Skip to main content

Θεσσαλονίκη:Το Γραφείο Πρωθυπουργού ως τρολάρισμα στην αναζήτηση ρόλου

Σε μια κατεύθυνση εξορθολογισμού των κρατικών δομών το «Μαξίμου της Θεσσαλονίκης» δε χρειάζεται. Ήταν το πρώτο που έπρεπε να καταργηθεί.

του Γιώργου Δώρα

Η Θεσσαλονίκη είναι χωριό. Ενδεχομένως κάπως μεγάλο, ίσως πολύ όμορφο, αλλά πάντως χωριό. Κάτι που πολύ απλά σημαίνει ότι η κοινωνία της συχνά ενδιαφέρεται περισσότερο για τις εντυπώσεις, παρά για την ουσία. Επίσης, ότι διατηρεί έναντι των πάσης φύσεως εξουσιών μια ανεξήγητη ευπιστία, που δεν δικαιολογείται από την πραγματικότητα. Δηλαδή τα «καθρεφτάκια» δεν της είναι αδιάφορα. Ταυτόχρονα διακρίνεται από εσωστρέφεια, που εξηγείται μόνο με ψυχαναλυτικούς όρους, καθώς μια ματιά στην ιστορία της πόλης θα οδηγούσε κάποιον να στοιχηματίσει –ματαίως!- στον κοσμοπολιτισμό της.  

Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθούμε και πάλι μια αλληλουχία περίεργων –στα όρια του παραλόγου- γεγονότων πέριξ του «περίφημου» Πρωθυπουργικού Γραφείου της Θεσσαλονίκης. Του «Μαξίμου της Θεσσαλονίκης», όπως το είχαν βαφτίσει στην κυβέρνηση Τσίπρα, η ύπαρξη του οποίου λειτουργεί κατά βάσιν ως… τρολάρισμα της κεντρικής εξουσίας σε μια συμπρωτεύουσα που μοιρολατρικά αναζητεί ρόλο στη σκιά της πρωτεύουσας και πουθενά αλλού. Σημειώστε:  

Όταν ιδρύθηκε το Γραφείο Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη, πριν από δύο περίπου χρόνια, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση της Νέας Δημοκρατίας άσκησε κριτική για τη δημιουργία μιας ακόμη γραφειοκρατικής και άνευ ουσίας δομής. Η αλήθεια είναι ότι η κριτική της δεν είχε ένταση, καθώς οι τοπικοί παράγοντες γνωρίζοντας την ψυχοσύνθεση της πόλης συνέστησαν αυτοσυγκράτηση, ώστε να μη κατηγορηθεί το κόμμα ότι αντιδρά σε μια κίνηση αναβάθμισης.   

Η λειτουργία του Γραφείου επί πρωθυπουργίας Τσίπρα απέδειξε το αυτονόητο. Ότι δε χρειαζόταν, τουλάχιστον για την πρωθυπουργική δουλειά. Ο κάθε πρωθυπουργός μπορεί να ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη όποτε θέλει, να πραγματοποιεί συναντήσεις και να λύνει επιτόπου όσο περισσότερα προβλήματα μπορεί. Κάτι που ασφαλώς είναι εξίσου εύκολο από την Αθήνα αρκεί –εκτός του να μπορεί- να θέλει κιόλας.

Το Γραφείο, όμως, απέδειξε ότι μπορεί να είναι χρήσιμο για προσωπικούς και κομματικούς λόγους, όπως φάνηκε από την πορεία της Κατερίνας Νοτοπούλου από το «Μαξίμου της Θεσσαλονίκης» στο υφυπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και την υποψηφιότητα για τον δήμο μέχρι και τα βουλευτικά έδρανα.

Στην προεκλογική περίοδο για τις εθνικές κάλπες της 7ης Ιουλίου η Νέα Δημοκρατία πρόβαλε την ανάγκη να δημιουργηθεί και στην πατρίδα μας ένα μικρότερο, ευέλικτο, παραγωγικό και με περιορισμένη γραφειοκρατία κράτος. Κάτι που έως ενός σημείου εφαρμόστηκε με την ψήφιση του πρώτου νομοσχεδίου για τον τρόπο διακυβέρνησης που ψηφίστηκε το βράδυ της περασμένης Τρίτης, λίγο μετά τη λήξη του αγώνα ΠΑΟΚ – Άγιαξ. Το πρωί της ίδιας ημέρας η νέα κυβέρνηση είχε ανακοινώσει την τοποθέτηση της κ. Μαρίας Αντωνίου στη θέση της υπευθύνου του Γραφείου για το επόμενο διάστημα, κάτι που σημαίνει ότι θα συνεχίσει τη λειτουργία του.

Ταυτόχρονα με την τοποθέτηση της κ. Αντωνίου ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο ως κόμμα, όσο και οι βουλευτές του στη Θεσσαλονίκη, τοποθετήθηκαν δημόσια ότι η συνέχιση της λειτουργίας του «Μαξίμου της Θεσσαλονίκης» αποδεικνύει τη χρησιμότητα του. Εν μέρει έχουν δίκιο, αφού ο κ. Μητσοτάκης τους έδωσε το δικαίωμα να πανηγυρίζουν. Άσχετα αν η χρησιμότητα ενός θεσμού δεν αποδεικνύεται μόνο από την ύπαρξη του, αλλά από τα αποτελέσματα που παράγει, τα οποία στην προκειμένη περίπτωση ήταν ανύπαρκτα. Όχι με την έννοια ότι δύο χρόνια τώρα κανείς δεν έκανε τίποτα, αλλά επειδή όλα όσα έγιναν στο συγκεκριμένο γραφείο θα μπορούσαν να γίνουν και χωρίς το γραφείο αυτό να υπάρχει. Μέσω της βασικής κυβερνητικής δομής που λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη, του υφυπουργείου Εσωτερικών – Μακεδονίας Θράκης.  

