Skip to main content

Μπορούμε να συνηθίσουμε να ζούμε με την τρομοκρατία;

Δεν διαλύουν μόνον τα κράτη, αλλά γεμίζουν με φόβο τους λαούς που να δέχονται αδιαμαρτύρητα αλλοίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος

Συνηθισμένος τίτλος στις εφημερίδες της υφηλίου ότι ο τρόμος επέστρεψε στην Ευρώπη. Δεν νομίζω ότι επέστρεψε, επειδή απλώς δεν έφυγε ποτέ. Το ζήτημα είναι κατά πόσο μπορούν και θέλουν οι ηγέτες των μεγάλων χωρών να εξαλειφθεί η τρομοκρατία, με αυτήν την μορφή των τζιχαντιστών.

Είναι προφανές ότι πολλοί δεν μπορούν, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που δεν θέλουν, αφού εξυπηρετούνται τα σχέδιά τους, μάλιστα δε εξόπλισαν και ενδυνάμωσαν τρομοκρατικές ομάδες για επίτευξη σκοπών, επειδή δεν έπρεπε να εμφανισθούν τα κράτη τους επισήμως ως ενισχυτές τρομοκρατικών ενεργειών.

Από την άλλη πλευρά, ακούω συνεχώς πολιτικούς αναλυτές να υποστηρίζουν πως οι «μεγάλοι» έχουν κάνει πολλά λάθη και πρέπει να τα διορθώσουν. Μού είναι αδύνατο να κατανοήσω αυτόν τον συλλογισμό, που δεν εκτείνεται πέραν του γραφείου του αναλυτή. Δηλαδή, όλοι εμείς έχουμε την ευφυία να αντιληφθούμε τα λάθη των μεγάλων, αυτοί όμως -να δεχθώ ότι είναι περιορισμένης πνευματικής αντίληψης- έχουν δεκάδες συμβούλους υψηλής αντίληψης, οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται τα λάθη;

Και αν πρόκειται περί λαθών, πόσες φορές πρέπει να επαναληφθεί ένα λάθος, ώστε να γίνει κατανοητό, και να αλλάξει ο σχεδιασμός; Λάθος στην Τυνησία, λάθος στην Λιβύη, λάθος με τους αδελφούς Μουσουλμάνους στην Αίγυπτο, λάθος στην Συρία και συνεχόμενα λάθη επί δεκαετίες σε Αφγανιστάν και Ιράκ. Έλεος, επί τέλους, με τις κοντόφθαλμες ή κατ’ εντολήν αναλύσεις περί λαθών.

Το ακραίο ισλάμ διαθέτει τους καταλληλότερους μαχητές για να επιτύχουν τους στόχους. Δεν διαλύουν μόνον τα κράτη, αλλά γεμίζουν με φόβο τους λαούς που να δέχονται αδιαμαρτύρητα αλλοίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος που επιτάσσει την προστασία της ιδιωτικής ζωής των ανθρώπων.

Προ ετών, θυμάμαι τον εκπρόσωπο της δημοτικής ομάδας του ΚΚΕ στην Θεσσαλονίκη, να ανεβαίνει στους στύλους και να σπάζει τις κάμερες που είχαν τοποθετηθεί από την Τροχαία, οι οποίες είχαν εμβέλεια λίγα μόνον μέτρα και μόνον επί της ασφάλτου. Θόρυβος μεγάλος είχε εγερθεί τότε. Σήμερα, μπαίνουν κάμερες και μέσα στις κρεβατοκάμαρές μας, γίνονται γνωστά τα πάντα που αφορούν την προσωπική ζωή μας, και τα δεχόμαστε όλα αδιαμαρτύρητα, ίσως μάλιστα και με ικανοποίηση, επειδή δήθεν θα μας προστατεύσουν από τρομοκρατικές ενέργειες.

Που όχι μόνον δεν μας προστατεύουν, ούτε φυσικά οι στρατιώτες στους δρόμους των ευρωπαϊκών πόλεων (φαινόμενο που παρατηρούσαμε μόνο σε λατινοαμερικανικές χώρες με τις συνεχείς δικτατορίες). Ο δε Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, προειδοποίησε για μακρά μάχη: «Έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια μακρά μάχη, γιατί ο εχθρός θα συνεχίσει να επιτίθεται», δήλωσε.

Σε αντιδιαστολή, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, είπε την ανοησία του, και ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών στο Παρίσι: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με την τρομοκρατία». Πρόκειται φυσικά για παραδοχή ήττας, αντί να στείλει αισιόδοξο και αποφασισιτκό μήνυμα στους πολίτες.

Τέτοιες δηλώσεις, ενδεικτικές πολιτικών που μιλούν ανούσια, απλώς για να φανούν αρεστοί στο ακροατήριό τους, έγιναν από πολλούς. Ξεχωρίζω αυτήν του ημέτερου υπουργού Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά, ο οποίος από το βήμα της Ολομέλειας της Βουλής, είπε: «Τέτοια χτυπήματα αντί να κάμπτουν το δημοκρατικό αίσθημα, το ενισχύουν». Ποιων δημοκρατικό αίσθημα ενισχύουν; Των ηγετών; Του λαού; Δεν έχει αντιληφθεί πως μετά από κάθε τρομοκρατικό κτύπημα οι ηγέτες αφαιρούν κάτι από τα ατομικά δικαιώματα; Ούτε έχει αντιληφθεί πως οι λαοί το δέχονται με ανακούφιση, και με την ελπίδα πως δεν θα βρεθούν στην θέση των θυμάτων;

Δεν κατηγορώ ούτε αυτούς τους ηγέτες, ούτε τους λαούς. Η κατάσταση που δημιουργήθηκε οδηγεί εκ τους ασφαλούς σε περιστολή των ατομικών δικαιωμάτων. Το ζήτημα είναι πως έγινε «μόδα». Η μια τρομοκρατική ομάδα, ή ο ένας μοναχόλυκος επιχειρεί να ξεπεράσει τους προηγούμενους. Και αφού είναι αποφασισμένοι να πεθάνουν δεν μπορεί να προβλεφθούν οι κινήσεις τους. Δεν τους ενδιαφέρει η επίγεια ζωή, επειδή ως πιστοί, πραγματικοί πιστοί, θέλουν να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο, αφού ο «άλλος» που τους περιμένει είναι γεμάτος απολαύσεις. Υπάρχει προηγούμενο με τους Ασασίνους, την εποχή των Σταυροφοριών.

Το ζήτημα είναι πολυσύνθετο. Πέραν της κοινωνικής, πολιτικής αλλά και εθνοτικής διάστασης, δεν έχω αμφιβολία -άλλωστε πολλές φορές έχω αναφερθεί παλαιότερα- πως υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα που ευνοούν την τρομοκρατία (εντός ή εκτός εισαγωγικών).

Θα πρέπει να επανέλθουμε σ’ αυτό το θέμα.