Skip to main content

Τα πέντε συν ένα κέρδη της Θεσσαλονίκης από την επένδυση της Pfizer

Τα εμφανή και τα... αόρατα κέρδη της Θεσσαλονίκης και της τοπικής οικονομίας από την εμβληματική επένδυση του βιοφαρμακευτικού κολοσσού

Η επένδυση της Pfizer στη Θεσσαλονίκη έχει εμφανή και… αόρατα κέρδη και πλεονεκτήματα για την περιοχή και την οικονομία. Σημειώστε:

Πρώτον, δημιουργεί εκατοντάδες θέσεις εργασίας -σήμερα 530, το 2022 περί τις 700 και λίγο αργότερα 1100- η πλειοψηφία των οποίων αφορά ανθρώπους με υψηλά προσόντα και σύγχρονες δεξιότητες. Άρα και οι αμοιβές είναι άνω του μέσου όρου.

Δεύτερον, συμβάλλει στην επιστροφή νέων ανθρώπων, οι οποίοι κάποια στιγμή αναζήτησαν την επαγγελματική τους τύχη στο εξωτερικό. Το brain rain, όπως ονομάζεται αυτή η φυγή του επιστημονικού δυναμικού, κοστίζει πολύ στην Ελλάδα. Φτάνει μόνο να σκεφτεί κάποιος ότι η ελληνική κοινωνία μεγαλώνει και σπουδάζει δωρεάν αυτά τα παιδιά, τα οποία προσφέρουν τελικά τις παραγωγικές τους υπηρεσίες σε άλλες οικονομίες, για τις οποίες δημιουργούν υπεραξίες.

Τρίτον, είναι μια επένδυση στο πεδίο της υψηλής τεχνολογίας και της ψηφιακότητας, κάτι που σημαίνει ότι μεταφέρει άξια λόγου τεχνογνωσία στην πόλη και κατ’ επέκταση στη χώρα.  

Τέταρτον, το πρότζεκτ προχώρησε πολύ γρήγορα, και σχετικώς αθόρυβα. Δύο χρόνια τώρα οι άνθρωποι της Pfizer μιλάνε κάθε φορά που έχουν κάτι να πουν. Η λέξη κλειδί είναι η αποτελεσματικότητα. Πραγματικό μάθημα σε μια επιχειρηματική και επενδυτική πιάτσα, στην οποία συχνά οι σκέψεις, οι επιθυμίες και τα οράματα αναβαθμίζονται σε… πραγματικότητα και εθνικό στόχο.

Πέμπτον, η επενδυτική κανονικότητα της Pfizer φαίνεται και από τον τρόπο χρηματοδότησης του πρότζεκτ. Μια πολυεθνική κινείται πολύ πέρα από επιδοτήσεις, που καλά κάνουν και υπάρχουν για να στηρίζουν βιώσιμα σχέδια. Αλλά κακώς υπάρχουν στις περιπτώσεις που εξαιτίας τους εκπονούνται αμφίβολα και βιαστικά πλάνα, επειδή ακριβώς αυτές οι επιδοτήσεις πρέπει να καταναλωθούν.     

Το εξίσου σημαντικό, όμως, που προσφέρει στη Θεσσαλονίκη υποδορίως η επένδυση της Pfizer, είναι η ικανοποίηση για τους σοβαρούς ανθρώπους του επιχειρείν της περιοχής, οι οποίοι επίσης δρουν αθόρυβα και αποτελεσματικά, ο καθένας στα μέτρα του. Είναι οι επιχειρηματίες που δεν προβάλλονται κοινωνικά και πολιτικά, δεν επικαλούνται εθνικούς στόχους, δεν υπερτονίζουν την κοινωνική τους ευθύνη, αλλά κοιτούν τις δουλειές τους , ακολουθούν τον ορθό και επομένως δύσκολο δρόμο για να τις κάνουν και συχνά παρακολουθούν αποσβολωμένοι όσα συμβαίνουν γύρω τους, στη λεγόμενη δημόσια σφαίρα. Τα πλατιά χαμόγελα, τα μεγάλα λόγια, τις ζεστές χειραψίες που λόγω covid-19 έχουν αντικατασταθεί προσωρινά με σφριγηλές μπουνιές, τους φακέλους να πηγαινοέρχονται παραμάσχαλα, τα ΦΕΚ, τις ΚΥΑ, τα ειδικά Προεδρικά Διατάγματα, τα χτυπήματα στην πλάτη, το εύκολο χρήμα, την πρόσβαση στην εξουσία. Διότι, κακά τα ψέματα, στη Θεσσαλονίκη που βρίσκεται μακριά από το επίκεντρο της πολιτικής, οικονομικής και διοικητικής εξουσίας της χώρας η επιχειρηματικότητα είναι δύσκολο σπορ. Όσο πιο κανονικά ασκείται τόσο πιο κοντά στα όρια του ηρωικού βρίσκεται. Όπως ακριβώς και πριν από 109 χρόνια που η περιοχή ενσωματώθηκε στο εθνικό κορμό έτσι και σήμερα τα νήματα κινούνται στην Αθήνα, από τις δημόσιες προμήθειες, μέχρι τις επιδοτήσεις και τις ειδικές ρυθμίσεις.

Όλοι αυτοί, λοιπόν, βλέπουν με ικανοποίηση μια μεγάλη εταιρεία –της οποίας ηγείται ένας Θεσσαλονικιός- να καταφθάνει στην περιοχή και να οργανώνει μια κανονική δουλειά. Ασφαλώς με τα δεδομένα που επιβάλλει το μέγεθος της. Χωρίς να αποστερεί παραγωγικούς πόρους, αντίθετα να αποτελεί κίνητρο και για άλλες διεθνείς εταιρείες να εξετάσουν έστω την περίπτωση της Θεσσαλονίκης, της Β. Ελλάδος και της Ελλάδος γενικότερα. Με δύο λόγια: η Pfizer, πέραν όλων των άλλων, των σημαντικών και προφανών, συνιστά απόδειξη ότι μια δουλειά μπορεί να γίνει και στον τόπο μας με όρους κανονικότητας. Με όραμα, σχεδιασμό, τεχνογνωσία, κεφάλαια, επενδύσεις, πρόγραμμα και χρονοδιάγραμμα. Και είναι αυτοί οι ίδιοι σοβαροί και νοικοκύρηδες επιχειρηματίες της περιοχής μας –είναι αρκετοί αλλά δεν κάνουν θόρυβο και γι’ αυτό ενδεχομένως κάποιοι να τους χαρακτηρίζουν συντηρητικούς- που τις τελευταίες δεκαετίες έχουν κουραστεί να βλέπουν να κυκλοφορούν ανάμεσά τους παρεμβατικοί δημοσιοσχετίστες  ιδεοπώλες, που προσπαθούν ακούραστοι να πουλήσουν αέρα κοπανιστό για να «αξιοποιήσουν» πάσης φύσεως και μορφής δημόσιους πόρους.