Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Πληθυσμός και κοινωνικά χαρακτηριστικά σε 10 δήμους - Στο 70% η ιδιοκατοίκηση

Την εικόνα της λεγόμενης «ευρύτερης περιοχής Θεσσαλονίκης» αποτυπώνει η μελέτη για το ειδικό πολεοδομικό σχέδιο του παραλιακού μετώπου.

Σημαντικά συμπεράσματα, με κυριότερο εκείνο της αστικότητας, αλλά και της συνεχούς μείωσης του πληθυσμού, εξάγονται για το ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, από τη μελέτη που έγινε για το ειδικό πολεοδομικό σχέδιο για το παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης.

Οι μελετητές κατέγραψαν αναλυτικά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της περιοχής που καταλαμβάνουν δέκα δήμοι, οι οποίοι συνθέτουν τη λεγόμενη «ευρύτερη περιοχή Θεσσαλονίκης».

Πρόκειται για τους δήμους Δέλτα, Αμπελοκήπων – Μενεμένης, Παύλου Μελά, Νεάπολης – Συκεών, Κορδελιού – Ευόσμου, Θεσσαλονίκης, Καλαμαριάς, Θέρμης, Πυλαίας – Χορτιάτη και Θερμαϊκού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την απογραφή του 2011 της ΕΛΣΤΑΤ, ο μόνιμος πληθυσμός της περιοχής αυτής ανέρχεται σε 973.741 άτομα, με το μεγαλύτερο ποσοστό να ανήκει στον δήμο Θεσσαλονίκης (33,395) και το δεύτερο μεγαλύτερο στον δήμο Κορδελιού – Ευόσμου (10,45%). Ως εκ τούτου, ο μόνιμος πληθυσμός στο αμιγώς πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης υπολογίζεται σε περίπου 790.000 πολίτες.



Αναφορικά με την οικογενειακή κατάσταση των κατοίκων υπερτερούν όσοι ανήκουν στην κατηγορία των έγγαμων ή με σύμφωνο συμβίωσης ή σε διάσταση, με συνολικό ποσοστό 48,25%. Ακολουθούν οι άγαμοι (41,48%), οι χήροι (7%) και οι διαζευγμένοι (3%).

Σημαντική είναι και η καταγραφή του μορφωτικού επιπέδου των κατοίκων. Το μεγαλύτερο ποσοστό, σύμφωνα με τη μελέτη, καταγράφουν οι απόφοιτοι Λυκείου (26,62%), ενώ αρκετά σημαντικό είναι το ποσοστό όσων κατ' ελάχιστο ολοκλήρωσαν σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (20,91%), δεδομένου ότι σε επίπεδο χώρας το ποσοστό αυτό δεν υπερβαίνει το 17%. Αρκετά υψηλό καταγράφεται και το ποσοστό αποφοίτων Δημοτικού (18,22%), ενώ όσοι εγκατέλειψαν το Δημοτικό, αλλά γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση ή ολοκλήρωσαν την προσχολική αγωγή χωρίς να γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση είναι σε ποσοστό 9,62%.

Σύμφωνα πάντα με τη μελέτη ποσοστό 93,56% του πληθυσμού της ευρύτερης περιοχής είναι Έλληνες υπήκοοι, ενώ το 7,78% έχει (και ή μόνο) ξένη υπηκοότητα. Από όσους έχουν ξένη υπηκοότητα μόλις το 15,41% προέρχεται από χώρες της ΕΕ, ενώ το υπόλοιπο 84,59% από λοιπές χώρες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία για τα νοικοκυριά (εξαιρουμένων των οικονομικών δεδομένων, διότι έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια και δεν υπάρχουν νεότερα στοιχεία, που να αποτυπώνουν την κατάσταση στην τρέχουσα διάστασή της).

Το μέσο μέγεθος νοικοκυριού στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, όπως αναφέρεται, ισούται με 2,49 μέλη ανά νοικοκυριό, μέγεθος που είναι χαμηλότερο από το εθνικό (2,55) , της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (2,58) και του νομού Θεσσαλονίκης (2,53). Εν μέρει το μικρό μέγεθος νοικοκυριού για την αστική περιοχή της Θεσσαλονίκης μπορεί να αποδοθεί στον μεγάλο αριθμό φοιτητών που προέρχονται από άλλες περιοχές. Η πλειονότητα των νοικοκυριών αποτελείται από ένα ή δυο μέλη (ποσοστά περίπου 28%).



Από τις συνολικά 382.846 κατοικίες που καταγράφονται στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, το 70% περίπου είναι ιδιοκατοικούμενες και το υπόλοιπο 30% ενοικιαζόμενες ή άλλου τύπου κυριότητας. Το ποσοστό των ιδιοκατοικούμενων είναι χαμηλότερο από το εθνικό (73,20%), της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (75,75%) και του νομού Θεσσαλονίκης (71,44%). Ως προς την πυκνότητα κατοικήσεως, το μεγαλύτερο ποσοστό (35,36%) καταγράφουν οι κατοικίες στις οποίες αντιστοιχεί επιφάνεια κατοικίας 45 τ.μ. ανά κάτοικο ή και μεγαλύτερη, ενώ σημαντικό ποσοστό (33,88%) αντιστοιχεί και στην κατηγορία «15 - 29 τ.μ. ανά κάτοικο».



Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, μόλις το 11,71% αντιστοιχεί σε μονοκατοικία, αποτυπώνοντας και αυτό την αστικότητα της περιοχής μελέτης. Ως προς τον αριθμό δωματίων, το 45,25% των κανονικών κατοικιών διαθέτουν τρία δωμάτια και το 27,12% δύο δωμάτια. Ο μέσος αριθμός δωματίων ανέρχεται σε περίπου 2,9 ανά κανονική κατοικία.



Όσον αφορά στην κατάσταση των κατοικιών, το 74,08% είναι κατοικούμενες και το 25,92% κενές. Από τις τελευταίες, περίπου το 43% διατίθενται προς ενοικίαση ή πώληση, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 30% αποτελούν δευτερεύουσες κατοικίες.



Τα στοιχεία είναι όλα από την ΕΛΣΤΑΤ, που σημαίνει ότι είναι επίσημα, όμως είναι βασισμένα στην απογραφή του 2011 κι όχι στην πρόσφατη του 2021, όπου θα δούμε τις όποιες αλλαγές συντελέστηκαν μέσα σε δέκα χρόνια, χωρίς να αναμένονται σημαντικές ειδικά στους συγκεκριμένους δείκτες.