Skip to main content

Η παγίδα του Ταμείου Ανάκαμψης και τα δύο αγκάθια της Θεσσαλονίκης

Κρίσιμη η επίσκεψη Μητσοτάκη στο Thessaloniki Helexpo Forum - Δύσβατος ο δρόμος προς τον Απρίλιο του 2021, τι πρέπει να προσέξει η κυβέρνηση

Η επίσκεψη του πρωθυπουργού το επόμενο Σαββατοκύριακο στο Thessaloniki Helexpo Forum θα έχει πολύ μεγάλη βαρύτητα ως προς τις ανακοινώσεις που θα γίνουν. Τόσο σε τοπικό επίπεδο ή ορθότερα σε επίπεδο βόρειας Ελλάδας, όσο και σε εθνικό.

Ο κ. Μητσοτάκης έχει «άσους στο μανίκι», πλην όμως οι προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί είναι πολύ μεγάλες και σε πολλά επίπεδα. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια να φύγει από τη Θεσσαλονίκη την επόμενη Κυριακή ο πρωθυπουργός και να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι από τις ανακοινώσεις του, αλλά σε βάθος χρόνου να αρχίσει να αποδομείται το αφήγημά του.

Το έχουμε ξαναζήσει με το «πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε ανακοινώσει ο τότε πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας. Πρόγραμμα για το οποίο μέσα σε ένα χρόνο αναγκάστηκε να απολογείται.

Ο κίνδυνος είναι ανάλογος κι ας μην το βλέπουν σήμερα στο «γαλάζιο» στρατόπεδο πολλοί. Διότι υπάρχουν κάποιοι που και το βλέπουν και το έχουν επισημάνει σε υψηλόβαθμα ή με σημαντικές αρμοδιότητες κυβερνητικά στελέχη.

Δυο ομιλίες επέλεξε να κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης το Σάββατο. Η πρώτη για τη βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη, η δεύτερη για τα εθνικά ζητήματα και την εθνική οικονομία.

Και στα δύο ο άξονας πάνω στον οποίο αναγκαστικά θα κινηθεί είναι ένας. Το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι η «σανίδα σωτηρίας» της κυβέρνησης, μέσα σε αυτή την πολύ δύσκολη περίοδο, σε οικονομικό, υγειονομικό και εθνικό επίπεδο. Είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα στήσει την πολιτική του ο πρωθυπουργός, έχοντας τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει μια σειρά από προκλήσεις το μέγεθος των οποίων είναι πολύ μεγάλο.

Η υγειονομική κρίση έχει βάλει νέα δεδομένα, δεν έχει αντιμετωπιστεί και δεν είναι στο χέρι της κυβέρνησης η έξοδος από αυτή. Πρέπει συνεπώς να αναπροσαρμόζονται μια σειρά από αποφάσεις αναλόγως της πορείας της πανδημίας. Αποφάσεις που επηρεάζουν δραστικά την καθημερινότητα των πολιτών και συμπαρασύρουν και τα οικονομικά. Με τον εφιάλτη του κορωνοϊού είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν προβλέψεις, να γίνει ακόμη και σχεδιασμός δράσεων ή να βρεθούν λύσεις σε πάρα πολλά ζητήματα.

Η οικονομική κρίση έχει ήδη ενσκήψει. Με εμφατικό τρόπο θα την αισθανθούμε όλοι από το φθινόπωρο. Ορισμένοι ήδη την αντιμετωπίζουν, αλλά προς το παρόν με μια σειρά από μέτρα ανακούφισης κάτι γίνεται. Με την εισροή κοινοτικών πόρων από προγράμματα τύπου SURE θα υπάρξουν κάποια ακόμη όπλα για την κυβέρνηση. Ικανά να περιορίσουν δραστικά τις επιπτώσεις; Στην αγορά απαντούν με σιγουριά «όχι». Στην κυβέρνηση είναι πιο αισιόδοξοι. Μένει να το δούμε. Άλλωστε, με τα σημερινά δεδομένα η κυβέρνηση για να βγει σε ένα... ξέφωτο πρέπει να ξεπεράσει τις δυσκολίες μέχρι τον Απρίλιο του 2021, όταν είναι δυνατό να αρχίσουν οι πρώτες εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης. Μέχρι τότε είναι το ζητούμενο τι γίνεται και πόσοι «σώζονται».

