Skip to main content

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αδειάζει την πρόεδρό της

«Παραπλανητικό» αποκαλεί τον χαρακτηρισμό του AGreekment ως «πραξικόπημα» το Γραφείο, ασκώντας κριτική στην πρόεδρο της Βουλής.

Εμφατικά αντίθετο στην άποψη της προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου περί «πραξικοπήματος», στέκεται στην τριμηνιαία, πολυσέλιδη έκθεσή του για την ελληνική οικονομία το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Η έκθεση, χωρίς να κατονομάζει την Πρόεδρο, αναφέρει χαρακτηριστικά πως «ο χαρακτηρισμός της δήλωσης της Συνόδου Κορυφής ως "πραξικόπημα" είναι, κατά την άποψή μας, παραπλανητικός και δεν διευκολύνει τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης».

Εξηγεί, δε, ότι ο χαρακτηρισμός αυτός «εμποδίζει την ορθολογική συζήτηση για συγκεκριμένα μέτρα και μεταρρυθμίσεις, όπως είναι ο νέος κώδικας πολιτικής δικονομίας και η ένταξη της χώρας στο ενιαίο ευρωπαϊκό πλαίσιο για την εξυγίανση των τραπεζών». 

«Η Δήλωση εκείνη έχει υπογραφεί από την ελληνική κυβέρνηση μετά από προηγούμενη εξουσιοδότηση της Βουλής για διαπραγμάτευση με μεγάλη πλειοψηφία, και κυρώθηκε από τη Βουλή με νόμο!15 Η Βουλή ψήφισε επίσης τους νόμους με τα προαπαιτούμενα και θα ψηφίσει την τελική συμφωνία (δανειακή σύμβαση και μνημόνιο) με τον ΕΜΣ», συνεχίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού και συμπληρώνει πως, εκτός τούτου, «υπήρχε εναλλακτική επιλογή η οποία θα οδηγούσε σε παράταση του αδιεξόδου στις διαπραγματεύσεις, με πιθανές εκβάσεις την άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη, την οποία κυβέρνηση και πλειοψηφία στη Βουλή και -όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις- η κοινή γνώμη απέρριπταν».

Συνεχίζοντας την επιχειρηματολογία του, το Γραφείο τονίζει πως «από θεσμική άποψη η συμφωνία της 12ης Ιουλίου ισοδυναμεί με «μερική αλλαγή καθεστώτος», με την έννοια ότι θα εξαλειφθούν οι παθογένειες του σημερινού προτύπου θεσμικής οργάνωσης της οικονομίας το οποίο αποτυγχάνει τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα».

Όπως σημειώνεται στην έκθεσή του, «οι μεταρρυθμίσεις αυτές έπρεπε να είχαν γίνει από καιρό (με ή χωρίς μνημόνια, π.χ. νέος κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ασφαλιστικό, τριγωνικές συναλλαγές, φορολογικό σύστημα, μηχανισμοί είσπραξης και ελέγχου φόρων και εισφορών, φορολόγηση πλούτου ala Bofinger, περιουσιολόγιο, καθεστώς προμηθειών και διαγωνισμών στο δημόσιο με έλεγχο ποιότητας, οργάνωση κοινωνικής οικονομίας). 

Εκτιμά, μάλιστα, πως εάν τα ανωτέρω πραγματοποιηθούν με συνέπεια, θα επιτραπεί η επιστροφή της χώρας σε «διατηρήσιμη και όχι πρόσκαιρη ανάπτυξη». «Αν τώρα πραγματοποιηθούν με συνέπεια, έστω υπό τις παρούσες δυσμενείς συνθήκες, τότε οι εσωτερικές δομές τη χώρας σε Δημόσια Διοίκηση, Δικαιοσύνη, φορολογικούς θεσμούς, ρυθμιστικό σύστημα των αγορών κλπ. θα προσαρμοσθούν στα δεδομένα της ΕΕ και θα επιτρέψουν την επιστροφή σε διατηρήσιμη (δηλαδή όχι πρόσκαιρη) ανάπτυξη, σε συνδυασμό βεβαίως με την περαιτέρω ροή εξωτερικών πόρων για την ανάπτυξη», σημειώνεται χαρακτηριστικά.

Ειδάλλως, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, «το βάρος θα πέσει πάλι στη μείωση των μισθών που επιδρά δυσμενώς στις μακροπρόθεσμες προοπτικές».

Τέλος, στην έκθεση αποτυπώνεται η πεποίθηση του Γραφείου πως «η ελληνική οικονομία και κοινωνία έχει ανεκμετάλλευτες αναπτυξιακές δυνατότητες που θα αξιοποιηθούν μετά από μια (επώδυνη πάντως) διαδικασία προσαρμογής σε συνδυασμό με στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης».