Skip to main content

Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ: Καταστροφικό το σχέδιο ανάπλασης της ΔΕΘ

Oι προτάσεις ολικής ανακατασκευής της ΔΕΘ προκύπτουν ως συνέπεια σωρευτικών λανθασμένων επιλογών, που έχουν ευτελίσει την εικόνα της, τονίζει το τμήμα

Την κάθετη αντίθεσή του με το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο (ΕΧΣ) που παρουσιάστηκε για τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης εξέφρασε το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.

Το τμήμα, με ψήφισμά του, έχει εκφράσει ήδη την ανησυχία του, τόσο για τη σχεδιαστική επάρκεια των ΕΧΣ που έχουν μέχρι σήμερα κατατεθεί για τον χώρο της Θεσσαλονίκης, όσο και για τη διαδικασία εκπόνησής τους. 

Όπως αναφέρει στην ανακοίνωση που δημοσίευσε σήμερα, οι προτάσεις ολικής ανακατασκευής της ΔΕΘ προκύπτουν ως συνέπεια σωρευτικών λανθασμένων επιλογών, οι οποίες έχουν ευτελίσει την εικόνα της

Οι αρχιτέκτονες υπογραμμίζουν την αρχιτεκτονική και ιστορική σημασία κάποιων κτηρίων που φιλοξενούνται στον χώρο της ΔΕΘ και τα οποία, όπως σημειώνουν, στο πλαίσιο του σχεδίου προβλέπεται να καταστραφούν. «Πέρα από τη δεδομένη αρχιτεκτονική τους αξία, τα κτίρια αυτά διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση και μπορούν να αξιοποιηθούν. Η ενδεχόμενη κατεδάφιση ενός λειτουργικού υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος κρίνεται περιβαλλοντικά ασύμφορη και είναι παράλογα σπατάλη σε μια εποχή οικονομικής κρίσης», αναφέρουν. 

Μιλώντας ακόμα για τις αδυναμίες του πλαισίου σχεδιασμού. υποστηρίζουν πως τα ΕΧΣ παρακάμπτουν τις αναγκαίες τοπικές ζυμώσεις και συμμετοχικές διαδικασίες, καθώς απουσιάζει ένα θεσμικά σαφές πλαίσιο διαβούλευσης και ποιοτικών προδιαγραφών αστικού σχεδιασμού.

Τέλος, σημειώνουν πως το μέλλον του θεσμού της Διεθνούς Έκθεσης έχει πραγματικές προοπτικές, εφόσον το εκθεσιακό κέντρο χωροθετηθεί σε καταλληλότερο γήπεδο με προοπτικές επεκτάσεων, προσπελάσεων και υποδομών.

Ακολουθεί η ανακοίνωση του τμήματος:

Ο χώρος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, στο κέντρο της πόλης, αποτέλεσε στο παρελθόν ένα εργαστήριο πρωτοποριακών υλοποιήσεων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας. Η σημερινή ατημέλητη εικόνα είναι προϊόν μιας ανεξέλεγκτης προσθετικής διαδικασίας, όπου η αρχική αστική σύνθεση είναι πλέον δυσδιάκριτη. Από τον αρχικό σχεδιασμό πάρκου ανοιχτών χώρων με διάσπαρτες χρήσεις, σύμφωνα με το σχέδιο του Εμπράρ (1918 - 1921), έχει απομείνει η, αποσπασματική πλέον, χάραξη του κεντρικού άξονα με τα περίπτερα εκατέρωθεν. Η Έκθεση, που δημιουργήθηκε το 1925 στο πλαίσιο της γενικότερης ανασυγκρότησης της Θεσσαλονίκης, εγκαταστάθηκε στη σημερινή της θέση το 1937 μετά από αρχιτεκτονικό διαγωνισμό και υλοποιήθηκε με τη συμβολή του πολεοδόμου Κ. Δοξιάδη. Διαδοχικές επεκτάσεις, τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, έδωσαν στον χώρο την εικόνα μιας μοντέρνας αστικής νησίδας με μοναδικό χαρακτήρα.

Στις κρίσιμες μεταπολεμικές δεκαετίες του ’50 και ’60, αξιόλογα περίπτερα, σχεδιασμένα από πρωτοπόρους αρχιτέκτονες του μοντέρνου κινήματος, ανοικοδομήθηκαν στον χώρο, αναβαθμίζοντας την καινοτόμο φυσιογνωμία του. Πολλά από αυτά κατεδαφίστηκαν, παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν πρωτοποριακά δείγματα του ανανεωτικού ψυχροπολεμικού μοντερνισμού. Τη μοντέρνα αρχιτεκτονική προωθούσαν οι εκσυγχρονιστές αστοί της εποχής με την ενθάρρυνση των κυβερνήσεων του Κ. Καραμανλή. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα περίπτερα «Παπαστράτος Α.Β.Ε.Σ.» (αρχιτέκτων Ν. Καλογεράς, 1952), «Έρανος Βασιλίσσης» (Α. Κωνσταντινίδης, 1952), «ΕΟΤ» (Α. Κωνσταντινίδης, 1959), «Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας» και «Εμπορικής Τράπεζας» (Κ. Καψαμπέλης, Ι. Βικέλας, 1959), «Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος» (Ν. Βαλσαμάκης, Σ. Βασιλείου, 1960), «Βιομηχανία Αδελφών Δημητριάδη» (Δ. Φατούρος, 1961)»

