Skip to main content

Θεσσαλονίκη: 100 + 1 χρόνια ΕΚΘ- Η ιστορία του συνδικαλισμού στην πόλη

Η ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης και η ίδρυση της ΓΣΕΕ ήταν αποτέλεσμα σημαντικών κοινωνικοπολιτικών διεργασιών.

Η επετειακή εκδήλωση- συναυλία χθες για τα εκατό χρόνια της ΓΣΕΕ στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και για τα εκατόν ένα χρόνια από την ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης ήταν αφιερωμένη στην πάλη και στους αγώνες της εργατικής τάξης, στις διαχρονικές διεκδικήσεις της, στις ιστορικές παρακαταθήκες της.

Επίσης είναι μια καλή αφορμή για την ανάδειξη των αιτιών, των γεγονότων, των ρευμάτων, των ιδεών, που συνέβαλαν στη γέννηση και στην ανάπτυξη της οργανωμένης συνδικαλιστικής δράσης στη χώρα.

Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ του ΑΠΕ - ΜΠΕ, η ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης το 1917, με την 166/1917 διοικητική απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και η ίδρυση της ΓΣΕΕ τον Οκτώβριο του 1918 (και του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος- ΣΕΚΕ αρχές Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου) ήταν αποτέλεσμα σημαντικών κοινωνικοπολιτικών διεργασιών στην Ελλάδα, που ασφαλώς δεν ήταν αποκομμένες από τις μεγάλες αλλαγές και τις γενικότερες ιστορικές και πολιτικές ανακατατάξεις προς το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο.

Η αυξανόμενη επιρροή των σοσιαλιστικών ιδεών, ταυτόχρονα με την ενδυνάμωση του εργατικού κινήματος σε όλη την Ευρώπη, αλλά και το ξέσπασμα, τον ίδιο χρόνο, της Ρωσικής Οκτωβριανής Επανάστασης, αναμφίβολα, επιτάχυναν τις εξελίξεις. Η έξοδος της χώρας από τον Μεγάλο Πόλεμο και από τον «εθνικό διχασμό», το γενικότερο ιδεολογικοπολιτικό κλίμα, οι διεκδικήσεις που συμβάδιζαν με έναν ανερχόμενο αστικό εκσυγχρονισμό με χαρακτηριστικά ένταξης εργασίας, πυροδοτούσαν και ενίσχυαν μια μεγαλύτερη αυτοσυνειδησία των εργατικών στρωμάτων και τη θέληση τους για οργανωμένους αγώνες, πολιτικούς και κοινωνικούς, με στόχο, είτε την ανατροπή του «άδικου» κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, είτε απλώς τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας.

Σε τοπικό επίπεδο, στη Θεσσαλονίκη, το έδαφος ήταν ακόμη πιο πρόσφορο. Ήταν έντονη η επίδραση της παρουσίας, των τεχνολογικών εφαρμογών και των υποδομών των στρατευμάτων της Αντάντ. Η μεγάλη πυρκαγιά του 1917 έδωσε το έναυσμα για την αλληλοβοήθεια των φτωχότερων στρωμάτων και την αστική ανοικοδόμηση. Η έλευση των προσφύγων το 1922 ενίσχυσε την απαίτηση για οργάνωση, διεύρυνε τα συνδικάτα, συνέβαλε περαιτέρω στον ριζοσπαστισμό τους και μάλιστα μέσα στο 1923, για λίγους μήνες απαγορεύτηκε η δράση τους και χτυπήθηκαν σκληρά οι απεργίες.

Η «Φεντερασιόν» αναδύεται μέσα από τις «λέσχες» εργαζομένων διαφόρων εθνοτήτων

Στη Θεσσαλονίκη προϋπήρχε επίσης η «μαγιά»: ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων διαφόρων εθνοτήτων και ειδικοτήτων, τα επαγγελματικά σωματεία τους και ήδη από το 1909 και η πρώτη, πανελλαδικά, εργατική ομοσπονδία, η «Φεντερασιόν», η οποία είχε πρωτοστατήσει -και πριν από την απελευθέρωση της πόλης- σε εργατικές κινητοποιήσεις με ταξικά χαρακτηριστικά και με δυναμικές διεκδικήσεις.

