Skip to main content

Τι προβλήματα δημιουργεί στη Θεσσαλονίκη το αλαλούμ στην αγορά τις Κυριακές

Γιατί η εικόνα που επικρατεί τις τελευταίες εβδομάδες στην αγορά της πόλης τις Κυριακές δίνει την εντύπωση μιας πορείας χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Το κυριακάτικο αλαλούμ που επικρατεί τις τελευταίες εβδομάδες στην αγορά του κέντρου της Θεσσαλονίκης συνεχίζεται. Η εικόνα δίνει την εντύπωση μιας πορείας χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ενός οικονομικού συστήματος που επιμένει να αγνοεί τη δυναμική του συντονισμού και της συνεργασίας. Χθες η εικόνα ήταν ταυτόχρονα κατακερματισμένη και υποτονική. Με ορισμένα καταστήματα ανοιχτά -κυρίως τις πολυεθνικές αλυσίδες-, τα περισσότερα κλειστά -ανάμεσα τους τα πολυκαταστήματα, αλλά και των ντόπιων εμπόρων- και σχετικά λίγους, αλλά δραστήριους, καταναλωτές, αφού στην Τσιμισκή και τη Μητροπόλεως οι… σακούλες που κυκλοφορούσαν έκαναν αισθητή την παρουσία τους.

Διαβάστε σχετικάΚατεβασμένα ρολά στην αγορά της Θεσσαλονίκης - Ανοιχτές μόνο οι αλυσίδες (φωτο)

Όλα ξεκίνησαν πριν από μερικά χρόνια όταν κάποιοι στη Θεσσαλονίκη φρόντισαν να χαρακτηριστεί με νόμο το κέντρο της πόλης τουριστική περιοχή. Κάτι που δεν ισχύει τουλάχιστον με όρους ελληνικού καλοκαιριού. Αντίθετα αποτελεί ένα ακόμη δείγμα της «μικρομέγαλης νοοτροπίας αρχοντοχωριάτη», που επικρατεί πολλές φορές στη Θεσσαλονίκη, όπου οι κατά καιρούς ιθύνοντες δεν θέλουν η πόλη μένει έξω από καμία… λίστα για να μην αισθάνεται αδικημένη! Ακόμη κι όταν η πραγματικότητα επιτάσσει το αντίθετο, όταν δηλαδή σε κάποια υπόθεση δεν υπάρχει ουσία, όπως στο να καταχωρηθεί το κέντρο της πόλης ως τουριστική περιοχή, σε κάποιους αρκεί η τυπική ανακοίνωση.

Με βάση τα σημερινά δεδομένα της νομοθεσίας από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο οι εμπορικές επιχειρήσεις του ιστορικού κέντρου -από την Εθνικής Αμύνης στα ανατολικά μέχρι τη Δωδεκανήσου στα δυτικά και από την Εγνατία στο Βορρά μέχρι τη λεωφόρο Νίκης στη θάλασσα- μπορούν να είναι ανοιχτές κάθε Κυριακή. Ακριβώς όπως στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Ρόδο το Ηράκλειο, την Κέρκυρα και όλους τους διάσημους σε όλο τον κόσμο τουριστικούς προορισμούς της χώρας, όπου καθημερινά περιδιαβαίνουν χιλιάδες ξένοι επισκέπτες, είτε για να θαυμάσουν τις αρχαιότητες, είτε για να χαρούν τον ήλιο, τη θάλασσα και τα μεγάλα resort, είτε επειδή επιβαίνουν στα μεγάλα κρουαζιερόπλοια. Μόνο που όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι Θεσσαλονικείς τα καλοκαίρια στο κέντρο της πόλης εμφανίζονται το πολύ πολύ κάποιοι διερχόμενοι επισκέπτες καθ’ οδόν κυρίως προς τη Χαλκιδική και δευτερευόντως προς την Πιερία. Σε καμία περίπτωση η εικόνα δεν είναι τέτοια που να αποτελεί επαρκή δικαιολογία για το χαρακτηρισμό τουριστική περιοχή και ανοιχτή αγορά τις Κυριακές. Πολύ περισσότερο που ακόμη κι αυτή η δυνατότητα των ανοικτών καταστημάτων τις Κυριακές που υπάρχει τη γνωρίζουν ελάχιστοι καταναλωτές μέσα στην ίδια τη Θεσσαλονίκη και σχεδόν κανείς εκτός πόλεως. Ούτε οι τουρίστες, ούτε οι καταναλωτές από την υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα, ούτε οποιοσδήποτε άλλος.

