Skip to main content

Τα μισά καταναλωτικά δάνεια αφορούν σε αγορές αυτοκινήτων

Τα καταναλωτικά δάνεια κινήθηκαν με ρυθμό 30% το 2021 κι αφορούσαν κυρίως την αγορά αυτοκινήτου, ενώ με τον ίδιο ρυθμό συνεχίζονται και το 2022

Στην καταναλωτική πίστη, οι νέες εκταμιεύσεις το 2021 έφτασαν 889 εκατ. ευρώ, δηλαδή ξεπέρασαν εκείνες των στεγαστικών δανείων κατά 5 εκατ. ευρώ. Η πρόβλεψη για το 2022 ξεπερνά το 1-1,2 δισ. ευρώ, καθώς η κύρια πηγή της ζήτησης προέρχεται από την αγορά αυτοκινήτου (σχεδόν το 50% των εκταμιεύσεων) και από τα δάνεια για την κάλυψη προσωπικών αναγκών. Τα τελευταία ενισχύθηκαν σημαντικά με την εμφάνιση των λεγόμενων fast loan μέσω κινητών τηλεφώνων για ποσά μέχρι 3.000 ευρώ.

Η αγορά των καταναλωτικών δανείων κινήθηκε με ετήσιο ρυθμό 30% το 2021, υποκινούμενη κυρίως από την αγορά αυτοκινήτου, κάτι το οποίο συνεχίζεται να καταγράφεται τους πρώτους μήνες του 2022, παρά τις ελλείψεις, τις καθυστερήσεις στις παραδόσεις, δηλαδή προβλήματα στην παραγωγή και τις εφοδιαστικές αλυσίδες που επιδεινώθηκαν λόγω πολέμου. Σε αυτά προστίθεται ο πληθωρισμός και η ενεργειακή κρίση, γεγονός που, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς αυτοκινήτου, έχει περιορίσει την κίνηση τόσο στους δρόμους όσο και στις αντιπροσωπείες.

Από την άλλη, συνεχίζεται αυξανόμενο ενδιαφέρον για ηλεκτροκίνηση, όπου έχουν δημιουργηθεί πολλά πακέτα συγχρηματοδοτούμενα, αλλά και τυποποιημένα μέσω τραπεζών, σε συνεργασία με αντιπροσωπείες. Πρόκειται για δάνεια μέχρι 30.000 ευρώ και έως 120 δόσεων, με επιτόκιο γύρω στο 8,8%.

Ανοδικά οι πωλήσεις ΙΧ τον Φεβρουάριο
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία (ΣΕΑΑ) για τις ταξινομήσεις επιβατικών οχημάτων, τον Φεβρουάριο παρατηρήθηκε αύξηση 27%, ωστόσο, στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου σημειώθηκε ετήσια μείωση 3,7% (λόγω μεγάλης πτώσης τον Ιανουάριο). Σε ό,τι αφορά στα μερίδια αγοράς, ακόμα επικρατούν εκείνα με βενζίνη, αλλά τον Φεβρουάριο παρατηρήθηκε αύξηση του μεριδίου αγοράς κατά 7% στα υβριδικά και 2,4% στα επαναφορτιζόμενα (+5,6% και +2%, στο δίμηνο, αντίστοιχα). Το συνολικό τους μερίδιο στην αγορά ανέρχεται σήμερα σε 36,3% (έναντι 44% των οχημάτων με βενζίνη). Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και τον Ιανουάριο, όταν υπήρξε συνολική μείωση πωλήσεων άνω του 28% (ετήσια μεταβολή), οι ταξινομήσεις νέων υβριδικών σημείωσαν αύξηση 3,6% και 1,5%, αντίστοιχα (πτώση σε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες, πλην του υγραερίου που κινήθηκε ανοδικά και τον Φεβρουάριο).

Ωστόσο, τραπεζικά στελέχη αναμένουν να αποτυπωθεί η αβεβαιότητα και το πρόβλημα των ελλείψεων και των ανατιμήσεων στη ζήτηση και τις εκταμιεύσεις καταναλωτικών δανείων για αυτοκίνητα. Από την άλλη, τα διαθέσιμα στοιχεία δεν δείχνουν στο σύνολο της λιανικής τραπεζικής πτώση, προς το παρόν. Ενδεικτικά, μόνο στους δύο πρώτους μήνες, το 20% των συνολικών δανείων των τραπεζών αφορούσε αφορούσε στη λιανική τραπεζική. Επίσης, εκτιμούν ότι σε ετήσια βάση θα διατηρηθούν οι ίδιοι ρυθμοί, καθώς κάποια κατηγορία της καταναλωτικής πίστης μπορεί να μειωθεί, ενώ άλλη να ενισχυθεί κυρίως λόγω των υψηλότερων αναγκών από τον πληθωρισμό.

Η ζήτηση
Σε ό,τι αφορά στην αγορά αυτοκινήτου, σύμφωνα με στοιχεία και εκτιμήσεις των τραπεζών, το μέσο ποσό που εγκρίνεται κυμαίνεται μεταξύ 10.000-15.000 ευρώ, με την επικρατούσα ζήτηση να βρίσκεται στα 11.000 ευρώ. Το ενδιαφέρον προέρχεται από ιδιώτες -κυρίως άνδρες, ηλικίας άνω των 40 ετών με οικογένεια- αλλά και από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κλάδου του τουρισμού. Μολονότι επικρατεί αβεβαιότητα στον τουρισμό, λόγω πολέμου και ακρίβειας, ο κλάδος παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος, ενώ οι τράπεζες εκτιμούν ότι ένα κομμάτι από Ρώσους τουρίστες θα χαθεί φέτος, αλλά θα αντισταθμιστεί από άλλες χώρες, οι οποίες παραδοσιακά συμβάλλουν περισσότερο στα τουριστικά έσοδα και την κατανάλωση.

Επιπτώσεις από τον τουρισμό
Σε κάθε περίπτωση, τόσο οι επιπτώσεις στον τουρισμό, την οικονομία, σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως η μεταποίηση, το εμπόριο, οι μεταφορές και ο αγροτικός τομέας και κατ’ επέκταση στις τράπεζες και τα δάνεια, εξαρτώνται από τη διάρκεια και την ένταση των γεωπολιτικών εξελίξεων και των παρενεργειών. Κορυφαία τραπεζικά στελέχη σε επικοινωνία με αναλυτές ανέφεραν ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν δημιουργήσει σενάρια επιπτώσεων, αλλά είναι πολύ νωρίς προκειμένου να εξαχθούν αξιόπιστα κριτήρια.

Έκθεση στον πόλεμο
Εξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΒΑ) που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή το απόγευμα και παρουσιάζουν την άμεση έκθεση του τραπεζικού συστήματος κάθε χώρας σε Ρωρία, Ουκρανία και Λευκορωσία (μέσω δανείων, καταθέσεων, διασυνοριακών συναλλαγών, κλπ), η έκθεση για τις ελληνικές τράπεζες εμφανίζεται μηδενική. Αυτό επιβεβαιώνει τις πρόσφατες δηλώσεις των τραπεζιτών σε αντίστοιχες ερωτήσεις αναλυτών κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του 2021, συμπληρώνοντας οι ίδιοι ότι οι όποιες επιπτώσεις στις τράπεζες προέλθουν έμμεσα μέσω του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Πηγή: Capital.gr