Skip to main content

Τεχνητή Νοημοσύνη: Η ανώτατη εκπαίδευση «κλειδί» στο μέλλον της αγοράς εργασίας

Ο πρόεδρος και CEO στο Ίδρυμα Lumina των ΗΠΑ ανέδειξε την ανάγκη κατοχής πτυχίων για την αγορά εργασίας που διαμορφώνεται με την τεχνητή νοημοσύνη.

Η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζουν ριζικά τον τομέα της απασχόλησης, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα επαγγέλματα, τα οποία θα εκλείψουν καθώς το αντικείμενό τους θα εκτελείται από τις μηχανές, θα καταργήσουν θέσεις εργασίας. Οι τεχνολογικές εξελίξεις θα φέρουν και νέες θέσεις εργασίας, οι οποίες όμως θα απαιτούν υψηλά προσόντα και εκπαίδευση, κάτι που σημαίνει πως εκείνοι που ήδη πλήττονται από την αλλαγή, είναι οι άνθρωποι που δε διαθέτουν κάποιο πτυχίο. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της ανάλυσης που έκανε κατά την ομιλία του στο υβριδικό συνέδριο «Thessaloniki Future Thinking Dialogues» ο Τζέιμι Μερισότης (Jamie Merisotis) πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στο Ίδρυμα Lumina, ένα από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά ιδρύματα των Ηνωμένων Πολιτειών, του οποίου η αποστολή είναι να αυξήσει το ποσοστό των Αμερικανών με πτυχία, πιστοποιητικά και άλλα διαπιστευτήρια υψηλής ποιότητας στο 60% έως το 2025.

«Την τελευταία δεκαετία παρατηρώ μία σχεδόν εμμονική εστίαση στο αποκαλούμενο μέλλον της εργασίας» και «το κυρίαρχο αφήγημα είναι ότι θα υπάρξει μαζική απώλειας θέσεων εργασίας, πυροδοτούμενη από τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης», είπε ο κ. Μερισότης, εκτιμώντας ότι «είναι πολύ πιθανό, η τεχνολογία να μπορέσει να δημιουργήσει εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας, όπως στο παρελθόν».

«Αυτό δε σημαίνει ότι τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά αυτή τη φορά, γιατί είναι. Και πρέπει να δώσουμε έμφαση στο πώς και γιατί είναι διαφορετικά, επειδή οι δουλειές του μέλλοντος θα αλλάξουν όλα όσα σήμερα θεωρούμε δεδομένα», εξήγησε. Αντίστοιχα τεράστια θα είναι η αλλαγή και «στο τι σήμερα αποκαλούμε 'ανώτατη εκπαίδευση' σε όλα τα επίπεδα», καθώς δεν θα αλλάξει μόνο το αντικείμενο της εργασίας των ανθρώπων, αλλά «και το τι περιμένουν οι άνθρωποι από την δουλειά που κάνουν».

Ο ομιλητής επικαλέστηκε τις εξελίξεις στον τομέα απασχόλησης στις ΗΠΑ, τόσο τις πιο πρόσφατες μέσα στην πανδημία, όσο και κατά τα προηγούμενα χρόνια που ακολούθησαν την ύφεση του 2008. Και στις δύο περιπτώσεις, η ανεργία «χτύπησε» πιο σκληρά όσους δεν διέθεταν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης.

«Ο αριθμός των καλών δουλειών, με καλές απολαβές και παροχές ασφάλειας και περίθαλψης , μεταφέρεται σε ανθρώπους με υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης εδώ και ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Συνολικά ο αριθμός των καλών δουλειών αυξάνεται και συνεχίζει αυτή την πορεία. Δεν επωφελούνται όμως όλοι. Οι απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης μένουν πίσω», ανέφερε.

Μετά το 2008, όπως διευκρίνισε, περισσότερες από 5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας χάθηκαν για πάντα για ανθρώπους που είχαν μέση εκπαίδευση ή χαμηλότερη. Οι δουλειές που απαιτούσαν πτυχίο συρρικνώθηκαν επίσης στην κρίση, αλλά στη συνέχεια αναπτύχθηκαν σταθερά. Αυτές που απαιτούσαν διαπιστευτήρια υψηλής ποιότητας, πολλαπλασιάστηκαν και στη διάρκεια της ύφεσης και συνέχισαν να αυξάνονται στη διάρκεια της δεκαετίας.

Σε ό,τι αφορά την τρέχουσα περίοδο, τα στοιχεία που επικαλέστηκε ο κ. Μερισότης, ήταν εξίσου αντιπροσωπευτικά της δυναμικής που υπάρχει: «Το Μάρτιο αυτής της χρονιάς υπήρχαν πάνω από 900.000 νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν στις ΗΠΑ. Όμως, μόνο 7000 από αυτές, λιγότερες από το 1%, πήγαν σε αποφοίτους μέσης εκπαίδευσης».

Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές δουλειές και τα προσόντα που θα απαιτούν ο κ. Μερισότης εξήγησε:

«Τα επόμενα χρόνια θα υπάρξουν καλές δουλειές, θα είναι διαφορετικές δουλειές, θα απαιτούν ένα υψηλότερο επίπεδο μάθησης και προσόντων σε όλους τους τομείς. Καθώς οι δουλείες αλλάζουν, πρέπει κι οι άνθρωποι να αλλάξουν, διαφορετικά θα μείνουν πίσω. Καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, πρέπει να συμπεράνουμε ότι κάθε εργασιακός στόχος που είναι προβλέψιμος και επαναλαμβανόμενος θα διεκπεραιώνεται από τις μηχανές. Οπότε, απλουστευτικά, η ανθρώπινη εργασία είναι αυτή, την οποία μόνον οι άνθρωποι μπορούν να διεκπεραιώσουν. Είναι η δουλειά όπου οι εμπλεκόμενοι συμμετέχουν ενεργά για να προσαρμοστούν σε νέο περιβάλλον»

«Deep learning VS Wide learning»

Τι είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τον τρόπο που προσλαμβάνουν τη γνώση οι μηχανές και οι άνθρωποι, και διαφοροποιεί και διαχωρίζει την ανθρώπινη από τη μηχανική εργασία;

«Μεγάλο κομμάτι της ανθρώπινης δουλειάς περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Είναι ριζωμένη στην ευφυΐα μας η ανθρώπινη εργασία. Αυτό που μας τραβάει, οι αξίες μας, όσα είναι διαφορετικά από εκείνα όπου κυριαρχούν οι μηχανές [...] Η ανθρώπινη δουλειά καθοδηγείται από το πώς μαθαίνουμε. Μεγάλο μέρος της προόδου των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης στηρίζεται στα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα (deep learning), δηλαδή στο πώς οι μηχανές χρησιμοποιούν αλγοριθμικές τεχνικές, ώστε μεθοδικά να διεισδύσουν σε μεγαλύτερες βάσεις δεδομένων. Αλλά οι άνθρωποι μαθαίνουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, αυτό που ονομάζεται πολύπλευρη μάθηση (wide learning)», ανέφερε ο κ. Μερισότης. Σχετικά, ανέπτυξε τις τρεις διαστάσεις της πολύπλευρης μάθησης: τη χρονική, καθώς «η μάθηση ολοκληρώνεται σε ένα ευρύ χρονικό πλαίσιο, στη διάρκεια ολόκληρης της ζωής του ανθρώπου», την κοινωνική, καθώς οι μαθητευόμενοι διαφοροποιούνται με βάση τη φυλή, το έθνος, το γένος και ένα σύνολο παραγόντων - και τέλος το περιεχόμενο, όπου «αυτά που πρέπει να μάθουν οι άνθρωποι για να θεωρηθούν επιτυχημένοι στο οικοσύστημα ανθρώπινης εργασίας, αντιπροσωπεύουν ένα ευρύ πεδίο ικανοτήτων».

«Οι εργοδότες πρέπει να κατανοήσουν ότι το μέλλον βασίζεται στην ανθρώπινη εργασία. Οι εργασίες που θα εκτελούνται από μηχανές δεν αποτελούν ανθρώπινη εργασία. Πρέπει να εκτιμήσουν, να κατανοήσουν και να αναγνωρίσουν τις ανάγκες των εργαζομένων τους, να εξασφαλίσουν ότι μπορούν να αναπτύξουν τα ταλέντα τους στην καριέρα τους, να τους παρέχουν ευκαιρίες, ώστε να είναι ικανοποιημένοι από τη δουλειά τους», επισήμανε ο κ. Μερισότης.

Πηγή: ΑΜΠΕ