Skip to main content

Το μέλλον της Θεσσαλονίκης έχει το χρώμα του... μπετόν αρμέ

Τα τελευταία 30 χρόνια η πόλη έχει χάσει τρένα και τρένα. Κάποτε θα πρέπει να αρχίσει να φτάνει εγκαίρως στους σταθμούς για να τα προλαβαίνει...

Εν μέσω κορωνοϊού, πανδημίας και της νέας οικονομικής κρίσης που δημιουργείται με αφορμή το υγειονομικό πρόβλημα και οι επιπτώσεις της θα φανούν τους επόμενους μήνες, οι παραγωγικές μηχανές εξαγγελιών της κυβέρνησης για τη Θεσσαλονίκη δουλεύουν και πάλι στο φουλ. Βρισκόμαστε στις αρχές του καλοκαιριού, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι προσεγγίζουμε τον Σεπτέμβριο και τα εγκαίνια της ΔΕΘ, από τα οποία δεν λείπουν ποτέ οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες για την πόλη. Ένα φετίχ για τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι θέλουν διακαώς να ακούσουν την περιγραφή ενός καλύτερου μέλλοντος. Το ότι ποτέ –ή σχεδόν ποτέ- κανείς τους επόμενους μήνες ή τα επόμενα χρόνια δεν κάνει ταμείο, είναι μια άλλη υπόθεση, που συνδέεται με το γεγονός ότι στην Ελλάδα οι απολογισμοί θεωρούνται άχρηστοι και ως εκ τούτου δεν γίνονται ποτέ –ή σχεδόν ποτέ.   

Στα μέσα Ιουνίου μπορούμε εκ του ασφαλούς να προβλέψουμε τις βασικές εξαγγελίες του Κ. Μητσοτάκη στις 5 Σεπτεμβρίου. Καθόλου περίεργο ότι πρόκειται για έργα που έχουν στον πυρήνα τους μπετόν, τσιμέντο και σίδερα, δηλαδή τα βασικά υλικά των κατασκευών, αφού ακόμη και το 2020 στην Ελλάδα μόνο τα χειροπιαστά πράγματα μετράνε. Επίσης, ουδεμία έκπληξη προκύπτει από το γεγονός ότι όλες οι εξαγγελίες συνδέονται με την ανάπτυξη ή την αναπτυξιακή προοπτική, δύο νομιμοποιητικές εκφράσεις, που συχνά αξιοποιούνται για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα και να σκεπάσουν κάθε αδυναμία. Άλλωστε η ζωή μοιάζει με χρηματιστήριο ή –αν προτιμάτε- το χρηματιστήριο αντιγράφει τη ζωή. Στις προοπτικές οι τιμές των αγορών ανεβαίνουν, όπως η ψυχολογία των ανθρώπων. Στην πραγματικότητα άνθρωποι και τιμές συνήθως προσγειώνονται. Οι δυνατοί παίκτες της αγοράς πουλάνε ακριβά στη φήμη για να αγοράσουν φθηνότερα στην είδηση, όπως ακριβώς οι σοβαροί άνθρωποι κρατάνε μικρό καλάθι και παραμένουν προσγειωμένοι χωρίς να ενθουσιάζονται υπερβολικά.   

Σημειώστε, λοιπόν, τις εξαγγελίες που είναι μάλλον βέβαιο ότι θα ακούσουμε από το βήμα εγκαινίων της 85ης ΔΕΘ:

Πρώτον, ότι θα τηρηθεί το τελευταίο χρονοδιάγραμμα της κατασκευής του μετρό, που προβλέπει θα είναι έτοιμο το 2023. Έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, εάν επιβεβαιωθεί θα πρόκειται για καλή είδηση που αφορά ένα πραγματικά χρήσιμο έργο, ικανό να αλλάξει προς το καλύτερο τη λειτουργία του πολεοδομικού συγκροτήματος. Ένα έργο που θα ολοκληρωθεί το 2023 με 10 – 12 χρόνια καθυστέρηση, αλλά αυτό δεν το λέει κανείς και μάλλον δεν ενδιαφέρει και κανέναν. Εκτός ίσως από τους εμπόρους και τους καταστηματάρχες, οι οποίοι βρίσκονται –ή βρίσκονταν- στις σιδηρόφραχτες περιοχές των εργοταξίων και πλήρωσαν βαρύ τίμημα.  Το βέβαιο είναι ότι αν η βασική γραμμή είχε ολοκληρωθεί κανονικά, δηλαδή με βάση το αρχικό χρονοδιάγραμμα, το 2010 – 2011, η χρησιμότητά του μετρό θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, αφού μέχρι σήμερα θα είχαμε τις προεκτάσεις ανατολικά και δυτικά, ενώ το κέντρο θα κέρδιζε ανάσες δέκα ετών. Το βέβαιο είναι ότι ποτέ δεν θα μάθουμε τους υπευθύνους των καθυστερήσεων, εάν έφταιγαν και σε πιο βαθμό οι αρχικοί υπολογισμοί, οι κακοί κατασκευαστές και οι πάσης φύσεως ιδεοληπτικοί και εμμονικοί με το ένα ή το άλλο θέμα, που έκαναν τα πάντα για να καθυστερήσουν τις εργασίες.   

