Skip to main content

ΤΕΞΑΠΡΕΤ: Νέο «σφυρί» για το συγκρότημα στο Καλοχώρι – Το άδοξο τέλος μιας βιομηχανίας

Ο πλειστηριασμός έχει προγραμματιστεί για τις 15 Φεβρουαρίου 2023 με τιμή εκκίνησης 3,93 εκατ. ευρώ. Η ιστορία 142 ετών του άλλοτε κορυφαίου βαφείου.

Σε νέο πλειστηριασμό οδηγείται το μεγάλο βιομηχανικό συγκρότημα της ΤΕΞΑΠΡΕΤ στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για το «απομεινάρι» ενός εκ των κορυφαίων βαφείων-φινιριστηρίων της χώρας, συμφερόντων της οικογένειας Καρασσό, που λειτούργησε επί δεκαετίες, αλλά είχε άδοξο τέλος.

Το νέο σφυρί αναμένεται να χτυπήσει στις 15 Φεβρουαρίου 2023 με τιμή εκκίνησης, αυτή τη φορά, 3.935.808 ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι ο αρχικός πλειστηριασμός έγινε στις 20 Οκτωβρίου 2021 με τιμή εκκίνησης 5 εκατ. ευρώ, και ήταν άγονος, ενώ προγραμματίστηκε επαναληπτικός για τις 13 Απριλίου 2022 με την τιμή να έχει υποχωρήσει στα 3,25 εκατ. ευρώ.

Τώρα με βάση νεότερη έκθεση εκτίμησης η τιμή πρώτης προσφοράς είναι αυξημένη κατά περίπου 700.000 ευρώ. Επισπεύδουσα είναι η Do Value Greece, ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της Eagle Issuer Designated Activity Company, εν προκειμένω ειδικής διαδόχου της Εθνικής Τράπεζας, ενώ το συνολικό ποσό της απαίτησης ανέρχεται σε 1.004.374,61 ευρώ.

Τι βγαίνει στο σφυρί

Το συγκρότημα αναπτύσσεται επί γωνιακού γηπέδου συνολικής επιφάνειας 64.051 τ.μ. στην άτυπη βιομηχανική ζώνη της περιοχής του Καλοχωρίου του Δήμου Δέλτα στη Θεσσαλονίκη.

Τμήμα του ακαλύπτου επιφάνειας περίπου 8.000 τ.μ. είναι ασφαλτοστρωμένο και τμήμα περίπου 3.000 τ.μ. χαλικοστρωμένο, ενώ υφίστανται επίσης γεφυροπλάστιγγα και δίκτυα ομβρίων.

Το ενιαίο γήπεδο διαθέτει περίφραξη από τοιχίο οπλισμένου σκυροδέματος με μεταλλικό κιγκλίδωμα καθώς και τρεις μεταλλικές πόρτες εισόδου-εξόδου.

Οι κτιριακές εγκαταστάσεις ανεγέρθηκαν σταδιακά την περίοδο 1973-1990 και περιλαμβάνουν χώρους παραγωγής, αποθήκευσης και γραφείων, βοηθητικούς χώρους και δεξαμενές.

Συγκεκριμένα:

-Εργοστάσιο-ισόγειος χώρος παραγωγής επιφάνειας 10.368 τ.μ. από σκελετό οπλισμένου σκυροδέματος, με στοιχεία πλήρωσης από οπτοπλινθοδομή, κελυφωτή πλάκα οροφής, μεταλλικά κουφώματα και βιομηχανικό δάπεδο.

-Εργοστάσιο – ισόγειος χώρος παραγωγής επιφάνειας 4.320 τ.μ. που βρίσκεται σε επαφή και είναι αντίστοιχης κατασκευής με το προηγούμενο.

-Εργοστάσιο – ισόγειος χώρος παραγωγής επιφάνειας 1.065,60 τ.μ. που βρίσκεται σε επαφή με τα προηγούμενα, αλλά είναι χαμηλότερου ύψους.

-Ισόγειες αποθήκες συνολικής επιφάνειας 540 τ.μ. από σκελετό οπλισμένου σκυροδέματος, με στοιχεία πλήρωσης από οπτοπλινθοδομή και μεταλλική στέγη με επικάλυψη από λαμαρίνα.

-Διώροφο κτίριο γραφείων συνολικής επιφάνειας 4.051,60 τ.μ. από σκελετό οπλισμένου σκυροδέματος, στοιχεία πλήρωσης από οπτοπλινθοδομή (επιχρισμένη μόνο στο βόρειο τμήμα), επικάλυψη στέγης από πλάκα οπλισμένου σκυροδέματος και εξωτερικά κουφώματα αλουμινίου στο βόρειο τμήμα και μεταλλικά στο νότιο τμήμα.

-Ισόγεια αποθήκη-γραφεία επιφάνειας 87,45 τ.μ. σε επαφή με το κτίριο γραφείων.

-Ισόγειες αποθήκες-γραφεία συνολικής επιφάνειας 1.730 τ.μ. που είναι ανεξάρτητες από τον κεντρικό κτιριακό όγκο.

-Διάφορα ανεξάρτητα από τον κεντρικό κτιριακό όγκο ισόγεια βοηθητικά κτίσματα, όπως λεβητοστάσιο, φυλάκιο, αποθήκες, χώρο Η/Μ εγκαταστάσεων κ.α.

-Λοιπές κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα που αφορούν δύο ανοικτές δεξαμενές βιολογικού καθαρισμού με τις αντίστοιχες εγκαταστάσεις (φρεάτια, κλπ), τρεις κλειστές πλακοσκεπείς δεξαμενές καθώς και τις βάσεις των δεξαμενών υγραερίου και της μεταλλικής δεξαμενής αποταμίευσης θερμού ύδατος.

Όπως σημειώνεται, το συγκρότημα είναι κενό τα τελευταία χρόνια και ως εκ τούτου η συντήρησή του κρίνεται ελλιπής, χωρίς ωστόσο να παρατηρούνται σημάδια καθαιρέσεων ή αποξηλώσεων.


Τα χαρακτηριστικά της περιοχής

Κατά την έκθεση εκτίμησης, η περιοχή λόγω εύκολης πρόσβασης, αλλά της εγγύτητας στη Θεσσαλονίκη και τις εγκαταστάσεις του λιμανιού αναπτύχθηκε σημαντικά μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000, συγκεντρώνοντας μεγάλο αριθμό κτιρίων με χρήση βιοτεχνίας-βιομηχανίας, χονδρεμπορίου και διαμετακόμισης. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε αρκετά υψηλές αξίες γης, με την κύρια μορφή επενδύσεων να αφορά την αγορά κενών γηπέδων και τη μετέπειτα ανέγερση κτιρίων ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε χρήστη. Ωστόσο την προηγούμενη δεκαετία, η γενικότερη οικονομική ύφεση έφερε κατακόρυφη πτώση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός κτιρίων να παραμένουν κενά και οι αξίες να είναι αισθητά μειωμένες σε σχέση με τις προ κρίσης εποχές.

Η σχετική αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος την προηγούμενη 3-4ετία και πριν τις πρόσφατες εξελίξεις που σχετίζονται με την πανδημία Covid-19 επέφερε σταθεροποιητικές τάσεις, ωστόσο η προσφορά εξακολουθεί να υπερκαλύπτει τη ζήτηση. Έτσι, στην παρούσα φάση οι αγοραπωλησίες υφιστάμενων επαγγελματικών κτιρίων είναι ελάχιστες, με τις τιμές πώλησης να κυμαίνονται κατά κανόνα σε επίπεδα χαμηλότερα της υλικής αξίας.

Το συγκρότημα της ΤΕΞΑΠΡΕΤ βρίσκεται δίπλα στις εγκαταστάσεις των διυλιστηρίων των ΕΛΠΕ σε περιοχή χαρακτηρισμένη ως «περιοχή μη οχλούσας βιομηχανίας-βιοτεχνίας».

Η ιστορία, η άνοδος και η πτώση

Η οικογένεια Καρασσό ήταν μια από τις παλαιότερες και πλέον ισχυρές εβραϊκές οικογένειες της Θεσσαλονίκης, που άφησε τη «σφραγίδα» της και με την ομώνυμη Στοά της συμπρωτεύουσας όπου ακόμη και σήμερα αποτελεί το «κέντρο» για την εμπορία κλωστών, κουμπιών και άλλων ειδών κλωστοϋφαντουργίας.

