Skip to main content

Στη Θεσσαλονίκη το φως των Χριστουγέννων δεν περιμένει τις 25/12

Το φως των Χριστουγέννων δεν περιμένει την 25η Δεκεμβρίου για να εμφανιστεί, έχει φωταγωγήσει δρόμους, πεζοδρόμια και ανθρώπους πολύ πριν την ώρα του.

Είναι δυνατόν όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός να εξαρτάται από μια πρίζα; Αυτές τις μέρες το σύνθημα των αναρχικών, οι οποίοι γράφουν στους τοίχους κάτι σαν «καημένοι, όλος σας ο πολιτισμός στηρίζεται σε έναν διακόπτη» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Μεγαλωμένοι σε μια χώρα του ανεπτυγμένου κόσμου οι νεοέλληνες «ξενερώνουν» όταν μένουν χωρίς ρεύμα, έστω και για δύο ώρες! Ξενερώνουν ακόμη και όταν κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς ρεύμα για δύο ώρες.

Η ομιλία του υπουργού Ενέργειας στη Βουλή τις προηγούμενες ημέρες για τη ΔΕΗ, που «αν βουλιάξει θα βουλιάξει η χώρα», αλλά και το επερχόμενο χριστουγεννιάτικο πνεύμα που θέλει «φώτα κι άλλα φώτα, περισσότερα φώτα» τοποθετούν το ηλεκτρικό ρεύμα σε πρώτο πλάνο. Άλλωστε στη Θεσσαλονίκη η προτροπή της προ ετών αντιδημάρχου επί διοικήσεως της διοίκησης Μπουτάρη που είπε σε σύσκεψη των φορέων για τον χριστουγεννιάτικο στολισμό «αν οι Θεσσαλονικείς θέλουν φωτισμένα Χριστούγεννα ας βάλλουν από ένα κερί σε κάθε παράθυρο» ούτε σοβαρά ελήφθη, ούτε φυσικά δοκιμάστηκε.

Αφού υπάρχουν τα λαμπάκια «made in China» και το ηλεκτρικό ρεύμα που παράγει η ΔΕΗ –έστω μολύνοντας την ατμόσφαιρα- τι να τα κάνουμε τα κεριά; Σε λίγες ημέρες, από τις 7 Δεκεμβρίου, το κέντρο της Θεσσαλονίκης θα φωτιστεί εντυπωσιακά. Αυτό, τουλάχιστον, υπόσχεται ο Δήμος και πιθανότατα έτσι θα γίνει.

Οι βιτρίνες της Τσιμισκή, της Μητροπόλεως, της Αγίας Σοφίας και των άλλων εμπορικών δρόμων ήδη λάμπουν. Το φως των Χριστουγέννων δεν περιμένει την 25η Δεκεμβρίου για να εμφανιστεί, έχει φωταγωγήσει δρόμους, πεζοδρόμια και ανθρώπους πολύ πριν την ώρα του.   

Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και σήμερα –ή μάλλον ειδικά σήμερα-τίποτε δεν είναι πιο ανατρεπτικό της καθημερινότητας από τις διακοπές ρεύματος. Χωρίς νερό για μερικές ώρες κανείς –σχεδόν- δεν θα διαμαρτυρηθεί. Χωρίς τηλέφωνο, επίσης. Μάλιστα σε αυτή την περίπτωση κάποιοι θα βρουν την ησυχία τους, αν και με τα κινητά τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει. Χωρίς αστικά ή ταξί για λίγες ώρες ή για μια δυο μέρες και πάλι μικρό είναι το πρόβλημα.

Αλλά χωρίς ρεύμα; Χωρίς υπολογιστή, ασανσέρ, τηλεόραση, dvd, σινεμά, ίντερνετ, πικ απ, ψυγείο, κουζίνα, πλυντήριο, ζεστό νερό; Κυρίως, όμως, χωρίς φως όταν νυχτώνει; Τότε τι γίνεται; Τα πράγματα σφίγγουν. Το γύρω σκηνικό αλλάζει δραματικά. Οι σκιές μεγαλώνουν και οι άνθρωποι έτσι όπως είναι ασυνήθιστοι αισθάνονται σα να ζουν σε ένα νέο, άγνωστο και αφιλόξενο πλανήτη.