Χωρίς αμφιβολία ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιμετωπίζει προβλήματα στη Θεσσαλονίκη και στο χειρισμό πρωτίστως των εσωκομματικών του ζητημάτων, τα οποία λογικά μεταφέρονται, πλέον, στην κυβέρνηση και το κράτος. Ας μη ξεχνάμε πόσες αλλαγές έκανε σε σύντομο χρονικό διάστημα τα τελευταία χρόνια στην κορυφή της τοπικής κομματικής πυραμίδας. Ας μη ξεχνάμε τις παλινωδίες στην επιλογή υποψηφίου για τον δήμο Θεσσαλονίκης, που οδήγησε σε τραγικό για τη Νέα Δημοκρατία αποτέλεσμα. Ας μη ξεχνάμε, ακόμη, τις εμπλοκές στη διαμόρφωση του ψηφοδελτίου της Ν.Δ. στην Α΄ Θεσσαλονίκης, που είχαν ως συνέπεια ένα κακό αποτέλεσμα στις 7 Ιουλίου 2019. Στην πόλη του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή και ορισμένων πρωτοκλασάτων στελεχών και ισόβιων βουλευτών η Ν.Δ. κατέγραψε ένα από τα χειρότερα επί μέρους αποτελέσματά της ανά την επικράτεια.

Η σύνθεση της κυβέρνησης αποτελεί απόδειξη ότι ο ίδιος πήρε τα μηνύματα, πιθανόν να κατάλαβε και τι ακριβώς έφταιξε. Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να συμπεριλάβει ως εμβληματικό έργο για τη Θεσσαλονίκη ένα έργο περισσότερο εντυπώσεων και λιγότερο ουσίας. Η ανάπλαση της ΔΕΘ χρειάζεται, πρέπει να γίνει, αλλά επουδενί μπορεί να εκσυγχρονίσει και να αλλάξει το αναπτυξιακό και παραγωγικό μοντέλο της πόλης. Και τώρα το Γραφείο Πρωθυπουργού, το οποίο ο κ. Μητσοτάκης διατηρεί εν λειτουργία. Κι αυτό από έναν πολιτικό, που μάλλον δεν πολυσυμφωνεί ούτε καν με την ύπαρξη του υφυπουργείου Μακεδονίας – Θράκης, το οποίο προφανώς συντήρησε για συμβολικούς λόγους, δηλαδή για το όνομα. Διότι αν πίστευε στη χρησιμότητα του Μακεδονίας – Θράκης θα το μετέτρεπε σε κανονικό υπουργείο, κάτι που θα συνιστούσε ουσιαστική διοικητική και πολιτική αναβάθμιση της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης Βορείου Ελλάδος. Ένα υπουργείο με αρμοδιότητες τελικής υπογραφής και σοβαρό προϋπολογισμό. Σε αυτή την περίπτωση η συζήτηση θα είχε ουσία. Σήμερα με βάση το… Μαξίμου της Θεσσαλονίκης τα πράγματα πολύ δύσκολα θα ξεφύγουν από τη γραφικότητα του κλεισίματος κάποιων συναντήσεων και συσκέψεων. Κινήσεις για τις οποίες οι τηλεφωνικές συνεννοήσεις θα γίνονται από το γραφείο του 2ου ορόφου του κτηρίου του Διοικητηρίου που βλέπει προς την οδό Κασσάνδρου, στο οποίο στεγάζονται οι  συνεργάτες του πρωθυπουργικού Γραφείου και όχι από το γραφείο του 2ου ορόφου του κτηρίου του Διοικητηρίου που βλέπει προς την Αγίου Δημητρίου, όπου βρίσκεται ο υφυπουργός Μακεδονίας Θράκης και το επιτελείο του.

Λογικό συμπέρασμα: σε μια κατεύθυνση εξορθολογισμού των κρατικών δομών το «Μαξίμου της Θεσσαλονίκης» δε χρειάζεται. Ήταν το πρώτο που έπρεπε να καταργηθεί, χωρίς «να χάσει η Βενετιά βελόνι». Ενδεχομένως ταυτόχρονα με κάποιες ανακοινώσεις για τα σοβαρά προβλήματα της Θεσσαλονίκης, ώστε να υπογραμμιστεί η ουσία έναντι της λεζάντας και της… οφθαλμαπάτης. Από το μετρό, για το οποίο φαίνεται πως δεν υπάρχουν σταθερές και οριστικές ημερομηνίες ολοκλήρωσης του, και τον ΟΑΣΘ, που στην ουσία δε λειτουργεί, μέχρι τα αναπτυξιακά θέματα της περιοχής, που μαστίζεται από οικονομική υπανάπτυξη και κατέχει τον τίτλο της «πρωτεύουσας της ανεργίας».