Σε ό,τι αφορά στα εθνικά ζητήματα τα «αγκάθια» της Τουρκίας θα παραμείνουν και δεν χρειάζεται κάποιος να είναι προφήτης για να το καταλάβει. Η Τουρκία μάς έχει συνηθίσει στη συμπεριφορά του λύκου που χαίρεται στην αναμπουμπούλα. Σε κάθε περίπτωση όμως η κυβέρνηση θα πρέπει να αποκαταστήσει στο επόμενο διάστημα ένα κλίμα ανοχής και ηρεμίας, προκειμένου να αφοσιωθεί στην έξοδο από τις δυο μείζονες κρίσεις, που πυροδοτούν κοινωνικές εκρήξεις. Η κρίση στα ελληνοτουρκικά είναι πρώτης προτεραιότητας, αλλά είναι μια κρίση, με την οποία μάθαμε να ζούμε και οι κυβερνήσεις διαχρονικά την αντιμετώπιζαν και θα την αντιμετωπίζουν.

Επειδή η κοινωνία έχει επικεντρωθεί στην οικονομική κρίση, μένω σ' αυτή. Μέχρι τον Απρίλιο του 2021 (όχι ότι θα τελειώσουν όλα τότε, αντιθέτως τότε αναμένεται να αρχίσει η έξοδος από την κρίση) η κυβέρνηση έχει το ορόσημο της 15ης Οκτωβρίου. Σε ένα μήνα δηλαδή θα πρέπει να έχει σχεδιάσει και μάλιστα με σχετική λεπτομέρεια την αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Κι αυτό γιατί ο σχεδιασμός της θα αξιολογηθεί και τον Ιανουάριο του 2021 θα έχουμε μια εικόνα των διαθέσιμων κονδυλίων που θα μπορούμε να απορροφήσουμε ως χώρα από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Το Ταμείο Ανάκαμψης (με μια ίσως υπεραπλούστευση) μπορεί να αποδειχθεί παγίδα ή μπανανόφλουδα για την κυβέρνηση. Οι παραδοχές είναι πολλές. Αν σχεδιάσουμε καλά, αν εργαστούμε σκληρά, αν διασφαλίσουμε τις δυνατότητες απορρόφησης και εκτέλεσης των έργων, αν έχει διάρκεια η προσπάθειά μας, αν οι επιλογές είναι σωστές...

Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης σε διαθέσιμο ύψος για την Ελλάδα συνιστούν ένα δεύτερο ΕΣΠΑ, το οποίο θα τρέχει παράλληλα με το νέο και μάλιστα με πιο σφιχτά χρονοδιαγράμματα. Αυτό σημαίνει διπλή δουλειά για όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Το ζήτημα συνεπώς δεν είναι αν θέλουμε, αλλά αν μπορούμε. Κι αυτή είναι η παγίδα για την κυβέρνηση. Διότι έχει καλλιεργήσει προσδοκίες ήδη για να πέσουν στην αγορά «διπλά λεφτά τώρα», αλλά πρέπει να έχει και αποτέλεσμα. Κι αυτό θα το δούμε σε βάθος χρόνου, κυρίως μέχρι το 2023. Είναι μια τριετία – φωτιά. Να μη φτάσουμε να βλέπουμε τα λεφτά να μας περιμένουν κι εμείς να μην μπορούμε να τα πάρουμε...

