότερο κατά 30% σε σχέση με το αντίστοιχο κόστος που ισχύει στην Ευρώπη. Το συγκεκριμένο κόστος είναι υψηλό λόγω των υψηλών ρυθμιστικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων και λόγω του υψηλού ειδικού φόρου κατανάλωσης. Αναφορικά με το κόστος φυσικού αερίου για τη βιομηχανία, στη χώρα μας αυτό είναι υψηλότερο κατά 40% σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η αγορά είναι κλειστή και δεν υπάρχει η δυνατότητα εναλλακτικού προμηθευτή για τη βιομηχανία. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις, η μείωση των τιμολογίων της ηλεκτρικής ενέργειας, και οι θεσμικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για τη μείωση του κόστους ενέργειας, υλοποιούμενες με βεβαιότητα θα βοηθήσουν στη βιωσιμότητα των εγχώριων επιχειρήσεων και στη διατήρηση πλήθους θέσεων εργασίας στη χώρα.

Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα στη δομή του κόστους παραγωγής και λειτουργίας των επιχειρήσεών μας είναι το χρηματοοικονομικό κόστος. Για τη μείωση του χρηματοοικονομικού κόστους είναι απαραίτητη η άμεση αποκατάσταση των σχέσεων των επιχειρήσεων με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Με τον όρο αποκατάσταση σχέσεων επιχειρήσεων και εγχώριου τραπεζικού συστήματος, εννοούμε σαφώς την παροχή ρευστότητας προς τις επιχειρήσεις. Κυρίαρχο ρόλο για την παροχή ρευστότητας από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα προς τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, διαδραματίζουν οι όροι χρηματοδότησής τους, που τίθενται βεβαίως από τις τράπεζες. [...]Επειδή κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης έχουν μεταβληθεί οι όροι συνεργασίας επιχειρήσεων? τραπεζών σε βάρος όμως των επιχειρήσεων (π.χ. αύξηση επιτοκίων χορηγήσεων, μείωση ορίων δανειοδότησης κλπ), θα πρέπει άμεσα για την επιβίωση των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα και για την ανάπτυξη της χώρας, να αποκατασταθεί η σχέση μεταξύ των επιχειρήσεων και των τραπεζών.  

-Αλήθεια, πώς και πόσο συνεισφέρει η βορειοελλαδική βιομηχανία στην εθνική οικονομία και την απασχόληση;

Καταρχήν, η σημασία και ο ρόλος της μεταποίησης στην ανάπτυξη για την Ελλάδα είναι πολύ σημαντική κατά την τρέχουσα περίοδο της οικονομικής κρίσης. Το ποσοτικά και τα ποιοτικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι ακόμα και σήμερα η μεταποίηση δημιουργεί σταθερές θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να αναφέρω τα ποσοτικά στοιχεία για τη μεταποίηση στη χώρα αλλά και τα ειδικότερα στοιχεία, που αποδεικνύουν τη συνεισφορά της μεταποίησης στη Βόρεια Ελλάδα και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, έτσι όπως αυτά καταγράφονται σε πρόσφατη μελέτη του ΣΒΒΕ: το 31% του ελληνικού ΑΕΠ οφείλεται στην μεταποίηση (55 δισεκατομμύρια). Για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας της μεταποίησης, στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας προστίθενται συνολικά 3,6 ευρώ. Το 31,3% της απασχόλησης στην Ελλάδα οφείλεται στην μεταποίηση (1,24 εκατομμύρια απασχολούμενοι). Για κάθε 1 ευρώ εκατομμύριο κύκλου εργασιών της μεταποίησης, στην απασχόληση της Ελλάδας προστίθενται συνολικά 22 θέσεις εργασίας.

Επίσης, το συνολικό κοινωνικό προϊόν της μεταποίησης (μισθοί, φόροι, εισφορές, σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) υπερβαίνει τα 31,6 δισ. ευρώ. Η μεταποίηση προσφέρει 37,4% υψηλότερους μισθούς από ότι οι υπόλοιποι τομείς της οικονομίας κατά μέσον όρο και συμβάλλει άμεσα στην εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου, εξάγοντας και υποκαθιστώντας εισαγωγές, με 47,4 δισ. ευρώ. Κατά τα λοιπά, το 43,3% των ελληνικών εξαγωγών είναι προϊόντα της μεταποίησης, στην οποία οφείλεται η παραγωγή του 37% του προϊόντος της Κεντρικής Μακεδονίας και το 36% της απασχόλησης στην Κεντρική Μακεδονία.

-Πώς εξελίσσεται μέχρι στιγμής η φετινή χρήση για τη βορειοελλαδική βιομηχανία; Υπάρχει κάποια πρόβλεψη ως προς το πώς θα κινηθούν φέτος τα μεγέθη;

Με βάση τα ποιοτικά στοιχεία που γνωρίζω από τις επιχειρήσεις μέλη του ΣΒΒΕ, θεωρώ ότι υπάρχει στασιμότητα, και ίσως μικρή βελτίωση, σε σχέση με τα αντίστοιχα περσινά μεγέθη. Είναι φανερό ότι για το πρώτο εξάμηνο του 2017 έχει επιδράσει μάλλον σε κατεύθυνση αναμονής το σύνολο της βιομηχανίας, η αγωνία για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να επισημάνω ότι η πρόσφατη βελτίωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα η οποία παρουσιάστηκε πριν λίγες μέρες από το ΙΟΒΕ είναι μια σημαντική ένδειξη μετά από πολλά χρόνια αβεβαιότητας, πολιτικής και οικονομικής αστάθειας ότι η χώρα οδεύει προς έξοδο από την κρίση.