Η Θεσσαλονίκη, ήδη, από την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας ήταν μια πόλη πολυεθνοτική, διέθετε ένα πολύβουο λιμάνι - πύλη της Βαλκανικής και μια σημαντική βιοτεχνική, μεταποιητική, εμπορική δραστηριότητα. Στη Β. Ελλάδα κυριαρχούσαν τα καπνεργοστάσια και οι καπναποθήκες, αλλά επίσης άνθιζε σταδιακά και η κλωστοϋφαντουργία, οι υπηρεσίες, οι μεταφορές με την εμφάνιση στους δρόμους των πρώτων αυτοκινήτων, των τραμ, κ.α.

Η «Φεντερασιόν» δημιουργήθηκε από τις «λέσχες» εργαζομένων διαφόρων εθνοτήτων, κυρίως της εβραϊκής και της βουλγαρικής, οι οποίες ζούσαν και δραστηριοποιούνταν στην πόλη, σχεδόν μια δεκαετία πριν από την ίδρυση της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ (κατοπινό ΚΚΕ το 1924). Ήταν η πρώτη Εργατική Ομοσπονδία, η «Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης», η οποία πρωτοστάτησε σε συλλαλητήρια και απεργίες - πριν και μετά την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς - εξέδιδε την Εφημερίδα του Εργάτου και την εφημερίδα Αβάντι (ως το 1936) και τα ιδρυτικά μέλη της με προεξάρχοντα τον Αβραάμ Μπεναρόγια, Γιονά, Αδρίτι, κ.α. διώχθηκαν και φυλακίστηκαν αρκετές φορές. Η Φεντερασιόν πρωτοστάτησε στην ίδρυση του ΕΚΘ, όπως και στις εξελίξεις που οδήγησαν στην ίδρυση της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ το 1918.

Η ίδρυση του ΕΚΘ και οι δράσεις του ως τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Το ΕΚΘ ιδρύθηκε το 1917 και στεγάστηκε αρχικά στην οδό Φλωρίνης, πάροδο Σωκράτους 5. Το 1919 μετακόμισε σε ένα διώροφο κτίριο στην οδό Αγίου Δημητρίου 129. Στη στέγη του κυμάτιζε μια τεράστια κόκκινη σημαία. Διέθετε αίθουσα συνεδριάσεων, ωδείο, εστιατόριο, μπουφέ και κάθε βράδυ προσέλκυε εργάτες που συζητούσαν τα προβλήματά τους και οργάνωναν τη δράση του. Αργότερα, μετακόμισε στη Φράγκων 11.

«Η Προσωρινή Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης του Βενιζέλου, θέλοντας να έχει με το μέρος της τους εργάτες στην αντιπαράθεσή της με το βασιλιά, αλλά και γιατί έτσι εξυπηρετούνταν οι εθνικές επιδιώξεις στο εξωτερικό, πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει Εργατικό Κέντρο» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ιστορικός Κώστας Φουντανόπουλος και συνεχίζει: «Η σύσκεψη έγινε στο γραφείο του επιθεωρητή εργασίας Ι. Αναπλιώτη στα 1917 και πήραν μέρος ελληνικά και εβραϊκά σωματεία της πόλης. Η σύνταξη του καταστατικού ανατέθηκε στους σοσιαλιστές. Η συνέλευση για την επικύρωση του καταστατικού έγινε στα γραφεία της Φεντερασιόν, όπου εγκρίθηκε τελικά μετά από πολλές συζητήσεις. Τα σωματεία που υπέγραψαν το εγκεκριμένο καταστατικό - που δυστυχώς δεν διασώζεται - ήταν συνολικά ένδεκα».