Αυτό το διάστημα οι υπουργοί έχουν λιώσει με την υπόθεση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ή θα έπρεπε να έχουν λιώσει... Καθένας τους θα πρέπει να παρουσιάσει ένα συνολικό σχέδιο στον τομέα του εντός των επόμενων εβδομάδων, για να κατατεθεί η εθνική πρόταση. Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει ώριμα έργα, που μπορούν να συμβασιοποιηθούν μέχρι το 2022. Στην ελληνική πραγματικότητα αυτό συνιστά άθλο. Σκεφτείτε ότι για να φτάσουμε στο ύψος των κονδυλίων που μπορούμε να διεκδικήσουμε από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα πρέπει να γίνουν υπερβάσεις. Δηλαδή να προταθούν μεγάλου προϋπολογισμού έργα, άρα δύσκολα να γίνουν, με μια σημαντική προεργασία και με εξαιρετικά δύσκολες απαιτήσεις.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για να αποφύγει να γεμίσει απλώς με τρύπες όλη τη χώρα. Κι αυτός είναι ένας κίνδυνος ορατός από σήμερα. Όπως ορατός είναι ο κίνδυνος τελικά τα κονδύλια που θα κατορθώσουμε να απορροφήσουμε από το Ταμείο Ανάκαμψης να μην είναι στο ύψος του ποσού που είναι διαθέσιμο. Η διάψευση προσδοκιών έχει αλυσιδωτές αρνητικές συνέπειες. Και πρωτίστως το «όχημα» για να βγούμε ή να αντιμετωπίσουμε την κρίση μπορεί να μείνει στο δρόμο... Το παράδειγμα της αξιοποίησης του ΕΣΠΑ άλλωστε στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ένα καλό παράδειγμα.

Για τη Θεσσαλονίκη, η κυβέρνηση έχει δυο μείζονα ζητήματα να αντιμετωπίσει. Το ένα είναι το μετρό και το άλλο οι αστικές συγκοινωνίες. Θα περιμένω τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού το ερχόμενο Σάββατο και θα τοποθετηθώ. Όπως θα περιμένω και μια πρώτη εικόνα των σημαντικότερων έργων της ευρύτερης περιοχής, που σκοπεύει να χρηματοδοτήσει από το Ταμείο Ανάκαμψης η κυβέρνηση.

Θέλω όμως να βάλω δυο επείγοντα ζητήματα:

Το πρώτο αφορά στο μετρό. Θα πρέπει να αποφευχθούν νέες καθυστερήσεις και να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα της παράδοσης του έργου το 2023. Αν υπάρχει κίνδυνος υπέρβασης του χρονοδιαγράμματος ή παράδοσης του μετρό το 2023 χωρίς το σταθμό Βενιζέλου, η κυβέρνηση οφείλει να το πει εγκαίρως. Σε αντίθετη περίπτωση η έκθεση θα έχει σε τοπικό επίπεδο μεγάλες και αρνητικές συνέπειες.

Το δεύτερο αφορά στον ΟΑΣΘ. Αν ο σχεδιασμός είναι να υπάρξει ορατή από τους πολίτες ανακούφιση σε ενάμιση ή δυο χρόνια από σήμερα, τότε κάτι δραστικό πρέπει να γίνει για το μεσοδιάστημα. Οι αστικές συγκοινωνίες έχουν απαξιωθεί, παρά το γεγονός ότι η είσοδος των ΚΤΕΛ ηρέμησε τον εκτός πολεοδομικού συγκροτήματος κόσμο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι εντός πολεοδομικού συγκροτήματος. Ελπίζω οι λύσεις που προκρίνει το αρμόδιο υπουργείο και η σχετική αύξηση των λεωφορείων στους δρόμους της Θεσσαλονίκης ως το χειμώνα να έχουν ένα κάποιο αποτέλεσμα. Αλλιώς η υπομονή θα εξαντληθεί και θα φτάσουμε σε χειρότερες καταστάσεις από αυτές που ήδη έχουμε αντιμετωπίσει. Οι δυσκολίες είναι πολλές. Οι λύσεις δεν είναι εύκολες. Και το στοίχημα είτε κερδίζεται, είτε χάνεται. Μέση οδός δεν υπάρχει.

Το ερχόμενο Σάββατο θα περιμένουμε τις όποιες ανακοινώσεις από τον ίδιο τον πρωθυπουργό για να δούμε αν τα πάει καλά με τα λόγια. Όλα θα κριθούν όμως από τα έργα και τις πράξεις των επόμενων μηνών, ασχέτως αν κρατάμε μικρό ή μεγάλο καλάθι.