Skip to main content

Στο ναδίρ η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης

Τη δημιουργία παρατηρητηρίου διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το οποίο θα παράγει πολιτικές που θα υποβοηθούν τη διεθνοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων, ζήτησε μιλώντας
Τη δημιουργία παρατηρητηρίου διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το οποίο θα παράγει πολιτικές που θα υποβοηθούν τη διεθνοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων, ζήτησε μιλώντας στο συνέδριο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος(ΣΒΒΕ) ο πρώην πρόεδρος του Συνδέσμου, κ. Γιώργος Μυλωνάς. Τόσο ο κ. Μυλωνάς όσο και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, κ. Βασίλης Θωμαϊδης τόνισαν την ανάγκη να τεθεί ως στόχος ο διπλασιασμός των εξαγωγών μέχρι το 2014.

Αποκαλυπτικά της χαμηλής εξωστρέφειας των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης είναι τα στοιχεία που έδωσε ο κ. Θωμαϊδης, σύμφωνα με τα οποία μόλις οι 2.334 από τις συνολικά 36.884 επιχειρήσεις του νομού Θεσσαλονίκης, δηλαδή το 6,3%, έχουν εξαγωγική δραστηριότητα. Πάντως, το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με το νομό Αττικής, όπου μόλις το 2,7% των επιχειρήσεων δραστηριοποιείται εξαγωγικά. Ο κ. Θωμαϊδης εξέφρασε την άποψη ότι το μοντέλο ενίσχυσης των μεγάλων εξαγωγικών επιχειρήσεων φαίνεται να έχει εξαντλήσει τα όριά του και έκανε λόγο για την ανάγκη καλλιέργειας εξαγωγικής νοοτροπίας και την αξιοποίηση της καινοτομίας μέσω νέων εξαγωγικών εργαλείων.

Ο κ. Μυλωνάς επεσήμανε ότι η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας με όρους εξωστρέφειας διαρκώς μειώνεται, αναφέροντας ότι το 2008 ο δείκτης των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων στις χώρες της ΕΕ προς τις εισαγωγές από την ΕΕ ήταν μειωμένος κατά 50% σε σχέση με το 1999 (0,23 έναντι 0,41 το 1999). «Το μερίδιό μας στις διεθνείς εξαγωγές προϊόντων μειώνεται την τελευταία εικοσαετία: το 1990 ήταν 0,55 και τον Οκτώβριο του 2009 είναι 0,16», ανέφερε ο κ. Μυλωνάς μιλώντας στο συνέδριο του ΣΒΒΕ με θέμα την περιφερειακή ανάπτυξη και τη βιομηχανία.

Παράλληλα, επεσήμανε ότι από τη μελέτη του λόγου των εξαγωγών προϊόντων στο ΑΕΠ, δηλαδή των προϊόντων που παράγονται από τις μεταποιητικές επιχειρήσεις, για τα τελευταία έντεκα χρόνια, προκύπτει ότι το ποσοστό αυτό διαχρονικά είναι σχετικά χαμηλό και ανέρχεται σε 7,1% για το 2008. Από την άλλη πλευρά, ανταγωνίστριες χώρες, όπως η Τουρκία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, έχουν βελτιώσει αισθητά τον δείκτη εξαγωγών προϊόντων ως προς το παραγόμενο ΑΕΠ. 

Ο κ. Μυλωνάς πρότεινε τη δημιουργία ενός νέου σχεδίου «Οικονομικής Ανασυγκρότησης των Βαλκανίων» για τα Δυτικά Βαλκάνια με παράλληλη δυνατότητα υποστήριξης δράσεων σε Βουλγαρία και Ρουμανία και φορολογικές διευκολύνσεις για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.

Σύμφωνα, εξάλλου, με τα στοιχεία που παρουσίασε ο καθηγητής  του ΑΠΘ, Νίκος Κομνηνός, από την ερευνητική ομάδα Urenio, την περίοδο 1997-2005, η μεταποίηση στη Θεσσαλονίκη μειώθηκε κατά 42,7% σε αριθμό καταστημάτων, κατά 17,8% σε απασχόληση και κατά 3,1% σε συνολική προστιθέμενη αξία. Αντίθετα, η αξία της παραγωγής αυξήθηκε κατά 17,9% και οι πωλήσεις προϊόντων κατά 18,4%. Ο κ. Κομνηνός σημείωσε ότι η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης αντιμετώπισε τον ανταγωνισμό του χαμηλού κόστους εργασίας, αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο και μειώνοντας το μερίδιο των αμοιβών εργασίας από το 13,7% της ακαθάριστης αξίας παραγωγής στο 11,5%.

Ο ίδιος εντόπισε τις αδυναμίες των μεταποιητικών μονάδων στους τομείς της δημιουργικότητας, της ανάπτυξης των προϊόντων, του brand name και των δικτύων προώθησης προϊόντων στις διεθνείς αγορές. Με στόχο το μετασχηματισμό της μεταποίησης της Θεσσαλονίκης σε βιομηχανία έντασης γνώσεων πρότεινε η μεταποίηση της Θεσσαλονίκης να οργανωθεί σε έξι clusters, καθένα εκ των οποίων θα συγκεντρώνει 50-100 μονάδες παραγωγής.