Skip to main content

Τι αποδεικνύει η μικρή συμμετοχή στις κινητοποιήσεις εν μέσω ύφεσης

Το τελευταίο πραγματικά μεγάλο ανατρεπτικό κίνημα για ζητήματα της καθημερινότητας, εκδηλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλά για λάθος λόγο.

Μετά από δέκα περίπου χρόνια ύφεσης και πίεσης οι Έλληνες έχουν κουραστεί ακόμη και να διαμαρτύρονται. Αποδείχθηκε αυτό χθες, με τα χαμηλά ποσοστά στην γενική απεργία και τον μικρό αριθμό όσων αποφάσισαν να κατέβουν στις συγκεντρώσεις. Και πριν το 2009 η συμμετοχή σε απεργίες και συγκεντρώσεις ήταν περιορισμένη, αλλά τότε τα πράγματα για τους περισσότερους δεν ήταν ζόρικα, μάλλον κυριαρχούσαν αιτήματα «πολυτελείας» και συνθήματα «υπερβολής». 

Φαίνεται, όμως, πως ούτε τότε –πριν το 2009- ήταν έτσι τα πράγματα επί της ουσίας, ούτε σήμερα οι εξηγήσεις επαρκούν. Η λογική και ο νόμος της φύσεως λέει πως οι άνθρωποι αντιδρούν όταν πιέζονται από πραγματικά προβλήματα. Όμως μόνο όταν κάποιος –ή κάποιοι- ανάμεσα τους καταφέρει να οργανώσει αυτή την αντίδραση τότε το μήνυμα πολλαπλασιάζεται και αυξάνονται οι πιθανότητες στο τέλος της ημέρας να καταγραφεί κάποιο αποτέλεσμα. Σήμερα, λοιπόν, παρά το ότι τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά απ’ ότι μια δεκαετία πριν, η δημόσια αντίδραση των Ελλήνων παραμένει χαλαρή. Οι επαγγελματίες συνδικαλιστές προσπαθούν να πείσουν για την ανάγκη να υπάρξει «μαζική αντίδραση, που θα φέρει αποτέλεσμα», οι κολλημένοι ινστρούχτορες επιμένουν πως «για όλα φταίει το κεφάλαιο και ο καπιταλισμός», κάτι μάλλον προσωρινό αφού «έτσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη», ενώ τα μικρότερα κόμματα μετρούν τις δυνάμεις τους μέσα από προγράμματα επαναστατικής γυμναστικής στο πεζοδρόμιο. Εκ του αποτελέσματος συνάγεται ότι τα επιχειρήματα αυτά δεν πείθουν. Όχι μόνο σήμερα, εδώ και μια δεκαπενταετία τουλάχιστον. Το τελευταίο πραγματικά μεγάλο ανατρεπτικό κίνημα στην Ελλάδα για οικονομικά ζητήματα της καθημερινότητας –εξαιρούνται εθνικά ζητήματα, όπως το Σκοπιανό ή θεσμικά, όπως η μη αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες- εκδηλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 για λάθος λόγο. Ήταν τότε που εκατομμύρια Έλληνες –ανάμεσά τους και εν ενεργεία υπουργοί της τότε κυβέρνησης- συμμετείχαν σε κινητοποιήσεις κατά των αλλαγών Γιαννίτση - Σπράου στο ασφαλιστικό, οι οποίες τελικά ανατράπηκαν. Οι Έλληνες επέβαλαν θηριώδης συντάξεις στα 50 και κάτι ή στα 50 παρά κάτι. Από τότε –με αποκορύφωμα τα χρόνια των Μνημονίων- οι κινητοποιήσεις ούτε μαζικές είναι, ούτε αποτελεσματικές. Ίσως διότι έχουν ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Κάτι που προφανώς έχει απασχολήσει τι συνδικαλιστικές ηγεσίες, χωρίς μέχρι σήμερα να υπάρξουν απαντήσεις. Ο τρόπος σκέψης και η νοοτροπία αλλάζουν δύσκολα και επώδυνα, ιδιαιτέρως όταν αφορούν τη δουλειά –οι συνδικαλιστές και οι πολιτευτές είναι επαγγελματίες με τον τρόπο τους. 

Η «Κοινωνική Συμμαχία», την οποία έχουν συστήσει στα χαρτιά δέκα συνδικαλιστικοί και επαγγελματικοί φορείς –ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΕΣΕΕ, ΓΣ΅ΒΕΕ, ΤΕΕ, Οικονομικό Επιμελητήριο, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, ο Πανελλήνιος φαρμακευτικός Σύλλογος, η Ανωτάτη Συνομοσπονδία Συνταξιούχων- είναι μια ιδέα, που δύσκολα θα «περπατήσει» επειδή ξεκινάει από πάνω, από τις ηγεσίες των φορέων. Δε λαμβάνει υπόψιν της την έλλειψη διαλόγου ανάμεσα στις επαγγελματικές τάξεις και ομάδες. Ο δικηγόρος, ο γιατρός, ο δημόσιος υπάλληλος, ο μαγαζάτορας στην καθημερινή ζωή βρίσκονται συχνά σε αντίπαλα –εάν όχι αντίθετα- στρατόπεδα. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο ένας ζει εις βάρος του άλλου ή υπέρ του άλλου και πάντως όχι παράλληλα ούτε δίπλα στον άλλο. Το μόνο τους κοινό είναι ότι θέλουν άπαντες να τους πάνε καλύτερα τα πράγματα! Έτσι κι όταν ξεκινάει κάποιος διάλογος, συνήθως είναι προβλέψιμος, έως κατασκευασμένος, με αποτέλεσμα να καταλήγει σε αδιέξοδο.