Το ηλεκτρικό ρεύμα μπήκε ορμητικά στη ζωή των ανθρώπων τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και άλλαξε ριζικά τον τρόπο ζωής. Αναποδογύρισε τα πάντα. Από την παραγωγή μέχρι τη μουσική. Πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησε και στα ελληνικά ένα σχετικό βιβλίο. Ένα συναρπαστικό ιστορικό μυθιστόρημα του Γκράχαμ Μουρ με τίτλο «Οι τελευταίες μέρες της νύχτας» (Εκδόσεις Κλειδάριθμος) και θέμα την εξιστόρηση της μετάβασης των ΗΠΑ στην εποχή του ηλεκτρισμού. Μια πραγματική ιστορία στη Νέα Υόρκη του 1888, όταν ο νεαρός –μόλις 27 ετών- δικηγόρος  Πολ Κράβαθ αναλαμβάνει την πιο απίθανη υπόθεση. Πελάτης του είναι ο Τζορτζ Ουεστινγκχάους που έχει μηνυθεί από τον Τόμας Έντισον για 1 δισ. δολάρια: ποιος εφηύρε πρώτος τον ηλεκτρικό λαμπτήρα και ποιος έχει το δικαίωμα να ηλεκτροδοτήσει τη χώρα;

Σε αυτό το απίθανο ταξίδι ίντριγκας, μυστικών και δεξιώσεων της υψηλής κοινωνίας, ο Πολ θα γνωρίσει τον Νίκολα Τέσλα, που κρατά το κλειδί στην υπόθεσή του. Μια ιστορία για τη μετάβαση των ΗΠΑ –και κατόπιν ολόκληρου του κόσμου- στην εποχή του ηλεκτρισμού, που αξίζει να τη μάθεις κανείς. Κομβικές μορφές αυτής της μετάβασης υπήρξαν τρεις διάσημοι εφευρέτες: Ο χαρισματικός αλλά κυνικός Τόμας Έντισον, «πατέρας» του ηλεκτρικού λαμπτήρα. Ο Τζορτζ Ουέστινγκχαουζ, ο ευρηματικός και τελειομανής θιασώτης του εναλλασσόμενου ρεύματος.

Και ο Νίκολα Τέσλα, ο εκκεντρικός επιστήμονας από τη Σερβία, ένας οραματιστής που έζησε στον δικό του κόσμο στον οποίο η ανθρώπινη διάνοια δεν γνωρίζει όρια. Το μόνο που δεν ξεκαθαρίζει το βιβλίο –και μάλλον δεν θα μπορούσε κανείς να το κάνει- είναι εάν κάποιος από τους τρεις… τρελούς επιστήμονες είχε καταφέρει να συλλάβει στο σύνολο και στο μέγεθος του το μέλλον, που για μας είναι ένα απόλυτα φυσιολογικό παρόν. 

Στην Ελλάδα, όπου οι τεχνολογικές εξελίξεις καθυστερούν έναντι της Ευρώπης και της Αμερικής, μόλις στη δεκαετία του 1960 απέκτησαν ηλεκτρικό ρεύμα όλα τα χωριά. Θεωρήθηκε η εξέλιξη αυτή πρόοδος μείζονος σημασίας και ήταν σε ότι αφορά το πρακτικό κομμάτι της καθημερινότητας. Μόνο που όταν έμπαιναν οι κολώνες της ΔΕΗ ακόμη και στο τελευταίο ελληνικό κορφοβούνι κανείς δεν είπε στους ανυποψίαστους ότι θα ακολουθήσει η τηλεόραση, χωρίς της οποία δεν μπορούν, πιά, να ζήσουν.

Ούτε ότι τα καλώδια θα κρέμονται αιωνίως τεμαχίζοντας άγαρμπα τη θέα και τον ορίζοντα. Ούτε ότι τη ΔΕΗ –και άρα την καθημερινότητα τους- θα κουμαντάρουν επί δεκαετίες αφενός ανεύθυνοι στα όρια της ασχετοσύνης υπουργοί, οι οποίοι θα διορίζουν διοικήσεις με κομματικά κριτήρια, και αφετέρου εκλεγμένοι –επίσης με κομματικά κριτήρια- συνδικαλιστές, που (υποτίθεται ότι) εκπροσωπούν τους εργαζομένους, αλλά στην πραγματικότητα κάνουν μεγάλη ζωή.

Ως αποτέλεσμα δισεκατομμύρια ευρώ κατέληξαν στον… κουβά και τώρα ο σημερινός υπουργός φωνάζει «αν βουλιάξει η ΔΕΗ θα βουλιάξουν οι τράπεζες και θα βουλιάξει η χώρα». Και για να μη βουλιάξει, αφού δεν πρέπει και δεν μπορεί να βουλιάξει, ας πληρώσουν όλοι το…σωσίβιο, ένοχοι και αθώοι. Πάντως, ανεξαρτήτως όλων αυτών, είναι κρίμα η ζωή να κρέμεται από ένα διακόπτη. Δεν της αξίζει. Κι όμως συμβαίνει, κάθε μέρα και περισσότερο.