Skip to main content

Την κιβωτό των ελληνικών εσπεριδοειδών δημιούργησαν ερευνητές του ΕΛΓΟ – Δήμητρα και του ΑΠΘ

Στο πλαίσιο του έργου GoCitrus διασώθηκε, αναλύθηκε διεξοδικά και αξιολογήθηκε το γενετικό υλικό των γηγενών ποικιλιών από όλα τα είδη εσπεριδοειδών

Έναν κήπο, όπου φυλάσσονται οι ελληνικές ποικιλίες των εσπεριδοειδών, δημιούργησαν ερευνητές του ΕΛΓΟ – Δήμητρα και του ΑΠΘ

Στόχος της πρωτοβουλίας, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος GoCitrus, ήταν όχι μόνο η εύρεση και διάσωση των γηγενών ποικιλιών, αλλά επίσης η ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους.

Στο έργο που συγχρηματοδοτείται από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της δράσης «Ερευνώ – Δημιουργώ - Καινοτομώ – Β΄ κύκλος» του Επιχειρησιακού́ Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», συμμετέχουν ως εταίροι τρία ερευνητικά ινστιτούτα του ΕΛΓΟ – Δήμητρα (το Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου ως συντονιστής, το Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων και το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων), δύο εργαστήρια της Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ (το Εργαστήριο Δενδροκομίας του τμήματος Γεωπονίας και το Εργαστήριο Δασικής Γενετικής και Γενετικής Βελτίωσης του τμήματος Δασολογίας) και τρεις ιδιώτες, δύο φυτώρια από την Κόρινθο και την Άρτα και μία εταιρεία τυποποίησης και εμπορίας στην Κρήτη.

«Το έργο έχει αντικείμενο τη διάσωση, τη μελέτη και την αξιολόγηση των ελληνικών ποικιλιών εσπεριδοειδών με βιοαναλυτικές προσεγγίσεις. Ως οδηγό είχαμε τον Εθνικό Κατάλογο Ποικιλιών, στον οποίο είναι εγγεγραμμένες 36 ντόπιες ποικιλίες. Μέσα από ερευνητικές αποστολές σε όλη τη χώρα καταφέραμε να βρούμε τις 28. Αυτές τις διασώσαμε παίρνοντας τα μπόλια και δημιουργήσαμε νέα φυτά, τα οποία τοποθετήσαμε σε ένα δικτυοκήπιο στα Χανιά, για να μην μπαίνουν έντομα και κάνουν ζημιές. Παράλληλα, πήραμε τους καρπούς και τα φύλλα και αναλύσαμε όλα τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά, μεταβολίτες, γονιδίωμα και πρωτεΐνες. Δημιουργήσαμε μία ιστοσελίδα που έχει μέσα όλες αυτές τις πληροφορίες (gocitrus.gr), αλλά και μία βάση δεδομένων (gocitrusdb.com) που περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία με τη μορφή γραφημάτων. Επιπλέον, κάναμε και την περιγραφή της κάθε ποικιλίας, δηλαδή πως μοιάζει το άνθος, γιατί κι αυτό είναι κάτι που ζητούν στο εξωτερικό. Είναι μία ολιστική μελέτη που περιλαμβάνει από τον φαινότυπο της κάθε ποικιλίας μέχρι και το πλήρες γονιδίωμά της», εξήγησε στη Voria.gr ο ερευνητής του ΕΛΓΟ – Δήμητρα και συντονιστής του έργου, Βασίλης Ζιώγας.

Η ελληνική βιοποικιλότητα και οι δρόμοι που ανοίγει το έργο

Η μελέτη των ποιοτικών χαρακτηριστικών έδειξε ότι κάποιες ελληνικές ποικιλίες έχουν ξεχωριστό γονιδίωμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μποτσάτο Άρτας είναι μία ποικιλία που διαφέρει από τα κοινά πορτοκάλια και το παστολέμονο Χίου, το οποίο είναι ένα ιδιαίτερο λιμέττι, που δεν μοιάζει με τα υπόλοιπα λάιμ. Ιδιαιτερότητα παρουσιάζει και το σαγκουίνι Γουρίτσης, που δίνει καρπούς από Μάρτιο μέχρι και Μάιο, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ποικιλίες του είδους που δίνουν μέσα στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φλεβάρη, σε διάστημα 15 ημερών.

Σύμφωνα με τον κ. Ζιώγα, το έργο αφήνει μεγάλη παρακαταθήκη στον κλάδο των εσπεριδοειδών, καθώς οι πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί μπορούν να αξιοποιηθούν για τη δημιουργία νέων ποικιλιών με ανώτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά. «Τα ελληνικά εσπεριδοειδή έχουν μία ιστορία 2.500 ετών και διαθέτουν το πλεονέκτημα ότι μπορούν να υποστούν φυσική μετάλλαξη και να παραχθεί μία νέα ποικιλία. Το επίσης καλό με τα εσπεριδοειδή είναι ότι μπορείς να κάνεις διασταυρώσεις μεταξύ των ειδών και να δημιουργήσεις ένα νέο είδος ή ποικιλία. Με βάση το γενετικό υλικό και αξιοποιώντας τις τεχνολογίες της γενετικής, οι γενετιστές μπορούν να γνωρίζουν ποιο σημείο του γονιδιώματος πρέπει να πάρουν, για να δημιουργήσουν μία πολύ καλή ποικιλία. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν να δημιουργήσουν ελληνικές ποικιλίες με ανώτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, που να είναι καλά εγκλιματισμένες και αποδοτικές στον τόπο μας. Άλλωστε, αυτό που έδειξε η κλιματική κρίση είναι ότι αυτές οι ντόπιες μπορούν να είναι πιο ανθεκτικές», τόνισε.

Το έργο ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο, ωστόσο η ερευνητική ομάδα σκοπεύει να υποβάλει πρόταση και στο επόμενο ΕΣΠΑ, προκειμένου να συνεχίσει το πρόγραμμα και να εντοπίσει και τις υπόλοιπες ποικιλίες.

Η καλλιέργεια, οι εξαγωγές και οι ελλείψεις

Τα πιο διαδεδομένα εσπεριδοειδή είναι φυσικά τα πορτοκάλια, τα μανταρίνια και τα λεμόνια, όμως στα είδη περιλαμβάνονται το κίτρο, το περγαμόντο και το κουμ κουάτ, καθώς επίσης τα λιμέττια, τα γνωστά ως λάιμ και το γκρέιπφρουτ, η ελληνική ορολογία του οποίου είναι βοτρυόκαρπος. Πέρα από τη βιταμίνη C, κάποια είδη έχουν κι άλλες ουσίες που είναι ευεργετικές στον οργανισμό, όπως τις ανθοκυάνες που υπάρχουν στα σαγκουίνια και το λυκοπένιο που κρύβεται στο γκρέιπφρουτ και τα καροτενοειδή που έχει το κουμ κουάτ.

Κύριες περιοχές παραγωγής των πορτοκαλιών είναι το Άργος, η Αιτωλοακαρνανία, η Λακωνία και η Άρτα, για τα μανταρίνια η περιφερειακή ενότητα Θεσπρωτίας κυρίως προς Ηγουμενίτσα, δευτερευόντως το Άργος και κάποιες εκτάσεις στην Αιτωλοακαρνανία, ενώ για τα λεμόνια η Κόρινθος και η Βόρεια Πελοπόννησος. Όπως ανέφερε ο κ. Ζιώγας, η Βόρεια Ελλάδα δεν έχει πάρει ακόμα μερίδιο, παρότι λόγω κλιματικής κρίσης μπορεί πλέον να υπάρξει μετακίνηση βορειότερα. «Υπάρχουν είδη που μπορούν να καλλιεργηθούν σε βορειότερες περιοχές και δεν μιλάμε μόνο για το λεμόνι το Nouvel Athos που αντέχει πολύ στο κρύο, αλλά και για το κουμ κουάτ που μπορεί να αντέξει ακόμα και μείον δέκα βαθμούς».

Η καλλιέργεια εσπεριδοειδών αποτελεί βασικό πυλώνα της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια καταλαμβάνει σταθερά την πρώτη θέση στην λίστα των εξαγώγιμων φρούτων και σε όγκο και σε αξία. Η Ελλάδα έχει πολύ καλή επάρκεια σε πορτοκάλια τα οποία και εξάγουμε. Ωστόσο, η χώρα εισάγει 31.000 τόνους εσπεριδοειδή εκ των οποίων οι 23.000 είναι λεμόνια. «Η Ελλάδα είχε υποστεί παγετό το 2004 και το 2007 που κατέστρεψε στα βόρεια της Πελοποννήσου όλους τους οπωρώνες με λεμόνια. Οι παραγωγοί έβαλαν άλλα δέντρα που τώρα μπαίνουν στην παραγωγή. Μειονέκτημα επίσης είναι ότι έχουμε ντόπιες ποικιλίες που ωριμάζουν μέσα στον χειμώνα, οπότε όλη μας η παραγωγή βγαίνει από τον Οκτώβριο μέχρι τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο. Η ζήτηση όμως στην αγορά και κυρίως στην εστίαση είναι από τον Μάιο μέχρι τον Αύγουστο. Δεν έχουμε τις κατάλληλες ποικιλίες που θα παραγάγουν το καλοκαιρινό λεμόνι, γι’ αυτό κάνουμε και τόσο μεγάλες εισαγωγές. Πρέπει να γίνει μία αναδιάρθρωση σε μέρη που μπορούν να καλλιεργηθούν λεμόνια και να μπουν οι κατάλληλες ποικιλίες, οι οποίες μπορούν να παράγουν το καλοκαιρινό λεμόνι», επισήμανε ο ερευνητής του ΕΛΓΟ - Δήμητρα.

Ο κ. Ζιώγας σημείωσε επίσης ότι η χώρα έχει μείνει πίσω στην παραγωγή σε σχέση με τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, καθώς δεν υποστηρίχθηκαν οι καλλιέργειες. Την ίδια στιγμή  μεγάλες χώρες της Μεσογείου, όπως η Ισπανία, έχουν πάει σε άλλο επίπεδο, η γειτονική μας Τουρκία είναι πια σημαντικός παίχτης, ενώ Αίγυπτος και Μαρόκο πιέζουν την αγορά της Ευρώπης και είναι εκτός ανταγωνισμού λόγω χαμηλού εργατικού κόστους. «Εμείς μόνο στην ποιότητα μπορούμε να τους χτυπήσουμε. Να παραγάγουμε προϊόντα με ποιότητα που δεν έχουν άλλες χώρες, να τα αναδείξουμε με κατάλληλο μάρκετινγκ και τότε ο ξένος θα το πληρώσει», κατέληξε.