Ένα ακόμη προφανές πρόβλημα των κινητοποιήσεων είναι η μορφή τους. Συλλαλητήριο, πορεία, δοξασίες, κοινοτoπίες του περασμένου –εάν όχι του προπερασμένου- αιώνα. Καμία τεκμηρίωση επιχειρημάτων, ακόμη και από τους πλέον ειδικούς (sic). Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Συνέντευξη Τύπου της Κοινωνικής Συμμαχίας την περασμένη Τρίτη στη Θεσσαλονίκη ο εκπρόσωπος των συνταξιούχων –ένας συμπαθής, σεβάσμιος και ευγενικής φυσιογνωμίας ασπρομάλλης- δήλωσε ότι λόγω των μικρών συντάξεων οι άνθρωποι δεν μπορούν να χαρτζιλικώσουν παιδιά και εγγόνια, κάτι που αυξάνει το στρες και τους οδηγεί νωρίτερα και ευκολότερα στο θάνατο. Όταν οι δημοσιογράφοι ζήτησαν κάποια στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή την άποψη η απάντηση ήταν αφοπλιστική. «Στοιχεία συγκεκριμένα δεν υπάρχουν, αλλά δεν το βλέπετε;». Στην ίδια Συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Παντελής Φιλιππίδης προσπάθησε να δικαιολογήσει το γεγονός ότι σε μια μέρα υποτιθέμενης γενικής απεργίας και ταυτόχρονα Πανεθνικής Ημέρας Δράσης, οι έμποροι δεν κλείνουν τα μαγαζιά τους. Όπως είπε η κινητοποίηση έγινε στις 30 του μηνός και την επομένη οι μικροί επιχειρηματίες έχουν οικονομικές υποχρεώσεις, αλλά από το ύφος του ήταν φανερό ότι ούτε ο ίδιος πίστευε στα λόγια του. Δηλαδή αν η κινητοποίηση γινόταν στις 3, στις 5 ή στις 10 του μηνός η αγορά θα έκλεινε; Ή μήπως τα έξοδα που πρέπει να πληρωθούν την τελευταία ημέρα του μήνα θα καλυφθούν με το τζίρο της προτελευταίας ημέρας;

Τα αδιέξοδα σαφή. Παρά τα προβλήματα που υπάρχουν, είναι πραγματικά και ανεξαρτήτως του ποιος ευθύνεται γι’ αυτά αναγνωρίζονται απ’ όλους και τα επικαλούνται οι περισσότεροι. Συλλογικές διέξοδοι προς το παρόν δεν υπάρχουν. Και δεν θα υπάρξουν όσο ανιχνεύονται με βάση τη λογική που εστιάζει στην ανεύρεση σανίδας σωτηρίας, με παράλληλη διατήρηση κεκτημένων.

ΥΓ. Σε σχέση με τις βαρύτερες ασφαλιστικές ρυθμίσεις που έχουν καθιερωθεί στα χρόνια των Μνημονίων, οι αλλαγές Γιαννίτση – Σπράου μοιάζουν με βόλτα στο πάρκο ένα ανοιξιάτικο απόγευμα. Η καταλυτική παρουσία της τρόικας έχει αλλάξει τα δεδομένα σε πολλά πεδία στη χώρα –ανάμεσά τους τόσο οι συντάξεις που είναι πλέον μικρότερες και αποδίδονται σε μεγαλύτερη ηλικία, όσο και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που έχει περιοριστεί.

ΥΓ2. Έχουν συνειδητοποιήσει οι έμποροι και οι άλλοι μεσαίοι και μικροί επιχειρηματίες της χώρας τι θα συμβεί εάν έστω μία ημέρα –πολύ περισσότερο δύο ή περισσότερες- κλειδώσουν τα ταμεία τους και «παγώσουν» τα κρατικά έσοδα; Ποιες θα είναι οι εντυπώσεις; Πως από τη μια ημέρα στην άλλη θα αλλάξει η ατζέντα του διαλόγου; Φυσικά για να έχει αποτέλεσμα κάτι τόσο ακραίο χρειάζονται κότσια από πολλούς και συστηματική προεργασία των επιπτώσεων από λιγότερους. Μάλλον, όμως, δεν υπάρχουν σήμερα σε επάρκεια ούτε οι μεν, ούτε οι δε.