Το αποτυχημένο Open Mall

Πριν από μερικά χρόνια ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης είχε εξασφαλίσει μια μικρή χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ για να οργανώσει στο ιστορικό κέντρο ένα Open Mall. Η προσπάθεια έγινε, αλλά τα αποτελέσματα της ήταν πενιχρά, αφού οι έμποροι δεν ανταποκρίθηκαν και το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε ποτέ πλήρως. Το συμπέρασμα αυτής της προσπάθειας είναι διπλό: Πρώτον, η ανάγκη να λειτουργήσει η αγορά του κέντρου σε ένα πλαίσιο, με κοινές παραδοχές και συντονισμένες πρακτικές, προκειμένου να γίνει πιο ελκυστική, αλλά και να ανταγωνιστεί τα εμπορικά κέντρα που βρίσκονται στην περίμετρο του πολεοδομικού συγκροτήματος.
Δεύτερον, για να γίνει αυτό απαιτείται κατ’ ελάχιστον η συμμετοχή του εμπορικού κόσμου, που στη Θεσσαλονίκη αποδεικνύεται «βραδείας αναφλέξεως». Όπως φάνηκε και στην περίοδο της πανδημίας, όταν το ηλεκτρονικό εμπόριο εξελίχθηκε σε σοβαρή καταναλωτική διέξοδο, μεγάλο κομμάτι των εμπορικών επιχειρήσεων της πόλης, πιάστηκε για μία ακόμη φορά αδιάβαστο, ανέτοιμο και με… χαλαρά αντανακλαστικά. Αυτή η εντελώς παραδοσιακή νοοτροπία που επικρατεί ανάμεσα στους ντόπιους εμπόρους δεν είναι άμοιρη των εξελίξεων, οι οποίες τις τελευταίες δεκαετίες έχουν ως αποτέλεσμα να επεκτείνονται οι πολυεθνικές, οι μεγάλες αλυσίδες και τα πολυκαταστήματα και να περιορίζεται η εμβέλεια των παραδοσιακών εμπορικών επιχειρήσεων, που δείχνουν αδύναμες να περιχαρακώσουν έστω στοιχειωδώς τον ζωτικό τους χώρο.

Χωρίς αμφιβολία το εμπόριο, αυτό που λέμε αγορά, είναι αφενός δυναμική οικονομική δραστηριότητα και αφετέρου ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα του κέντρου της Θεσσαλονίκης για την προσέλκυση επισκεπτών από τρεις δεξαμενές: από το υπόλοιπο πολεοδομικό συγκρότημα, από την Βόρεια Ελλάδα και από τα Βαλκάνια. Μόνο που για να εξαντληθούν οι αναπτυξιακές δυνατότητες, κάτι που θα βοηθήσει πρωτίστως τις μικρότερες, μεμονωμένες εμπορικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να εφαρμοστούν δύο πρακτικές. Κατ’ αρχάς δυναμική, δηλαδή δημιουργική προσέλκυση πελατών στην περιοχή με όρους σύγχρονου μάρκετινγκ, καθώς και ξεκάθαροι κανόνες λειτουργίας, σε ότι αφορά τα ωράρια λειτουργίας και τις Κυριακές. Το να υπάρχει αυτό το… μπέρδεμα που παρακολουθούμε τις τελευταίες εβδομάδες, εξυπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, που βρίσκονται στρατηγικά τοποθετημένες στους πλέον φανταχτερούς και δημοφιλείς δρόμους -Τσιμισκή, Μητροπόλεως κλπ.- και επιπλέον έχουν τις δυνατότητες να εξαντλούν όλα τα όρια και να μην αφήνουν ούτε χαραμάδα στις μικρότερες, οι οποίες σε ένα άναρχο περιβάλλον ασφυκτιούν και οδηγούνται στη συντριβή. Εάν η Θεσσαλονίκη θέλει να ποντάρει στην αγορά για να αυξήσει την επισκεψιμότητα και να ενισχύσει την οικονομία και την απασχόληση δι’ αυτής της οδού ο τρόπος είναι ένας και μοναδικός: συνολική συμφωνία από όλους τους εμπλεκόμενους, έντονη προβολή της ανοιχτής αγοράς προς κάθε κατεύθυνση, επιμονή και υπομονή με όρους επένδυσης. Εάν όλα αυτά δε συμβούν -που τίποτα δε δείχνει ότι μπορούν να συμβούν- όσο συνεχίζεται το αλαλούμ η αγορά μόνο πληγές θα δημιουργεί στη Θεσσαλονίκη.