Skip to main content

Τι καταλάβαμε για την Ελλάδα και τα Βαλκάνια στο Thessaloniki Summit

Η αισιοδοξία που κατεγράφη στο πρόσφατο Thessaloniki Summit του ΣΒΒΕ δικαιολογείται μόνο με ιστορικούς και γεωπολιτικούς λόγους.

Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, λίγο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του –λεγόμενου- Ανατολικού Μπλοκ, η Θεσσαλονίκη δεχόταν συχνά πυκνά επισκέψεις υπουργών και άλλων αξιωματούχων από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες.

Η περιοχή έκανε τότε τα πρώτα της βήματα στο πεδίο της ελεύθερης αγοράς, μετά από δεκαετίες εφαρμογής του μοντέλου της συγκεντρωτικής κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας, στην οποία το κέρδος και η πρωτοβουλία ήταν ποινικοποιημένες έννοιες.

Τότε, λοιπόν, οι Βαλκάνιοι παράγοντες που έκαναν διάλειμμα για φαγητό το μεσημέρι –συχνά στον πρώτο όροφο του κτηρίου Stain, στη γωνία Καλαποθάκη με Βενιζέλου, όπου διατηρούσε εστιατόριο ο Αλέκος Κομπατσιάρης- απορούσαν για τους έντονους ρυθμούς με τους οποίους δούλευε ο κόσμος στην Ελλάδα, ακόμη και οι επιχειρηματίες, αλλά και οι υπουργοί.

Οι ίδιοι στις επισκέψεις τους είχαν ένα βαρύ πρόγραμμα συνεχών συναντήσεων και συζητήσεων, που εκείνα τα χρόνια δεν μπορούσαν να… σηκώσουν εύκολα. Και το έλεγαν. Ανάμεσά τους υπήρχαν και μερικοί που με αρκετή δόση αφέλειας πιστεύαν ότι αρκούσε η αλλαγή πολιτικού μοντέλου για να έρθει όχι απλώς οικονομική ανάπτυξη, αλλά και ευημερία.

Φυσικά η σκληρή πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης και της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων, αγαθών και ανθρώπων τους… προσγείωσε. Άλλους ομαλά και άλλους ανώμαλα. Τα χρόνια –ή μάλλον οι δεκαετίες- πέρασαν και η οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή προχωράει με αργούς ρυθμούς.

Διότι μπορεί η Βουλγαρία και η Ρουμανία να είναι πλήρη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων (Αλβανία, Σκόπια, Σερβία, Κόσοβο, Μαυροβούνιο) να βρίσκονται στην ατζέντα της Κομισιόν, αλλά ο δρόμος που υπάρχει ακόμη μπροστά τους είναι μακρύς και δύσκολος.

Η αισιοδοξία που κατεγράφη στο πρόσφατο Thessaloniki Summit του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος δικαιολογείται μόνο με ιστορικούς και γεωπολιτικούς όρους. Ασφαλώς οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ενδιαφέρονται για την περιοχή, τόσο για την «απόκρουση» των Ρωσικής επιρροής, όσο και για το πέρασμα των αγωγών φυσικού αερίου, αλλά η πραγματική οικονομία στις χώρες αυτές παραμένει υποτονική.

Άλλωστε όλοι γνωρίζουν ότι και η Ελλάδα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και παρά το ότι από την αρχή εντάχθηκε στη σφαίρα επιρροής της Δύσης και υποδέχθηκε επί δεκαετίες ξένη βοήθεια, άργησε να αναπτυχθεί, κάτι που συνέβη άναρχα και οδήγησε στη μεγάλη κρίση και την ύφεση της δεκαετίας του 2010.