Για τον ΣΒΒΕ είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το ΙΟΒΕ κατέγραψε βελτίωση των προσδοκιών στη βιομηχανία, και ειδικότερα βελτίωση των προβλέψεων για την παραγωγή, για το ύψος των παραγγελιών και την αύξηση της ζήτησης [...] Ο ΣΒΒΕ, επαναφέρει την πρότασή του για την επαναφορά της μεταποίησης στο επίκεντρο της αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά με στρατηγική, με όραμα και με σχέδιο, για μια βιομηχανική πολιτική που θα συνάδει με την εγχώρια παραγωγική βάση. Η πρότασή μας είναι σαφής: με αυτό το σχέδιο να μπορέσει η μεταποίηση να εισφέρει μέχρι το 2020, 12% στο σχηματισμό του ΑΕΠ της χώρας, από το ισχνό 8,9% σήμερα. Θα πρόκειται για μια «ανατροπή» που όμως είναι δυνατόν να συμβεί, και η χώρα και η κοινωνία να ωφεληθούν τα μέγιστα, αφού θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, σταθερές και καλά αμοιβόμενες, ενώ η «δορυφορική» δραστηριότητα γύρω από τη «νέα» παραγωγική βάση της χώρας θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη του τόπου μας.

Αν η βιομηχανία μπορούσε να βρεθεί στο 12% που προτείνει ο ΣΒΒΕ, το γεγονός αυτό θα σήμαινε για τη χώρα: αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 23 δισ. ευρώ ή ποσοστιαία κατά περίπου 13%, αύξηση της απασχόλησης κατά μισό εκατομμύριο θέσεις εργασίας και αύξηση των εσόδων του δημοσίου κατά 4,6 δισ.

Γι' αυτό θα πρέπει να δούμε πλέον τις σημαντικές προκλήσεις που πρέπει ν΄ αντιμετωπίσουμε, ούτως ώστε να κεφαλαιοποιήσουμε τα «καλά νέα» της βελτίωσης του οικονομικού κλίματος και σιγά ? σιγά να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας. Οι πέντε κύριες προκλήσεις προς αυτή την κατεύθυνση είναι: η θεσμοθέτηση μέτρων βιομηχανικής πολιτικής, που θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις στη μεταποίηση και θα αίρει τα υφιστάμενα εμπόδια στη λειτουργία της εγχώριας βιομηχανίας, η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, για την υποβοήθηση της λειτουργίας τους και για την υλοποίηση επενδύσεων, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός οικονομικού προγράμματος αναπτυξιακής εξισορρόπησης, για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών, η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων κι η αύξηση των εγχώριων επενδύσεων, μέσω των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).

-Ποιο είναι το υπ' αριθμόν 1 ζητούμενο για την ελληνική βιομηχανία αυτή τη στιγμή;

Το υπ΄αριθμόν ένα ζητούμενο αυτή τη στιγμή από την Ελληνική βιομηχανία είναι η δημιουργία μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής που θα συμβάλλει χωρίς αμφιβολία στην αναζωογόνηση της μεταποίησης και στην υποβοήθησή της για την υλοποίηση επενδύσεων που με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι η εκάστοτε εφαρμοζόμενη πολιτική για τη βιομηχανία, κρίνεται από τις επενδύσεις που υλοποιούνται στον δευτερογενή τομέα. Δυστυχώς η «άπνοια» επενδύσεων των τελευταίων αρκετών ετών θα πρέπει να πάψει, δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Στο πλαίσιο αυτό και για να γίνει πράξη η αναγκαία τόνωση της επιχειρηματικότητας στη χώρα με κάθε είδους επενδύσεις θα πρέπει να αρθούν πολλά και ποικίλα εμπόδια στην καθημερινή δραστηριοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων, ειδικά των μεταποιητικών. Εμπόδια που αφορούν: στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση των υποψήφιων επενδυτών, στην ικανότητα της οικονομίας να θέσει σε προτεραιότητα τις επενδύσεις στη βιομηχανική παραγωγή, στην ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών,  στην εναρμόνιση της Ελλάδας με τα διεθνή και ευρωπαϊκά δεδομένα, στον τομέα της ενέργειας και ειδικά στο πεδίο του κόστους ενέργειας, στην έμπρακτη υποστήριξη των εξωστρεφών επιχειρήσεων, κατά το πρότυπο άλλων χωρών της ΕΕ, στην εύρυθμη λειτουργία και εποπτεία της εγχώριας αγοράς και στην τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού και στην -επιτέλους- συμφωνία για συγκεκριμένο σύστημα αδειοδότησης των επιχειρήσεων που αποτελεί μονίμως πρόβλημα τόσο για τις υφισταμένες όσο και για τις υποψήφιες νέες επενδύσεις.