Τα αδιάφορα βιομηχανικά εκθεσιακά περίπτερα κυριάρχησαν μετά τη δεκαετία του ’70. Ωστόσο, επιβίωσαν ανάμεσά τους, συχνά παραμορφωμένα, έργα επώνυμων δημιουργών, που διαθέτουν ιδιαίτερη λειτουργική και συμβολική αξία. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν, με χρονολογική σειρά, το περίπτερο 2 (αρχιτέκτων Δ. Τριποδάκης, 1954), το περίπτερο 6 (Δ. Τριποδάκης, 1953, ανασχεδιασμός Π. Μακρίδης, 2003), το περίπτερο 1 (Ν. Εφέσιος, Α. Συμεών, 1956), το περίπτερο της ΔΕΗ / Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης / MOMus (Ι. Ρίζος, 1959, Π. Τζώνος, Γ. Χόιπελ, Ξ. Χόιπελ, 1997, Π. Τζώνος, Ξ. Χόιπελ, Κ. Αντωνίου, Ε. Κάστρο, Μ. Ρόκκος, 2002), το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο / Palais des Sports (Π. Τζανέτος, 1960), το περίπτερο 8 - Συνεδριακό Κέντρο ΔΕΘ (Ν. Μουτσόπουλος, Χ. Τσιλαλής, Γ. Κονταξάκης, Χ. Κουλουκούρης, 1968), το περίπτερο 7 (Γ. Κονταξάκης, Μ. Φωτιάδης, 1969), ο Πύργος του ΟΤΕ (Α. Αναστασιάδης, 1969), το περίπτερο 11 (Χ. Χριστοφορίδης, 1971), οι Νέες Πύλες της ΔΕΘ (Κ. Τσιγαρίδα, Α. Σκουβάκλης, Ν. Καλογήρου, 1996).
Όλα αυτά τα αξιόλογα έργα αρχιτεκτονικής, με την εξαίρεση του Πύργου του ΟΤΕ, του Palais des Sports και του MOMus, προβλέπεται να κατεδαφιστούν άμεσα με την εφαρμογή του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου (ΕΧΣ) για τη ΔΕΘ. Πέρα από τη δεδομένη αρχιτεκτονική τους αξία, τα κτίρια αυτά διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση και μπορούν να αξιοποιηθούν. Η ενδεχόμενη κατεδάφιση ενός λειτουργικού υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος κρίνεται περιβαλλοντικά ασύμφορη και είναι παράλογα σπατάλη σε μια εποχή οικονομικής κρίσης.

Οι προτάσεις ολικής ανακατασκευής της ΔΕΘ προκύπτουν ως συνέπεια σωρευτικών λανθασμένων επιλογών, οι οποίες έχουν ευτελίσει την εικόνα της. Η προσωρινή διατήρηση της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης είναι ίσως ένα αναγκαίο κακό με δεδομένη τη συγκυριακή αδυναμία μετεγκατάστασης, αλλά δεν παύει να έχει σοβαρές μακροχρόνιες συνέπειες στην περιβαλλοντική, λειτουργική και οικονομική υπόσταση του ιστού της πόλης. Το μέλλον του θεσμού έχει πραγματικές προοπτικές, εφόσον το εκθεσιακό κέντρο χωροθετηθεί σε καταλληλότερο γήπεδο με προοπτικές επεκτάσεων, προσπελάσεων και υποδομών. Η εγκατάσταση της ΔΕΘ στην περιφέρεια μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ανάπτυξη της ευρύτερης Θεσσαλονίκης.

Η θεσμοθέτηση του ΕΧΣ της ΔΕΘ, που αποτελεί ένα ευέλικτο, αλλά και επικίνδυνα ανεξέλεγκτο πολεοδομικό εργαλείο, φανερώνει καταρχάς τις αδυναμίες του πλαισίου σχεδιασμού. Τα ΕΧΣ παρακάμπτουν τις αναγκαίες τοπικές ζυμώσεις και συμμετοχικές διαδικασίες, καθώς απουσιάζει ένα θεσμικά σαφές πλαίσιο διαβούλευσης και ποιοτικών προδιαγραφών αστικού σχεδιασμού.

Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, με ψήφισμά του, έχει εκφράσει ήδη την ανησυχία του, τόσο για τη σχεδιαστική επάρκεια των ΕΧΣ που έχουν μέχρι σήμερα κατατεθεί για τον χώρο της Θεσσαλονίκης, όσο και για τη διαδικασία εκπόνησής τους. Είναι κρίσιμο να επισημανθεί ο ρόλος στρατηγικής καινοτομίας που διαδραμάτιζε ο χώρος της ΔΕΘ διαχρονικά στη ζωή της πόλης, ως εργαστήριο καινοτόμων χωρικών πειραματισμών, οι οποίες ερχόταν σε αντίθεση, ενίοτε δημιουργική, με τις επικρατούσες, συχνά συντηρητικές, απόψεις για τον αρχιτεκτονικό και αστικό χώρο και την πολεοδομική οργάνωσή του. Ήταν, ωστόσο, η επιμονή των αρχιτεκτόνων και η ελευθερία από πολλούς συνήθεις περιορισμούς στον χώρο της ΔΕΘ, που επέτρεψε την εφαρμογή και την ανάδειξη σύγχρονων κτιριακών και αστικών καινοτομιών, όπως αυτές που σήμερα κινδυνεύουν με οριστική καταστροφή. Το πνεύμα καινοτομίας και στρατηγικής πρωτοπορίας πρέπει να διαφυλαχθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική εξέλιξη για τη ΔΕΘ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων είναι έτοιμο να παρεμβαίνει, προκειμένου να επισημαίνει και να διασφαλίζει αυτή τη συνθήκη.