Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Γιατί η εστίαση πρέπει να μείνει ανοιχτή στην πανδημία

Γιατί είναι εσφαλμένη η καθολική απαγόρευση λειτουργίας της εστίασης λόγω του κορωνοϊού - Η ειδική περίπτωση της Θεσσαλονίκης

Το ξέρω, είναι κάπως παράδοξο, υπό αυτά τα επιδημιολογικά δεδομένα της Θεσσαλονίκης, να αμφισβητεί κάποιος την αναγκαιότητα του μέτρου να μπει λουκέτο (και) στην εστίαση. Ενδεχομένως να θεωρηθεί έως και... ύποπτο, υποκινούμενο από κρυφά, ανομολόγητα ιδιοτελή συμφέροντα. Όμως πιστεύω ότι η καθολική απαγόρευση λειτουργίας της εστίασης είναι εσφαλμένη. Και όταν λέω εστίαση, εννοώ αποκλειστικά και μόνο τα καταστήματα στα οποία σερβίρεται φαγητό, όπου δεν υπάρχουν όρθιοι, ούτε και ζωντανή μουσική.

Θα εστιάσω σε μερικούς, μόνον, βασικούς λόγους για τους οποίους η εστίαση θα έπρεπε να μείνει ανοιχτή, πέρα από τους τετριμένους (ανεργία, λουκέτα κ.λπ.) οι οποίοι ισχύουν και για πάμπολλους άλλους κλάδους.

1. Κύρια επιδίωξη των περιοριστικών μέτρων είναι η περιστολή της μετάδοσης του covid-19. Στις δέκα αιτίες τις οποίες μπορεί να επικαλεστεί κανείς για την ραγδαία εξάπλωση του κορωνοϊού στην Θεσσαλονίκη, αλλά και αλλού, η εστίαση βρίσκεται αρκετά χαμηλά στη σχετική λίστα. Συμμετέχει, αλλά ελάχιστα.

Βεβαίως δεν υπάρχουν ακριβή στατιστικά στοιχεία τα οποία να το επιβεβαιώνουν, όπως δεν υπάρχουν άλλωστε και για τη συμμετοχή των Μέσων Μαζικής Μετακίνησης στην εκτίναξη των κρουσμάτων. Αρκεί όμως, η κοινή λογική. Παρατηρώντας τα καταστήματα εστίασης είναι φανερό πως στη συντριπτική πλειονότητά τους, τηρούν τα μέτρα. Τουλάχιστον τους τελευταίους έναν με δύο μήνες, η συμμόρφωση είναι σχεδόν απόλυτη. Επιπλέον δεν έχουν ορθίους, άρα σπανίως θα προκληθεί συνωστισμός, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα ΜΜΜ, στα μπαρ, στα κλαμπ κ.ο.κ.

2. Η εμπειρία της πρώτης καραντίνας έδειξε ότι πλάι στα οφέλη μιας τέτοιας επιλογής όσον αφορά τον έλεγχο της πανδημίας, μετράμε και μια σειρά επιπτώσεις, μεταξύ των άλλων και στην ψυχική μας υγεία. Επιπτώσεις οι οποίες, μάλιστα, εκτείνονται σε μακρό χρονικό ορίζοντα. Υπό αυτή την έννοια, η εστίαση μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά, σαν βαλβίδα ασφαλείας, μετριάζοντας κάπως το ψυχολογικό φορτίο που συνεπάγονται οι απόλυτοι περιορισμοί.

3. Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη, η εστίαση είναι άρρηκτα συνυφασμένη, όχι μόνο με την οικονομία της, αλλά και με την ταυτότητά της. Κλείνοντας την εστίαση, δεν παραλύουν μόνον εστιατόρια, ταβέρνες και μεζεδοπωλεία. Συμπαρασύρουν ταυτόχρονα και μια σειρά άλλους κλάδους, από προμηθευτές έως και ξενοδοχεία. Κυρίως, όμως, ακυρώνεται ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της πόλης, που είναι η γαστρονομία της. Αλοιώνεται η ταυτότητά της.

Βεβαίως, όπως απέδειξε το lockdown της περασμένης άνοιξης, οι οριζόντιες, καθολικές απαγορεύσεις είναι πάντα πιο εύκολες στη διαχείρισή τους. Αυτό δεν σημαίνει όμως, πως είναι και οι πλέον ενδεδειγμένες. Εν προκειμένω, η εστίαση, υπό τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα, μπορεί να λειτουργήσει με ασφάλεια. Έστω με τις προβλεπόμενες αποστάσεις, έστω με μόνον τέσσερα άτομα ανά παρέα, έστω στα βουβά, χωρίς καθόλου μουσική, έστω ακόμη και έως τις 9 το βράδυ. Το γκρίζο είναι πάντοτε καλύτερο από το απόλυτο μαύρο.

Υ.Γ. Υπό ανάλογες, αυστηρές προϋποθέσεις, μπορούν να λειτουργήσουν επίσης, κινηματογράφοι και θέατρα.