Η δραστηριοποίηση της στον κλάδο των βαφείων χρονολογείται από το 1880, όταν ο Ιάκωβος Καράσσο ίδρυσε ένα από τα πρώτα βαφεία που λειτούργησαν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης για νήματα “τσιλέ” (κούκλες), κάλτσες και ρούχα. Η επιχείρηση βρισκόταν αρχικά στην οδό Αγίου Νικολάου, ενώ αργότερα στην στενή τότε οδό Αριστοτέλους μέχρι την καταστροφή των εγκαταστάσεων της κατά την μεγάλη πυρκαγιά του 1917.

Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην οδό Βασιλέως Πέτρου 64 (την σημερινή οδό Σκρα, πίσω από την εκκλησία της Αγ. Σοφίας), που αποτελούσε τότε μια μικρή βιομηχανική ζώνη της εποχής.

Κατά τη δεκαετία του 1920 το βαφείο εκσυγχρονίσθηκε όταν εισήλθε στην επιχείρηση ο γιος του ιδρυτή, Ιωσήφ Καράσσο, που έφερε νέα μηχανήματα, ενώ αρκετά από αυτά τα κατασκεύαζε ο ίδιος.

Το 1935 επειδή η περιοχή αναπτυσσόταν οικιστικά, η εταιρεία μεταφέρθηκε σε άλλο σημείο επί της οδού 26ης Οκτωβρίου. Στη διάρκεια της κατοχής το βαφείο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και αργότερα καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς.

Μετά τον πόλεμο, το 1945, η εταιρεία άρχισε να λειτουργεί ξανά και από το 1972 μεταφέρθηκε στις εγκαταστάσεις του Καλοχωρίου, ενώ το 1985 έγινε η μετατροπή της σε Ανώνυμη Εταιρεία με μετοχικό κεφάλαιο 425 εκατ. δρχ.

Ακολούθησαν σημαντικές επενδύσεις μέσω των οποίων υπερδιπλασίασε την έκταση των εγκαταστάσεών της και με συνεχείς αγορές νέου εξοπλισμού αύξησε τη δυναμικότητα της και την ποικιλία των παρεχομένων υπηρεσιών της, με αποτέλεσμα να καταστεί ένα από τα κορυφαία βαφεία φινιριστήρια της χώρας.

Το 1998 μάλιστα οι μετοχές της ξεκίνησαν να διαπραγματεύονται στην Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Είναι ενδεικτικό ότι το 2000 η ΤΕΞΑΠΡΕΤ έκανε κύκλο εργασιών ύψους 1,491 δισ. δρχ. με κέρδη προ φόρων 82,4 εκατ. δρχ.

Όλα αυτά μέχρι την είσοδο της χώρας στην πολυετή περιπέτεια της οικονομικής κρίσης, όταν άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Έτσι, στα τέλη του 2009 η διοίκηση ανακοίνωσε ότι οι συνθήκες στην αγορά ετοίμου ενδύματος ήταν τέτοιες, που αναγκάζεται να κατεβάσει τους διακόπτες στη μονάδα του Καλοχωρίου.

Οι 90 περίπου εργαζόμενοι οδηγήθηκαν στην ανεργία, ενώ η διοίκηση επιχείρησε αφενός να αξιοποιήσει τα ακίνητα της εταιρείας, αφετέρου προχώρησε σε δανεισμό για την πληρωμή των αποδοχών και αποζημιώσεων του προσωπικού.

Η «Χημικοτεχνική Επεξεργασία Προϊόντων Κλωστοϋφαντουργίας-ΤΕΞΑΠΡΕΤ Α.Ε.», με τον διακριτικό τίτλο «Αφοί Καρασσό Βαφεία Λευκαντήρια» παραμένει έως σήμερα ενεργή με πρόεδρο την Εύα Καρασσό, ενώ τον Απρίλιο του 2020 το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης απέρριψε την αίτηση που είχε καταθέσει (από τον Ιανουάριο του 2019) το Ελληνικό Δημόσιο, ζητώντας να διαταχθεί η λύση της.

Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα οικονομικά αποτελέσματα για τη χρήση 01/07/2017 έως 30/06/2018 η ΤΕΞΑΠΡΕΤ είχε κύκλο εργασιών 35.803,01 ευρώ (έναντι 43.386,50 ευρώ την προηγούμενη χρήση), καταγράφοντας ζημιές 279.711,34 ευρώ και με το σύνολο των υποχρεώσεων (κυρίως τραπεζικά δάνεια) να φτάνουν τα 8,23 εκατ. Ευρώ.

Πηγή: newmoney.gr

Φωτογραφία: newmoney.gr