Δεύτερον, η ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, για το οποίο στόχος είναι να έχει ολοκληρωθεί το 2026, όταν θα συμπληρωθούν τα 100 χρόνια από την πρώτη «Εμποροπανήγυρη» που οραματίστηκε και διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη ο Νικόλαος Γερμανός. Το έργο θεωρείται από πολλές πλευρές αμφιλεγόμενο. Κατ’ αρχήν το οικονομικό του μέγεθος –κάπου μεταξύ 120 και 180 εκατ. ευρώ- δεν δικαιολογεί τον τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα υλοποίησης, καθώς οι προετοιμασίες ξεκίνησαν το 2018. Πολύ περισσότερο αν –όπως έχει ανακοινωθεί- αναζητηθούν ιδιωτικά κεφάλαια. Βέβαια –θα σκεφτεί κάποιος- παρεμβάλλεται το δημόσιο, άρα… Άρα είναι εξαιρετικά πιθανό τα χρονοδιαγράμματα να πέσουν έξω, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα όταν εμπλέκονται δημόσιο και ιδιώτες. Επίσης, αξιοσημείωτο είναι ότι στο σχέδιο συμφώνησαν τεχνοκράτες και φορείς της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι σε προγενέστερη φάση πίστευαν ότι το νέο εκθεσιακό κέντρο της Θεσσαλονίκης θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερο, ανετότερο και να κατασκευαστεί περιμετρικά της πόλης, εάν είναι δυνατόν κοντά στο αεροδρόμιο. Από την άλλη η οικονομία εισέρχεται με φόρα στην ψηφιακή εποχή, επομένως ίσως να μη χρειάζονται οι μεγάλοι χώροι, αλλά η δουλειά να γίνεται και σε μικρότερους. Τα πάντα προσαρμόζονται στις εξελίξεις. Και οι πάντες προσαρμόζονται όχι μόνο στις εξελίξεις, αλλά και στις δυνατότητες. Εάν είναι να γίνει μια δουλειά ας γίνει όπως μπορεί, αλλά με εμάς, όχι με κάποιους άλλους. Όσο για το μητροπολιτικό πάρκο ακούγεται ως κάτι εξαιρετικά καλό για μια πόλη με ελάχιστο πράσινο, ενώ η κατασκευή ξενοδοχείου, ψυχαγωγικών χώρων και καταστημάτων εστίασης περιορισμένο αναπτυξιακό ενδιαφέρον παρουσιάζει. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει, πλέον, πολλά ξενοδοχεία και άπειρα καφέ, μπαρ και ταβέρνες, χωρίς οι αναπτυξιακές της επιδόσεις (αύξηση πλούτου, περιορισμός ανεργίας κ.λπ.) να έχουν εκτοξευθεί. Το αντίθετο…     

Τρίτον, η νέα Περιφερειακή Οδός της Θεσσαλονίκης τύπου fly-over. Η μακέτα, που έφερε στη δημοσιότητα η Voria.gr, θυμίζει εικόνες από το μέλλον, καθώς στην Ελλάδα δεν έχουμε συνηθίσει σε υπερυψωμένα επίπεδα. Όπως λέει η Εγνατία Οδός πρόκειται για λύση αφενός πιο γρήγορη και αφετέρου πιο οικονομική –κόστος περί τα 350 εκατ. ευρώ-, έναντι της εξωτερικής Περιφερειακής Οδού, που προγραμματιζόταν χρόνια τώρα. Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα έργο εξαγγέλλεται, γίνονται οι μελέτες, αλλά τελικά κάποιοι άλλοι τεχνοκράτες και κάποιοι άλλοι πολιτικοί αποφασίζουν να ακυρώσουν την ιδέα και να προτείνουν κάποια άλλη. Σε κάθε περίπτωση το στοίχημα αυτής της νέας Περιφερειακής Οδού στη Θεσσαλονίκη, που θα εκτονώσει την κίνηση στη σημερινή μία και μοναδική Περιφερειακή, θα κριθεί στον χρόνο κατασκευής και λειτουργίας. Αν δέκα χρόνια μετά –λέμε αν- εξακολουθούμε να συζητάμε το θέμα, να συμφωνούμε και να διαφωνούμε, αλλά και να ψάχνουμε την γυναίκα του πρωτομάστορα, που θα χτιστεί στα θεμέλια της νέας Περιφερειακής, η ευκαιρία θα έχει χαθεί.    

