Skip to main content

Αρχαία σταθμού Βενιζέλου: Η απόφαση του ΣτΕ θα πρέπει να γίνει σεβαστή από όλους

Οι διάδικοι θα πρέπει από τώρα να συμφωνήσουν πως η όποια απόφαση του ΣτΕ θα είναι δεσμευτική για όλους και θα γίνει σεβαστή από όλους

Χιλιάδες είναι οι σελίδες των προτάσεων τις οποίες κατέθεσαν οι διάδικοι, κατά την προχθεσινή συνεκδίκαση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας των προσφυγών κατά της απόφασης της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη με την οποία επικυρώθηκε η γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου υπέρ της κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης με τη μέθοδο της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Ο όγκος των φακέλων τους οποίους κατέθεσαν οι δύο πλευρές, αποδεικνύει το βαρύ φορτίο το οποίο σέρνει πίσω της εδώ και σχεδόν δώδεκα χρόνια αυτή η υπόθεση. Φορτίο το οποίο έγινε βαρύτερο όταν το όλο ζήτημα ενεπλάκη στις κομματικές μυλόπετρες και από θέμα καθαρά επιστημονικό, αναδείχθηκε ως πρωτίστως πολιτικό.

Το ανασκαφικό έργο στον σταθμό Βενιζέλου ξεκίνησε το 2008. Σχεδόν πέντε χρόνια μετά, στο τέλος του 2012 αποκαλύφθηκαν οι σπουδαίες αρχαιότητες και τότε ξεκίνησε η συζήτηση ως προς την τύχη τους. Μια συζήτηση η οποία κινήθηκε από το ένα άκρο, της απομάκρυνσης των αρχαιοτήτων και της έκθεσής τους σε μουσειακό χώρο στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, έως το άλλο άκρο, της κατασκευής του σταθμού χωρίς την, προσωρινή έστω, απομάκρυνση των ευρημάτων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο διάστημα των οκτώ τελευταίων ετών εκδόθηκαν συνολικά έξι αποφάσεις υπουργών Πολιτισμού για το επίμαχο ζήτημα, έπειτα από σχετικές γνωμοδοτήσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Εν αρχή ήταν η απόφαση Τζαβάρα τον Γενάρη του 2013 η οποία προέβλεπε την απομάκρυνση των αρχαιοτήτων. Αυτή ακυρώθηκε από την απόφαση Παναγιωτόπουλου τον Φλεβάρη του 2014 η οποία προέβλεπε την προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων μετά την κατασκευή του σταθμού. Ακολούθησε η απόφαση Τασούλα τον Δεκέμβριο του 2014 σχετικά με τον τρόπο ανάδειξης των αρχαιοτήτων, χωρίς να αλλάζει η μεθοδολογία κατασκευής του σταθμού.

Μετά την κυβερνητική αλλαγή, τον Οκτώβριο του 2015 εξεδόθη η απόφαση Μπαλτά για την κατά χώρα ανάδειξη των αρχαιοτήτων χωρίς να περιγράφει λεπτομέρειες ως προς τη μέθοδο κατασκευής του σταθμού. Η πτυχή αυτή διευκρινίστηκε ενάμιση χρόνο μετά, τον Φλεβάρη του 2017 με την απόφαση Κονιόρδου. Ακολούθησε νέα κυβερνητική αλλαγή, μετά την οποία, τον Απρίλιο του 2020 εξεδόθη η τελευταία υπουργική απόφαση Μενδώνη η οποία επαναφέρει ουσιαστικά εκείνη του Παναγιωτόπουλου, για κατασκευή του σταθμού αφού προηγηθεί προσωρινή απομάκρυνση των αρχαιοτήτων και επανατοποθέτησή τους σε ποσοστό 92%.

Την απόφαση αυτή καλείται να κρίνει η Ολομέλεια του ΣτΕ. Η ετυμηγορία του ανωτάτου δικαστηρίου αναμένεται μέσα στο επόμενο δίμηνο, το αργότερο ως τον Γενάρη. Από κει κι έπειτα η Αττικό Μετρό έχει τρία χρόνια μπροστά της για να ολοκληρώσει το έργο καθώς, μετά τον Δεκέμβριο του 2023, σε περίπτωση που το μετρό δεν τεθεί σε λειτουργία, το ελληνικό δημόσιο θα κληθεί να επιστρέψει περίπου 700 εκατ. ευρώ στα κοινοτικά ταμεία.

Η υπόθεση της κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου οδηγήθηκε σε αδιέξοδο εξ αιτίας σωρείας λαθών στα οποία υπέπεσαν μοιραίοι άνθρωποι. Είτε από άγνοια είτε από ανικανότητα είτε από υστεροβουλία, προσωπική ή μικροκομματική. Τώρα, όμως, είμαστε εδώ. Μπροστά μας έχουμε την απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου το οποίο καλείται να κρίνει με καθαρά επιστημονικά κριτήρια. Με τα κριτήρια, δηλαδή, με τα οποία πρέπει να λαμβάνονται τέτοιου είδους αποφάσεις, όπως συμβαίνει παντού στον κόσμο, όπως συνέβη και στο αντίστοιχο έργο της Αθήνας.

Αλλά είπαμε· η Θεσσαλονίκη αποτελεί για άλλη μια φορά εξαίρεση. Μόνον που τώρα δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Ούτε χρονικά, ούτε άλλου είδους. Όλα τα επιχειρήματα, από τα πλέον σοβαρά και εμπεριστατωμένα, έως τα πλέον αφελή και έωλα, είναι στη διάθεση των κορυφαίων δικαστών. Οι διάδικοι θα πρέπει από τώρα να συμφωνήσουν, για την ακρίβεια, έπρεπε να το έχουν κάνει ήδη, πως η όποια απόφαση του ΣτΕ θα είναι δεσμευτική για όλους και θα γίνει σεβαστή από όλους. Όποιος αποκλίνει απ' αυτό, είναι αυτονόητο πως επωμίζεται την ευθύνη για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει.