Skip to main content

Μόνο με νέες ιδέες θα ανοίξουν ξανά τα άδεια μαγαζιά στο κέντρο

Τα πέντε βασικά συμπεράσματα για την κατάσταση με τα λουκέτα σε εμπορικά καταστήματα στους κεντρικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης.

Τα τελευταία πέντε χρόνια η εικόνα των κλειστών καταστημάτων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης παραμένει λίγο πολύ σταθερή, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας της ΕΣΕΕ που δημοσιεύθηκαν χθες. Το Μάρτιο του 2018 παραμένει εκτός αγοράς το 26,3% των μαγαζιών, δηλαδή κάτι παραπάνω από ένα στα τέσσερα, κάτι που ισχύει σταθερά –με μικρές διακυμάνσεις- από το Μάρτιο του 2014. Τα λουκέτα –σύμφωνα πάντα με την καταγραφή της ΕΣΕΕ- είχαν φτάσει στο υψηλότερο σημείο τους στα χρόνια των Μνημονίων το Σεπτέμβριο του 2013, όταν τα κλειστά καταστήματα ήταν το 28,5% όσων υπάρχουν στους δρόμους του κέντρου της Θεσσαλονίκης.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτουν κάποια βάσιμα συμπεράσματα, στα οποία κρύβονται οι πραγματικές εξελίξεις στην αγορά της Θεσσαλονίκης. Συμπεράσματα από τα οποία μπορούν να εξαχθούν εκτιμήσεις κοντά στην πραγματικότητα του μέλλοντος.

Πρώτον, το ποσοστό 25% – 26% των λουκέτων της αγοράς έχει ευθεία αναλογία με τις απώλειες του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος.

Δεύτερον, η Θεσσαλονίκη υποδέχεται αρκετούς επισκέπτες από το εξωτερικό, ο αριθμός των οποίων βαίνει αυξανόμενος τα τελευταία χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι η τοπική κατανάλωση έχει υποχωρήσει περισσότερο από την υποχώρηση του ΑΕΠ και η «ξένη» βοήθεια απλώς εξισορροπεί την κατάσταση.

Τρίτον, οι τιμές των ενοικίων, αλλά και των πωλήσεων, που στον συγκεκριμένο τομέα των καταστημάτων είναι ελάχιστες, έχουν υποχωρήσει σε σχέση με το 2009, κάτι που σημαίνει ακόμη μικρότερη οικονομική δραστηριότητα.

Τέταρτον, καταγράφεται διαφοροποίηση στις δραστηριότητες των καταστημάτων λιανικού εμπορίου που κλείνουν και εκείνων που ανοίγουν, με επιπτώσεις στον κύκλο εργασιών. Ενώ, δηλαδή, έχουν οδηγηθεί στο «λουκέτο» μαγαζιά με παραδοσιακή εμπορική δραστηριότητα, όπως είναι τα ρούχα και τα παπούτσια, αυξάνονται οι χώροι εστίασης και τα καταστήματα πώλησης τροφίμων. Υπάρχει, δηλαδή, αλλαγή στη φυσιογνωμία του εμπορίου σε αρκετούς δρόμους του κέντρου της Θεσσαλονίκης. Το επόμενο διάστημα οι επιχειρήσεις εστίασης και τροφίμων θα βρεθούν ενώπιον δύο προκλήσεων: Η μία, που είναι διαρκής, είναι η αύξηση των εγχώριων και ξένων επισκεπτών. Είτε από τις υπόλοιπες περιοχές του πολεοδομικού συγκροτήματος, είτε από την ενδοχώρα της Β. Ελλάδος, είτε από τα Βαλκάνια και άλλες ξένες χώρες η τόνωση της επισκεψιμότητας του κέντρου θα καθορίσει το μέλλον του εμπορίου στην περιοχή. Η δεύτερη πρόκληση που θα επηρεάσει την εικόνα είναι η λειτουργία μέσα στα επόμενα δύο χρόνια της αγοράς Μοδιάνο ως σύγχρονης αγοράς τροφίμων. Οι δεκάδες επιχειρήσεις που θα εγκατασταθούν εκεί εκτιμάται ότι θα αναπτύξουν ισχυρή δυναμική, αφενός προσελκύοντας καταναλωτές στο κέντρο και αφετέρου, κερδίζοντας τζίρο από τις υφιστάμενες στην περιοχή δραστηριότητες.

Πέμπτον, η λειτουργία του μετρό θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα για την αγορά, αφού θα διευκολύνει την πρόσβαση στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το μόνο που μένει να αποδειχθεί είναι ο βαθμός της θετικής επίδρασης, καθώς για πρώτη φορά η πόλη θα αποκτήσει σύγχρονο μέσο μαζικής μεταφοράς.   

Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει σενάριο επιστροφής στην εικόνα του 2009, όσον αφορά τα καταστήματα του κέντρου της Θεσσαλονίκης. Ή αν υπάρχει έχει ορίζοντα 15ετίας ή 20ετίας, δηλαδή εξαιρετικά μακρινό. Και πάντα υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομία της χώρας και της περιοχής θα βαδίζει διαρκώς έντονα ανοδικά. Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων ένα μαγαζί, που βρίσκεται σε κάποιον από τους δευτερεύοντες δρόμους του κέντρου –δηλαδή εκτός Τσιμισκή, Μητροπόλεως, Αγίας Σοφίας, Βενιζέλου, Εγνατίας και των παραδρόμων τους- το οποίο παραμένει επί πέντε, έξι ή επτά χρόνια ανοίκιαστο δεν έχει σχεδόν καμία προοπτική, εκτός κι αν υπάρξει αλλαγή χρήσης ή προσαρμογή εμπορικού ενδιαφέροντος. Το ποιες θα είναι οι νέες διέξοδοι γι’ αυτά τα επί της ουσία απαξιωμένα ακίνητα –εννοείται ότι αποκλείεται σχεδόν 100% η λύση της κατοικίας- αποτελεί εξίσωση με πολλούς αγνώστους, που για να βγει χρειάζεται προσπάθεια και καινούριες ιδέες. Πρόκειται για θέμα που ενδεχομένως θα άξιζε μιας σοβαρής μελέτης – εδώ χρηματοδοτούνται και ξαναχρηματοδοτούνται από διάφορες πλευρές μελέτες είτε για θέματα που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν, είτε για να πιστοποιηθούν αυτονόητες καταστάσεις. Στο κάτω κάτω πρόκειται για περιουσίες, που υποβαθμίζονται έως μηδενισμού εδώ και πολλά χρόνια.