Τέταρτον, η δημιουργία του Τεχνολογικού Πάρκου 4ης Γενιάς Thess-INTEC, στα 760 στρέμματα της Ζώνης Καινοτομίας Θεσσαλονίκης, κοντά στο αεροδρόμιο. Το έργο είναι φιλόδοξο, αλλά η ιστορία του… πονεμένη. Τόσο η σημερινή κυβέρνηση, όσο και η προηγούμενη, αν και εγκρίνουν το έργο, έδωσαν τη γη και την ευλογία τους, δεν θέλουν να το χρηματοδοτήσουν. Αυτό σημαίνει πολλά για όσους γνωρίζουν. Εάν, μάλιστα, θυμηθούμε την περιπέτεια του Τεχνολογικού Πάρκου Πληροφορικής «Τεχνόπολη», που  αν και μόλις 100 στρέμματα και με αποκλειστικά ιδιωτική χρηματοδότηση, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να δημιουργηθεί και ενώ λειτουργεί εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, τα οικόπεδα του παραμένουν στην πλειοψηφία τους ανεκμετάλλευτα, τότε δικαιούμαστε να αγωνιούμε. Σύμφωνα με τις εξαγγελίες σε δύο - τρία χρόνια θα έχουν βρεθεί περί τα 60 εκατ. ευρώ ιδιωτικής χρηματοδότησης για τις βασικές υποδομές και στη συνέχεια εταιρίες θα εγκαταστήσουν τα ερευνητικά τους τμήματα και ινστιτούτα τα εργαστήρια τους, ώστε να υπάρξουν συνέργειες, που θα οδηγήσουν τελικά τη Θεσσαλονίκη να καταγραφεί στον παγκόσμιο χάρτη της καινοτομίας. Με δεδομένους τους ρυθμούς του ελληνικού κράτους και ό,τι άλλο θα μπορούσε βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι θα συμβεί σε επίπεδο σχεδιασμού, χρηματοδότησης κ.λπ. ενδέχεται η δημιουργία του Thess-INTEC να μας απασχολεί για χρόνια. Στο μεταξύ πολλές μικρότερες προσπάθειες στο πεδίο της καινοτομίας θα μαραζώνουν, πολλές start ups από αυτές μπορούν να δημιουργήσουν απίθανες υπεραξίες, θα καίγονται για μια μικρή χρηματοδότηση. Θα καίγονται, επίσης, για γρήγορο internet, που στην πόλη της καινοτομίας και της... Salonic Valley ούτε υπάρχει, ούτε προγραμματίζεται από κάποιον δημόσιο φορέα. Η αντινομία σαφής, αλλά στη μάχη του ταπεινού και του εφικτού, έναντι του σπουδαιοφανούς και θεαματικού στην Ελλάδα δεν κερδίζει κανείς!

ΥΓ. Στην Ελλάδα γενικώς και στη Θεσσαλονίκη ειδικώς, λίγη σημασία δίνουμε στα μικρά έργα. Στα άυλα και στις δράσεις που μπορούμε να κάνουμε. Για παράδειγμα το γρήγορο internet που δεν υπάρχει μπορεί να βοηθήσει ουσιωδώς την ανάπτυξη των start ups επιχειρήσεων, τη βελτίωση εκπαιδευτικών υποδομών –πέρα από τις συνθήκες του κορωνοϊού η Θεσσαλονίκη είναι ζωηρό και μεγάλο εκπαιδευτικό κέντρο-, αλλά και την προώθηση του τουριστικού προϊόντος της περιοχής. Πρόκειται για δραστηριότητες που μπορούν να αποφέρουν κέρδη και να καταγράφουν υπεραξίες εις το διηνεκές.  

ΥΓ2. Όσοι ασχολούνται με τη Θεσσαλονίκη και την αναπτυξιακή της προοπτική αποφεύγουν τα δύσκολα. Ή –αν προτιμάτε- τα πολύ δύσκολα. Αποφεύγουν κυρίως την αξιοποίηση του θαλάσσιου μετώπου, μήκους 50 και κάτι χιλιομέτρων. Ο πραγματικός κρυμμένος θησαυρός της πόλης συνιστά δύσκολο εγχείρημα με πολλές πολιτικές παγίδες, αφού εμπλέκονται έξι – εφτά οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τρεις – τέσσερις δημόσιες υπηρεσίες.

ΥΓ3. Η Θεσσαλονίκη για να ξεφύγει από τη μικρομετριότητά της χρειάζεται πολλή δουλειά. Θεσμικές παρεμβάσεις, χάραξη στρατηγική, έργα από μπετόν αρμέ, αλλά και μικρές, άυλες παρεμβάσεις. Το θέμα είναι ότι απ’ όλα αυτά τα μόνο που εξαγγέλλονται είναι τα… χειροπιαστά. Όσα χρειάζονται μπουλντόζες και φαγάνες.  Επίσης, η Θεσσαλονίκη τα τελευταία 30 χρόνια έχει χάσει τρένα και τρένα. Κάποτε θα πρέπει να αρχίσει να φτάνει εγκαίρως στους σταθμούς για να τα προλαβαίνει.