Με αυτά τα δεδομένα όσα ακούστηκαν στο Thessaloniki Summit για συν-ανάπτυξη Ελλάδας – βαλκανικών χωρών είναι ομιχλώδη και στέκονται μόνο στο πεδίο του πολιτικού, στο οποίο –ως γνωστόν- μπορείς να πεις τα πάντα χωρίς –αν χρειάζεται- να λες τίποτα. Άλλωστε οι ίδιοι οι ηγέτες που μίλησαν στο Summit ελάχιστα χειροπιαστά πράγματα είχαν να πουν. Είναι σαφές ότι από επιλογή ή λόγω κεκτημένης ταχύτητας απευθύνονταν στο εσωτερικό τους ακροατήριο, παρουσιάζοντας ένα αφήγημα βολικό για τη χώρα του ο καθένας.

Άλλωστε όπως είναι γνωστό όταν οι πολιτικοί δεν έχουν κάτι συγκεκριμένο να πουν το ρίχνουν στη γεωπολιτική. Εσχάτως με όχημα τους αγωγούς, το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο. Όπως, επίσης, και όσα (ξανα)κούστηκαν στο Thessaloniki Summit περί Θεσσαλονίκης στο επίκεντρο των Βαλκανίων είναι ξεπερασμένα. Προφανώς η Ελλάδα γειτονεύει με τις βαλκανικές χώρες και έχει καλές πολιτικές και οικονομικές σχέσεις, όπως συμβαίνει –ή πρέπει να συμβαίνει- με τους γείτονες απανταχού της Γης. Αλλά δεν μπορεί να βασίζεται σε αυτές. Όχι μόνο διότι από καιρού εις καιρόν βρίσκεται αντιμέτωπη με ιδέες που η ιστορία ακύρωσε μετά τους βαλκανικούς πολέμους, αλλά κυρίως διότι το οικονομικό και πολιτικό εκτόπισμα των συγκεκριμένων χωρών είναι περιορισμένο.

Όσο για τη Θεσσαλονίκη έχασε μια πραγματική δυνατότητα στη δεκαετία του 1990 να γίνει επίκεντρο της περιοχής, μέσω των χρηματοοικονομικών και εκπαιδευτικών θεσμών που είχε σε αντίθεση με την άνω των βορείων συνόρων της κατάσταση. Αλλά κατάφερε να τη χάσει. Αν –λέμε αν- η πόλη πόνταρε στη δυνατότητα να φιλοξενεί ξένα πανεπιστήμια και διεθνή τραπεζικά ιδρύματα, τότε ενδεχομένως να γινόταν σημείο αναφοράς. Τώρα οι προσδοκίες πρέπει να είναι περιορισμένες. Δεν υπάρχουν τα αντικειμενικά δεδομένα, ώστε η Β. Ελλάδα να αγκαλιάσει τα Βαλκάνια – έστω τα Δυτικά Βαλκάνια. Τα σχέδια επί χάρτου όταν δε συνοδεύονται από πράξεις απλά καίγονται.

Το μέλλον της χώρας –της Βορείου Ελλάδος συμπεριλαμβανομένης- βρίσκεται στην ανεπτυγμένη Ευρώπη. Αποδείχθηκε αυτό στα χρόνια της κρίσης και της ύφεσης. Το αναγνωρίζουν, πλέον, και πολλοί απ’ όσους έχτισαν καριέρες στον αντιευρωπαϊσμό ή σε κάτι θολά ιδεολογήματα του τύπου «ναι στην Ευρώπη των λαών, όχι στην Ευρώπη των πολυεθνικών». Κάτι σαν «ναι στη Μπαρτσελόνα του Μέσι, όχι στη Γερμανία της Μέρκελ και της adidas».

Λες και πρόκειται για διαφορετικές καταστάσεις. Λες και οι πολυεθνικές (sic) δεν πληρώνουν τους διάφορους Μέσι τις διάφορες… Μπαρτσελόνες.

Λες και οι διάφορες Μέρκελ δεν ευθύνονται για το θεσμικό και κοινωνικό πλαίσιο, στο οποίο κερδίζουν οι ποικιλώνυμες Adidas, πληρώνονται οι Μπαρτσελόνες και χρυσώνονται οι Μέσι.