Από την αρχή, διαμορφώθηκαν δύο παρατάξεις στο ΕΚΘ, η μια «σοσιαλιστική» που επηρεαζόταν από τη «Φεντερασιόν» και η άλλη «συντηρητική», που «συσπείρωνε τους βενιζελικούς και τους βασιλικούς μαζί» λέει ο κ. Φουντανόπουλος. Οι μεταξύ τους σχέσεις μεταξύ τους αρχικά ψυχρές βελτιώθηκαν κάπως μετά την μεγάλη πυρκαγιά του 1917, όταν έδρασαν από κοινού για την διεκδίκηση βοήθειας για τους πυρόπληκτους. «Όπως μαρτυρεί ο Μπεναρόγιας, έφερε τα ελληνικά στελέχη του Κέντρου στην ιδεολογική επιρροή της Φεντερασιόν» τονίζει ο κ. Φουντανόπουλος.

Το ΕΚΘ, ήδη από τα μέσα του 1918, δραστηριοποιήθηκε για τη δημιουργία μιας ενιαίας κεντρικής συνδικαλιστικής οργάνωσης μαζί με τα Εργατικά Κέντρα Αθηνών και Πειραιώς ενώ συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΕΕ, εκπροσωπώντας 22 συνδικάτα με 22.000 εργάτες.

«Η πολιτική του κατεύθυνση ήταν ήδη σοσιαλιστική, η Πάλη των Τάξεων αποτελούσε βασική αρχή συνδικαλιστικής οργάνωσης και πολιτικής δράσης του ΕΚΘ και των σωματείων του» τονίζει ο κ. Φουντανόπουλος και συμπληρώνει: «Μετά τα γεγονότα της Πρωτομαγιάς του 1919, το ΕΚΘ διαφοροποιήθηκε από τις ενέργειες του προέδρου της ΓΣΕΕ Ευ. Μαχαίρα και της βενιζελικής πλειοψηφίας και συντάχθηκε με την ομάδα των σοσιαλιστών, που έκαναν έδρα τους την Αθήνα. Συμμετείχε μάλιστα στο δεύτερο συνέδριο της ΓΣΕΕ που οργάνωσε η σοσιαλιστική επιτροπή Αθηνών, ψηφίζοντας την οργανική σύνδεση με το κόμμα της εργατικής τάξης. Η διάσπαση όμως της ΓΣΕΕ δεν ήταν δυνατόν να μην έχει παρενέργειες και στο ΕΚΘ. Διαγράφτηκαν εκείνα τα στελέχη που συντάχθηκαν «με τους γνωστούς αντεργάτες του Πειραιά» τονίζει ο κ. Φουντανόπουλος.

Γενικός γραμματέας του ΕΚΘ στα έτη 1917-1918 ήταν ο καπνεργάτης Παναγιώτης Ζέκος. Μετά, για μια δεκαετία, επικεφαλής του ΕΚΘ θα είναι ο Γρηγόρης Παπανικολάου, ιδρυτικό στέλεχος του ΚΚΕ και βουλευτής το 1926. Από το 1919 ως το 1924 ακολουθεί η συρρίκνωση της δύναμης του, από δεκαεννιά σε δώδεκα σωματεία, εξαιτίας ιδεολογικών διαμαχών και διαφορών. Ταυτόχρονα αναπτύσσονται και οργανώνονται διασπαστικές κινήσεις, όπως το «Εθνικό Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης(1923)», το «Συντηρητικό Εργατικό Κέντρο» (1925), το Πανεργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (1926), το «Πανυπαλληλικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (1928).

