Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Τα μεγάλα έργα καταλύτης για τη διάσωση της οικονομίας

Πρέπει άμεσα να βρούμε απαντήσεις σε όσα καθυστερούν την υλοποίηση των έργων, για να σώσουμε την παρτίδα στη νέα οικονομική κρίση που έρχεται.

Στην υλοποίηση των μεγάλων δημόσιων έργων θα στραφεί το ενδιαφέρον τα επόμενα χρόνια, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία του κορωνοϊού.

Μια σειρά από σχεδιαζόμενες υποδομές είναι αυτές που, εφόσον εξελιχθούν και από το χαρτί περάσουν στην πράξη, μπορούν να δώσουν απάντηση σε μια σειρά προβλημάτων, που όλοι οι αρμόδιοι και οι πολίτες βλέπουν να έρχονται.

Οι ιδιωτικές επενδύσεις για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων ο παράγοντας του μεγάλου ρίσκου σε εποχές περιορισμένης κατανάλωσης και κυκλοφορίας χρήματος, είναι μια ελπίδα που δύσκολα θα γίνει πράξη. Μακάρι να είναι τόσες και τόσο σημαντικές, που θα μπορέσουν να αφήσουν έντονο αποτύπωμα στην τοπική κοινωνία, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και παράγοντας εισόδημα. Ωστόσο, αυτό με τα σημερινά δεδομένα φαντάζει εξαιρετικά επισφαλές.

Η κυβέρνηση αλλιώς τα υπολόγιζε πριν από ένα χρόνο κι αλλιώς ήρθαν. Η πανδημία ανέτρεψε τα πάντα. Αν κάτι μπορεί με σχετική ασφάλεια να σώσει την παρτίδα και μάλιστα εγκαίρως είναι οι δημόσιες επενδύσεις, που θα στηρίξουν και τον ιδιωτικό τομέα, μέσα από την αλυσίδα της οικονομίας, σπάζοντας το διαφαινόμενο σπιράλ της ύφεσης.

Στη Θεσσαλονίκη, εφόσον καταστεί δυνατό να τρέξουν σημαντικά πρότζεκτ, που ήδη έχουν δρομολογηθεί, θα μπορέσει να σταθεί η τοπική οικονομία και να στηριχθεί το εισόδημα των εργαζομένων και των νοικοκυριών.

Εάν και εφόσον συνεπώς σύντομα μπορέσει να ξεκινήσει η ανάπλαση της ΔΕΘ, το νέο γήπεδο της Τούμπας, η οδική και σιδηροδρομική σύνδεση του λιμανιού με τα αντίστοιχα δίκτυα, το εμπορευματικό κέντρο, το fly over στην περιφερειακή οδό, η ενοποίηση του παραλιακού μετώπου, το ThessIntec, η πλατεία Διοικητηρίου, η ανάπλαση της παλιάς παραλίας, τα μεγάλα οδικά έργα προς Χαλκιδική και Έδεσσα, τα αντιπλημμυρικά έργα και μια σειρά από άλλες υποδομές, τότε θα μπορέσει η κοινωνία οικονομικά να κρατηθεί όρθια και να διατηρηθεί ζωντανός και ο ιδιωτικός τομέας.

Όλα αυτά προϋποθέτουν κρατικό και ευρωπαϊκό χρήμα. Με τα σημερινά δεδομένα το κρατικό χρήμα, δηλαδή πρωτίστως το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, γνωρίζουμε ότι θα είναι εξαιρετικά μειωμένο. Το βάρος συνεπώς πέφτει στα κονδύλια του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης.

Εκεί υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα ζητήματα τα οποία οφείλει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.

Πρώτο από αυτά είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών απορρόφησης των κονδυλίων. Οι σημερινές διαδικασίες δεν διευκολύνουν τα πράγματα. Αντιθέτως είναι χρονοβόρες, δαιδαλώδεις, αποκλείουν πολλούς και χρειάζεται άμεσα να διορθωθούν. Είναι προφανές ότι θεσπίστηκαν για να θωρακίσουν την ορθή αξιοποίηση των κονδυλίων και να βάλουν φρένο σε φαινόμενα κατασπατάλησης των πολύτιμων πόρων, κατασκευής ημιτελών έργων, παράβασης της νομοθεσίας, με κυρίαρχη του περιβάλλοντος κτλ. Σε συνθήκες όπως οι σημερινές προφανώς και δεν περιορίζεται αυτή η ανάγκη, όμως είναι ακόμη πιο αναγκαίο να βρεθούν τρόποι επιτάχυνσης της υλοποίησης των έργων. Δηλαδή τρόποι για να ξεπεραστεί η γραφειοκρατία. Άρα η τομή, η μεταρρύθμιση, βρίσκεται στη χαρτούρα κι όχι στο πεδίο. Έχουμε παράδειγμα γι' αυτό: οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004. Χρειαζόμαστε fast track λογικές, διότι ήδη βρισκόμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και η νέα οικονομική κρίση θα μπει εμφατικά το αμέσως επόμενο διάστημα στην καθημερινότητά μας.

Δεύτερο ζήτημα που πρέπει να διευθετήσει η κυβέρνηση είναι το σχέδιο αξιοποίησης των πόρων. Αυτή τη στιγμή είναι σε εξέλιξη ο σχετικός διάλογος στη βάση του προσχεδίου της επιτροπής Πισσαρίδη. Εφόσον όλα εξελιχθούν βάσει προγράμματος τον Οκτώβριο θα έχουμε ένα σχέδιο και μια σαφή κατεύθυνση για την αξιοποίηση των πόρων. Είναι σαφές ότι θα απαιτηθεί το πρώτο διάστημα και μέχρι να ξεκινήσουν τα αναπτυξιακά έργα στήριξη της κοινωνίας με επιδόματα και επιχορηγήσεις. Αυτά όμως δεν παράγουν πλούτο, σε αντίθεση με τα έργα υποδομής. Εάν αντιμετωπίσουμε τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας και δεν κοιτάξουμε την προστιθέμενη αξία των όποιων παρεμβάσεων, τότε θα έχουμε χάσει το τρένο. Οι πόροι είναι συγκεκριμένοι, είναι αρκετοί όπως φαίνεται, αλλά θα αποδειχθούν εξαιρετικά λίγοι εάν δεν βρεθεί το σωστό μίγμα ανάμεσα στη στήριξη και την ανάπτυξη.

Το τρίτο ζήτημα, που θεωρώ εξίσου κρίσιμο, είναι η επένδυση στην εργασία και στην επιχειρηματικότητα. Εκεί έχουν επενδυθεί διαχρονικά πολλά κονδύλια. Δυστυχώς με πολύ περιορισμένο αποτέλεσμα. Κάτι γίνεται λάθος. Κι αυτό το λάθος οφείλουν να το διορθώσουν άμεσα όλοι οι εμπλεκόμενοι. Το να αντιγράφουμε τις ευρωπαϊκές πρακτικές χωρίς να τις προσαρμόζουμε στα εγχώρια δεδομένα είναι ένα ζητούμενο. Όπως επίσης ζητούμενο είναι οι εθνικές πολιτικές να προσαρμόζονται σε τοπικό επίπεδο. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που αυτό δε γίνεται, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιούνται τα διαφορετικά συγκριτικά πλεονεκτήματα περιοχών.

Χρόνος πλέον δεν υπάρχει για αναβολές και ατέρμονο διάλογο. Η χώρα χρειάζεται εθνικό σχέδιο και μια ευρεία συμφωνία για να αντιμετωπίσει μια νέα κρίση, που έρχεται χωρίς να έχουμε ανακάμψει από την προηγούμενη δεκαετή.

Ενδεχόμενη απώλεια χρημάτων και ευκαιριών θα είναι εγκληματική και θα υποθηκεύσει το μέλλον όλων μας. Όπως και ενδεχόμενες καθυστερήσεις... Και η Θεσσαλονίκη οφείλει να πιέσει, ώστε να αρχίσουν τα έργα, που επί δεκαετίες συζητάμε και παραμένουν σε επίπεδο ιδεών, μελετών, χαρτιών.