Skip to main content

Τάσος Βαβούσκος: Μια ξεχωριστή υποψηφιότητα στον δήμο Θεσσαλονίκης

Παρά την έντονη επιστημονική και επαγγελματική δραστηριότητά του, ο Τάσος Βαβούσκος βρίσκει χρόνο να ασχολείται και με τα «κοινά».

Ο Τάσος Βαβούσκος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε Νομική και πήρε το πρώτο μεταπτυχιακό του δίπλωμα στο Αστικό Δίκαιο, ενώ παράλληλα απόκτησε και την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ως δικηγόρος.

Οι επιστημονικές αναζητήσεις του όμως τον οδήγησαν να συνεχίσει ως υπότροφος τις σπουδές στο Μεταπτυχιακό Ινστιτούτο Ορθόδοξης Θεολογίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Γενεύη, όπου και έλαβε το δεύτερο μεταπτυχιακό του δίπλωμα, εκπονώντας παράλληλα και την διδακτορική του διατριβή, την οποία ολοκλήρωσε λίγο αργότερα.

Διδάκτορας πλέον του Εκκλησιαστικού Δικαίου, ξεκίνησε την επαγγελματική σταδιοδρομία ως δικηγόρος Θεσσαλονίκης, ενώ παράλληλα συνέχισε την ενασχόληση του με το ειδικό αυτό επιστημονικό αντικείμενο, γράφοντας βιβλία και άρθρα και συμμετέχοντας σε συνέδρια και ημερίδες.

Στα πλαίσια αυτά συνεργάσθηκε επί πέντε ακαδημαϊκά έτη με την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης ως συμβασιούχος Επίκουρος Καθηγητής και μετά από δική του εισήγηση συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά στο Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Διαχείρισης Εκκλησιαστικών Κειμηλίων το μάθημα της Νομικής Προστασίας των Εκκλησιαστικών Κειμηλίων, το οποίο και δίδαξε ο ίδιος.

Ως έμπρακτη αναγνώριση του έργου του, η μεν Εκκλησία της Ελλάδος τον συμπεριέλαβε ως μέλος σε ειδικές Επιτροπές, ο δε Οικουμενικός Πατριάρχης τον όρισε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών.

Παρά την έντονη επιστημονική και επαγγελματική δραστηριότητά του, ο Τάσος Βαβούσκος βρίσκει χρόνο να ασχολείται και με τα «κοινά». Διετέλεσε Γραμματέας και Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Εφέδρων Αξιωματικών Ν. Θεσσαλονίκης, συμμετείχε δε ως εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Νομική Επιτροπή της Διασυμμαχικής Ένωσης Εφέδρων Αξιωματικών, αλλά και στην Υποεπιτροπή για το Δίκαιο του Πολέμου, όπου για πρώτη φορά εκπροσωπήθηκε η Ελλάδα.

Έχοντας την εμπειρία από την δραστηριοποίησή του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, πήρε την απόφαση να ασχοληθεί με τις υποθέσεις της πόλης μας, θέλοντας την εμπειρία που απέκτησε να την αξιοποιήσει προς το συμφέρον της Θεσσαλονίκης.

Οι εξειδικευμένες γνώσεις του και η εμπειρία του στα θέματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά και των θρησκευμάτων γενικότερα, τον καθιστούν πολύτιμο σύμβουλο και συνεργάτη στον ειδικό τομέα της θρησκευτικής και εκκλησιαστικής διπλωματίας.

Ο τομέας αυτός, άγνωστος στο ευρύ κοινό, συνδέεται στενά με την οικονομική ανάπτυξη, αφού περιλαμβάνει τους ειδικούς τομείς του θρησκευτικού τουρισμού, της προβολής και ανάδειξης των εκκλησιαστικών και εν γένει θρησκευτικών μνημείων, καθώς και της συντήρησης αυτών από εξειδικευμένα εργαστήρια. Και όλοι γνωρίζουμε, ότι η Θεσσαλονίκη ήταν ανέκαθεν ένα σταυροδρόμι ιστορίας και πολιτισμών. Μα πάνω από όλα ένα σταυροδρόμι θρησκειών και θρησκευτικών πολιτισμών. Χριστιανοί (Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί), Εβραίοι και Μουσουλμάνοι συμβιώνουν αρμονικά και δημιουργούν στην πόλη μας εδώ και αιώνες. Και είναι αυτοί που έχουν ήδη δώσει στην πόλη μας μέσα στο διάβα των αιώνων τα δύο κύρια χαρακτηριστικά της. Τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα και τον κοσμοπολίτικο αέρα.

Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν τα έχει μόνο η Θεσσαλονίκη ως πόλη. Τα έχουν και οι Σαλονικιοί μέσα στο αίμα τους, γιατί μ' αυτά γεννιούνται και αυτά «περνούν» και στις επόμενες γενιές.

Και αυτά τα χαρακτηριστικά είναι το υπόβαθρο για την τόνωση της εξωστρέφειας της πόλης μας.  

Και όπως, λέει, ο ίδιος ο Τάσος Βαβούσκος: «Ο θρησκευτικός πολιτισμός είναι ένα κομμάτι του πολιτιστικού περιβάλλοντός μας. Και πρέπει να το προσέξουμε ιδιαίτερα. Και θα πρέπει να το δούμε όχι μόνο από την οπτική της αισθητικής ή του πολιτιστικού αγαθού αλλά και από την προοπτική της οικονομικής ανάπτυξης. Δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός, ότι για την πόλη μας η θρησκεία, και υπεράνω όλων η Ορθοδοξία, είναι ένας πλήρης κόσμος πνευματικής και καλλιτεχνικής έκφρασης, ο οποίος για ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού της γης παραμένει άγνωστος. Και μπορεί να γίνει γνωστός μέσα από την προβολή του με ανάπτυξη του συνεδριακού θρησκευτικού τουρισμού, του περιηγητικού τουρισμού και γιατί όχι και μέσω της μετατροπής της Θεσσαλονίκης σε κέντρο συντήρησης εκκλησιαστικών κειμηλίων από όλο τον Ορθόδοξο κόσμο».