Από το 1929 και για μια διετία το ΕΚΘ στεγάζεται στην Αριστοτέλους, ένα χρόνο στην αγορά Βλάλη και από το 1934 ως το 1937 στη συμβολή των οδών Σπανδωνή και Βενιζέλου. Το 1926 ιδρύει τον αθλητικό σύλλογο «Εργατικός Αστήρ» διαθέτει «Λέσχη» στην Εγνατία, στη συμβολή με την οδό Βενιζέλου. Θεατρικές παραστάσεις δίνονται στο θέατρο του, δύο φορές τη βδομάδα, υπό τον διευθυντή και σκηνοθέτη, Τάκη Μουζενίδη. Στη δεκαετία του 1930 συντονίζει το δίκτυο «Εργατική Βοήθεια» για τη στήριξη φυλακισθέντων συνδικαλιστών, εργατών, και πολιτικών κρατουμένων. Το 1937 αποκτά τη δική του στέγη στο Μέγαρο Τέτου στην πλατεία Αριστοτέλους, με Ολύμπου. Αργότερα, κτίζεται το σημερινό σύγχρονο κτίριο στο οποίο στεγάζεται μέχρι σήμερα.

Μεσοπόλεμος: Οι συγκρούσεις των συνδικαλιστικών παρατάξεων δημιουργούν πολλά «εργατικά κέντρα» στη Θεσσαλονίκη

Οι συγκρούσεις των συνδικαλιστικών παρατάξεων στη διάρκεια του μεσοπολέμου είχαν οδηγήσει στη δημιουργία πολλών «Εργατικών Κέντρων» στη Θεσσαλονίκη. Από τις αρχές του 1933 συζητούνταν έντονα στη Θεσσαλονίκη η δημιουργία ενός «ενιαίου μετώπου» όλων των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Η προσπάθεια είχε ξεκινήσει από την Ενωτική ΓΣΕΕ και στη Θεσσαλονίκη προωθούνταν από το ΕΚΘ.

«Το κομμουνιστικό ΕΚΘ κάλεσε όλα τα άλλα Εργατικά Κέντρα της πόλης σε σύσκεψη στα γραφεία του τον Απρίλιο του 1933 για να συζητηθούν οι παράμετροι της εργατικής ενοποίησης» λέει ο κ. Φουντανόπουλος και συνεχίζει: «Εκείνα όμως, και ιδιαιτέρως το Πανεργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης των Ανεξάρτητων Εργατικών Συνδικάτων, φάνηκαν δύσπιστα και θεώρησαν τις προτάσεις του ΕΚΘ τέχνασμα του ΚΚΕ για να επωφεληθεί πολιτικά».

Το αποτέλεσμα ήταν να μην αποδώσει τελικώς η προσπάθεια για τη δημιουργία ενιαίας συνδικαλιστικής έκφρασης μέχρι και την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936.

Ο Μάης του ΄36, η κορυφαία στιγμή του συνδικαλιστικού κινήματος στο μεσοπόλεμο

Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο εκρηκτική στις αρχές της δεκαετίας του '30, με την εκδήλωση της μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης (1929-33), η οποία συνοδεύτηκε και από πολιτική αστάθεια, εθνικούς ανταγωνισμούς, όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και διόγκωση της ύφεσης διεθνώς, με τη δική μας χώρα να οδηγείται σε χρεοκοπία και τα εργατικά στρώματα να βυθίζονται ακόμη περισσότερο στην ανέχεια, την ίδια ώρα, που ορισμένα τμήματα της εγχώρια αστικής τάξης συνέχιζαν να ευημερούν.

Στη μόνιμη έκθεση της Ιστορίας του ΕΚΘ, στο κτίριο του Κέντρου, μπορεί κάποιος να δει τους σημαντικότερους σταθμούς της ιστορίας του, μέχρι και την κατοχή, με έμφαση στα γεγονότα του μεσοπολέμου.

Η σημαντικότερη εξέγερση της εργατικής τάξης στο μεσοπόλεμο για τη διεκδίκηση καλύτερων απολαβών και συνθηκών εργασίας (σ.σ. ο τότε πρωθυπουργός και μετέπειτα δικτάτορας Ι. Μεταξάς υποστήριζε ότι ήταν πολιτικώς υποκινούμενη) έμεινε στην ιστορία ως, ο Εργατικός «Μάης του '36».

