Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Οι θετικές προοπτικές μέσα από τον καθρέφτη των Βρυξελλών

Ο επικεφαλής εκπρόσωπος Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εμφανίστηκε σίγουρος ότι τα πράγματα θα πάνε καλά για τη Θεσσαλονίκη. Είναι όμως έτσι;

Όσοι παρακολουθούν συστηματικά τις παρεμβάσεις του κ. Μαργαρίτη Σχοινά για τη Θεσσαλονίκη έχουν τη δυνατότητα να διαπιστώσουν ότι τα τελευταία χρόνια παραμένει συνεπής στις απόψεις του. Ο επικεφαλής εκπρόσωπος Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος κατάγεται από τη Χαλκιδική, αλλά είναι πολιτογραφημένος Θεσσαλονικιός από μικρό παιδί, επαναλαμβάνει την αισιοδοξία του για το μέλλον της ευρύτερης Κεντρικής Μακεδονίας και του Βορειοελλαδικού Τόξου. Στην τελευταία του ομιλία, στο δείπνο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, ο Μ. Σχοινάς εμφανίστηκε και πάλι σίγουρος ότι τα πράγματα θα πάνε καλά. Ή τουλάχιστον καλύτερα. Ο ίδιος υπογράμμισε τρία βασικά σημεία, στα οποία εδράζονται οι αισιόδοξες προβλέψεις του για τη Θεσσαλονίκη:

Πρώτον, το γεγονός ότι μετά από δεκαετίες συγκρούσεων και ταραχών, όλες πλέον οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων στοχεύουν σε μια ευρωπαϊκή πορεία.

Δεύτερον, ότι βρισκόμαστε μόνο λίγους μήνες μακριά από την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη ζώνη του Σένγκεν, κάτι που «θα καταργήσει κάθε είδους διασυνοριακών ελέγχων και θα ανοίξει μια ζώνη 35 εκατ. κατοίκων, από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο».

Τρίτον, μετά από χρόνια «βλακωδών αντιδράσεων» πέρασαν σε ιδιώτες το λιμάνι και το αεροδρόμιο της πόλης, που μπορούν να καταστούν κρίκοι που θα ενισχύσουν την οικονομική προοπτική της Θεσσαλονίκης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πράγματα είναι έτσι. Ή –έστω- κάπως έτσι, αφού καθένα από τα τρία συγκεκριμένα αφηγήματα βρίσκεται σε εξέλιξη μεν, σε αρχικό στάδιο δε. Οπότε δεν έχουν καταστεί ακόμη ορατές οι θετικές συνέπειες τους για την πόλη, την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής, που πιθανότατα θα προκύψουν. Το, πλέον, αξιοσημείωτο, όμως, της επιχειρηματολογίας Σχοινά είναι ότι και οι τρεις εξελίξεις που επικαλείται έχουν δρομολογηθεί και κινούνται ερήμην της Θεσσαλονίκης και των πολιτών της, οι οποίοι ελάχιστο ενδιαφέρον δείχνουν.  Είναι η ιστορία και η γεωγραφία που συνδράμουν την πόλη -για μία ακόμη φορά- εν απουσία της, εάν όχι εν αγνοία της. Διότι ούτε η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, ούτε η χερσαία ενοποίηση των περιοχών από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο με την κοινοτική έννοια του όρου απασχολούν τους Θεσσαλονικείς.

Απόδειξη; Οι δυνατότητες αυτές είναι από ελάχιστα, οριακά και δευτερευόντως, έως καθόλου ενταγμένες στα αναπτυξιακά σενάρια που διαμορφώνουν τα τελευταία χρόνια οι τοπικοί φορείς. Όσο για την ιδιωτικοποίηση βασικών υποδομών της πόλης, συνάντησαν στην τοπική κοινωνία πολλές αντιδράσεις. Και για να είμαστε ειλικρινείς, η υλοποίηση τους προχώρησε με αφορμή την κρίση, την ύφεση που ακολούθησε και την υποχρεωτικότητα των Μνημονίων.

Έθιξε και δύο ακόμη θέματα για τη Θεσσαλονίκη ο κ. Σχοινάς στην ομιλία του. Διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει διασύνδεση εκπαίδευσης – καινοτομίας – αγοράς, αλλά και ότι ως τουριστικός προορισμός η πόλη δεν έχει διασυνδεθεί με την υπόλοιπη Κεντρική Μακεδονία (Χαλκιδική, Όλυμπος, Βεργίνα, Πέλλα, Άγιον Όρος). Και στα δύο έχει απόλυτο δίκιο. Κατά σύμπτωση και τα δύο «περνούν» από φορείς της Θεσσαλονίκης. Από την ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα το πρώτο και από την αυτοδιοίκηση –κυρίως- το δεύτερο. Για τα μεν ελληνικά πανεπιστήμια η σχέση με την αγορά εξακολουθεί να είναι περίπου… ποινικοποιημένη, κάτι που ισχύει σε σημαντικό βαθμό στη Θεσσαλονίκη και αποτρέπει πολλές επιχειρήσεις να εμπλακούν. Οι εξαιρέσεις που υπάρχουν και είναι λαμπρές, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Όσο για τον τουρισμό είναι γνωστές οι αδυναμίες που υπάρχουν και οφείλονται κατά βάσιν στην ασυνεννοησία των εμπλεκομένων φορέων (Δήμος, Περιφέρεια, Οργανισμός Τουριστικής Προβολής & Μάρκετινγκ, Επιμελητήρια κ.λπ.). Η απουσία συνεργασίας περιορίζει τις προσπάθειες που γίνονται λίγο πολύ στις γνωστές κινήσεις, που έχουν περισσότερο πολιτικό, παρά επαγγελματικό χαρακτήρα. Και συνακόλουθα περιορισμένα αποτελέσματα.     

«Η Θεσσαλονίκη αρέσει πολύ, η πόλη έχει πλέον ένα θετικό πρόσημο και ένα ολοένα διευρυνόμενο brand name, καθώς καταφέρει να αναδείξει τις ιστορικές και κοινωνικές της ιδιαιτερότητες», τόνισε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης ο κ. Σχοινάς, ο οποίος υπογράμμισε επίσης ως πλεονέκτημα, την ασφάλεια που υπάρχει στη Θεσσαλονίκη. Σωστά κι αυτά.

Επομένως το θετικό αφήγημα για την πόλη υπάρχει και πιθανόν κάποιος που βλέπει τα πράγματα από μακρύτερα να έχει καλύτερη αντίληψη της μεγάλης εικόνας. Ακόμη κι αν οι εντυπώσεις του αποτελούν προσλαμβάνουσες εξ αντανακλάσεως σε καθρέφτη. Ειδικά για τον τουρισμό, την εξωστρέφεια και τον κοσμοπολιτισμό της Θεσσαλονίκης, η υπόθεση θυμίζει το business plan μιας επένδυσης, που πάντα στα χαρτιά είναι ελπιδοφόρο, αλλά η ρεαλιστική του αξία μένει να αποδειχθεί στην πράξη, μέσω των απαντήσεων σε τρεις βασικές ερωτήσεις. Η πρώτη: Ποιο μάνατζμεντ θα το εφαρμόσει και θα το διαχειριστεί; Η δεύτερη: Θα ανταποκριθούν οι πελάτες; Και η τρίτη: Θα ευνοήσει το ευρύτερο περιβάλλον στη υλοποίηση του σχεδιασμού; Εν προκειμένω βρισκόμαστε ακόμη στη διαμόρφωση του σχεδίου για την αναγνωρισιμότητα και τη διεθνή προβολή της Θεσσαλονίκης, το οποίο όντως τείνει να καταστεί ελκυστικό, με βάση ορισμένα αντικειμενικά στοιχεία της πόλης.

Για τις τρεις ερωτήσεις, όμως, οι απαντήσεις -αν δεν είναι πρόωρες- είναι δύσκολες. Συνιστούν κανονική προφητεία. Και ως γνωστόν εις μάντης, ουδείς μάντης! Το βέβαιον είναι ότι ενόψει των εκλογών στην αυτοδιοίκηση σε λίγους μήνες, δεν υπάρχει περίπτωση για κοινές δράσεις, συνεργασίες και πρωτοβουλίες από τους εμπλεκόμενους. Δεν το έκαναν τόσα χρόνια, θα το κάνουν τους τελευταίους μήνες; Αν σε αυτή την πρακτική προσθέσει κανείς το χρόνο που θα χρειαστούν οι καινούριοι που θα εκλεγούν –ακόμη κι αν είναι παλιοί- να τα βρουν στα διάφορα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια, όπως επιβάλλει το νέο σύστημα της απλής αναλογικής, συν το διάστημα που θα χρειαστεί για τις απαιτούμενες συμφωνίες και το στήσιμο αποδοτικών δομών, αντιλαμβάνεται ότι θα περάσουν χρόνια! Όσο για τους πελάτες είναι βέβαιον ότι υπάρχουν, αρκεί το «παραμύθι της Θεσσαλονίκης», που είναι πολύ αληθινό αφού είναι παιδί της ιστορίας, να φτάσει με το σωστό τρόπο στ’ αφτιά τους.

Μέχρι τότε ας περιοριστούμε στα πρόσφορα της γεωγραφίας, στους από Βορράν και από Ανατολάς γείτονες. Αυτοί έτσι κι αλλιώς είναι γοητευμένοι, αφού γνωρίζουν τη Θεσσαλονίκη, σε ορισμένες περιπτώσεις καλύτερα και από τους ντόπιους.