Η εξέγερση ξεκίνησε από τα καπνομάγαζα της πόλης, όπου υπήρξε τεράστια κινητοποίηση των εργαζομένων και επεκτάθηκε σε όλο το κέντρο της πόλης. Η δολοφονία του αυτοκινητιστή Τάσου Τούση πυροδότησε σοβαρά επεισόδια και πορεία ως το Διοικητήριο (έγινε η έμπνευση για τον «Επιτάφιο» του Γ. Ρίτσου, που μελοποίησε ο Μ. Θεοδωράκης) και η κινητοποίηση εξαπλώθηκε από άκρη σε άκρη, με χιλιάδες ανθρώπους να συρρέουν από τις γειτονιές στο κέντρο της πόλης. Στις κινητοποιήσεις συμμετείχαν λιμενεργάτες, καπνεργάτες, αρτεργάτες, μυλεργάτες, εργάτες πλεκτηρίων, ιματισμού, επισιτισμού, ηλεκτρισμού, δέρματος, κουρείς, τραμβαγέρηδες, αυτοκινητιστές, κ.α. που υπολογίστηκαν σε πάνω από εικοσιπέντε χιλιάδες.

Οι συγκρούσεις με τη χωροφυλακή εξελίσσονται σε αιματοχυσία. Νεκροί, οι: Β. Σταύρου, Ιντο Σενόρ, Γ. Πανόπουλος, Δ. Αγλαμίδης, Σαλβατόρ Ματαράσο, Δημ. Λαϊλάνης, Σ. Διαμαντόπουλος, Γιάννης Πιτάρης, Ευθύμης Μάνος, Μανώλης Ζαχαρίου, Αναστασία Καρανικόλα. Η πόλη για αρκετές ημέρες τελούσε «υπό εργατικό έλεγχο», όπως ανέφεραν εφημερίδες της εποχής.

Ο Μάης του 1936 ήταν, αναμφίβολα, η ηρωικότερη στιγμή του εργατικού κινήματος στην πόλη. Για την αντιμετώπιση της εξέγερσης στάλθηκε ένα σύνταγμα στρατού από τη Λάρισα, ενώ κατέπλευσε και μια μοίρα του ναυτικού στο λιμάνι της πόλης.

 Η γερμανική κατοχή και οι θάνατοι από πείνα αποδυναμώνουν το εργατικό κίνημα

Μετά τον Μάη του '36 το εργατικό κίνημα στην πόλη αποδυναμώθηκε σημαντικά, κυρίως λόγω των ιστορικών εξελίξεων που ακολούθησαν, όπως η γερμανική κατοχή, ο αποδεκατισμός μεγάλου μέρους του εργατικού δυναμικού από την πείνα και τις στερήσεις, ο ολοκληρωτικός αφανισμός της εβραϊκής κοινότητας και στη συνέχεια ο εμφύλιος πόλεμος και η επιβολή μετεμφυλιακά αυταρχικότερης διακυβέρνησης στη χώρα, κ.α.

Στην εποχή της δικτατορίας του Μεταξά οι παλιές διοικήσεις θα παυτούν, το ΕΚΘ θα μετονομαστεί σε Εθνικό Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, όπως και η ΓΣΕΕ σε Ε(θνική)ΣΕΕ, λέει ο κ. Φουντανόπουλος.

«Λίγο πριν από την απελευθέρωση από τη γερμανική κατοχή τον Σεπτέμβριο του 1944, ο πρόεδρος του ΕΚΘ Δημήτρης Θεοδώρου (1942-44) παραδίδει στο Εργατικό-ΕΑΜ» λέει ο επιμελητής της μόνιμης έκθεσης για την Ιστορία του ΕΚΘ, Νίκος Κόλιας Μαραντζίδης και συνεχίζει : «Ξεκινάει προς το τέλος της κατοχής, μια περίοδος έντασης και διενέξεων μεταξύ των συνδικαλιστικών παρατάξεων, φυλακίσεις, διώξεις συνδικαλιστικών στελεχών, εκπροσώπων και τελικά το 1945 το ΕΚΘ καταλαμβάνεται από την 81η Στρατιωτική Διοίκηση και την αστυνομία. Το 1946 καταλαμβάνεται από το Εθνικό Μέτωπο Εργαζομένων (ΕΜΕ) του Δημήτρη Θεοχαρίδη. Εκείνη την εποχή, το 1946, με την 2318/1946 μετονομάζεται από «Εργατικόν» σε «Εργατουπαλληλικόν Κέντρο Θεσσαλονίκης. Ο Θεοδώρου, μετεμφυλιακά, θα επιστρέψει στην ηγεσία του ΕΚΘ και θα έχει ενεργό ρόλο, μέχρι και την εποχή της δικτατορίας».

Το ΕΚΘ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Στη διάρκεια της κατοχής το συνδικαλιστικό κίνημα εκφράζεται κυρίως μέσα από το Εργατικό ΕΑΜ. Μετά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο σημαντικά στελέχη του συνδικαλιστικού κινήματος (κομμουνιστικής ιδεολογίας) εκτοπίστηκαν, διώχθηκαν, φυλακίστηκαν, ή ακολούθησαν το δρόμο προς τις πρώην σοσιαλιστικές λαϊκές δημοκρατίες. Η αυξανόμενη πίεση του μετεμφυλιακού κράτους και η «πατερναλιστική» διάθεση του προς τις εργατικές ενώσεις οδήγησαν σε σημαντικό βαθμό στον έλεγχο του συνδικαλιστικού κινήματος, με παρεμβάσεις στην εκλογή διοικήσεων, με κατηγορίες για «εργοδοτικό» συνδικαλισμό, με αμφιλεγόμενη αντιπροσώπευση και πρακτικές, ως προς την πραγματική υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Στη μεταπολίτευση, ωστόσο, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα και με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ενεργοποιούνται, λόγω και του πολιτικού κλίματος και των δυνάμεων που εντάσσονται πιο μαζικά στα συνδικάτα, σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση οι δυνάμεις της εκπροσώπησης της εργασίας.

«Πέρασε μια περίοδος εκδημοκρατισμού τον συνδικάτων και η ολοκλήρωση ήρθε με το νόμο 1264/81, με την ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα τους και της δυναμικής τους» αναφέρει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του ΕΚΘ Παναγιώτης Τσαραμπουλίδης.

Ο κ. Τσαραμπουλίδης υπογραμμίζει ότι στη διάρκεια της μεταπολίτευσης παρατηρήθηκε μια «έντονη παραταξιοποίηση» και «κομματικοποίηση» πλευρών του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά παρόλα αυτά το εργατικό κίνημα κατάφερε να αναπτύξει μηχανισμούς και δράσεις που διεύρυναν τους ορίζοντες του (καταναλωτικές ενώσεις, πολιτιστικές δομές, κ.α.) και να πετύχει σημαντικές κατακτήσεις για τους εργαζόμενους, ενώ ακόμη και κατά τη διάρκεια των μνημονίων με τους αγώνες του, κατάφερε να συγκρατηθούν μια σειρά από δικαιώματα, όπως 13ο και 14ο μισθός στον ιδιωτικό τομέα, επίδομα γάμου και τέκνων, τριετίες, κ.α.

«Νομίζω, ότι κανείς θα ήθελε να φανταστεί ένα κόσμο χωρίς συνδικάτα» λέει ο κ. Τσαραμπουλίδης και προσθέτει : «Άρα, εκ των πραγμάτων, ο θεσμικός τους ρόλος είναι απαραίτητος, ακόμη και οι πιο κακοπροαίρετοι το αποδέχονται. Τα συνδικάτα είναι ζωντανοί θεσμοί, κάθε τρία χρόνια γίνονται εκλογές. Δεν έχουμε υποστείλει τη σημαία των διεκδικήσεων για καλύτερες αποδοχές και απολαβές για τους εργαζόμενους».

Το 33ο συνέδριο του ΕΚΘ θα διεξαχθεί από τις οκτώ ως τις έντεκα Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη.