Skip to main content

Κούρασε το μεγάλο παραμύθι της… αναμενόμενης ανάπτυξης

Σε υπηρεσίες του δημοσίου ζητούνται περισσότερα έγγραφα από τα απαιτούμενα, χωρίς να αιτιολογηθεί σε ποιους νόμους ή εγκυκλίους στηρίζονται.

Έχω κουραστεί, ιδίως κατά την μνημονιακή περίοδο, να ακούω για την ανάπτυξη που… έρχεται. Παραλλήλως, απευθύνονται και εκκλήσεις προς ξένους επενδυτές να έρθουν στην Ελλάδα, χωρίς να απαντάται όμως το ερώτημα, γιατί αφού είναι καλό το επενδυτικό κλίμα για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, φεύγουν οι Έλληνες επιχειρηματίες;

Βεβαίως, εκτός από ωραιολογίες-αερολογίες δεν γίνεται αντιληπτή κάποια προσπάθεια έμπρακτης πειθούς των επενδυτών, ότι η κατάσταση στην Ελλάδα προσφέρει κίνητρα για επένδυση, ενώ απεναντίας, κυβερνητικά στελέχη και ομάδες φίλα προσκείμενων στον ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρούν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν τις ήδη προγραμματισμένες επενδύσεις, που βαίνουν κι αυτές προς ματαίωση.

Αν το κλίμα της οικονομίας είναι τόσο καλό, όσο λέγει η κυβέρνηση, απορώ επίσης γιατί υπουργοί, βουλευτές και στελέχη του κόμματος, δεν επαναπατρίζουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες του εξωτερικού στις ελληνικές, ώστε να στείλουν μήνυμα εμπιστοσύνης;

Θα θυμίσω μια παλιά συνέντευξη του Χορστ Ράιχενμπαχ, τονίζοντας την ανάγκη βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα και της βέλτιστης αξιοποίησης των πόρων του ΕΣΠΑ. Ο Ράιχενμπαχ, επικεφαλής τότε της Ομάδας Δράσης της Κομισιόν (Task Force), δεν αναφέρθηκε σε κάτι που αγνοούσαμε. Περιέγραψε τις εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και υποστήριξε ότι πρέπει να γίνουν πολλά στο πεδίο της επιχειρηματικότητας, ώστε να διευκολυνθούν οι Έλληνες επιχειρηματίες, αλλά και οι ξένοι επενδυτές.

Εκείνο που κανείς δεν ομολογεί στην Ελλάδα -όχι διότι το αγνοεί, αλλά επειδή έχει πολιτικό κόστος- είναι το πώς θα θεραπευτούν αυτές οι αδυναμίες. Αναφέρθηκε ο Ράιχενμπαχ στη γραφειοκρατία και στη διαδικασία αδειοδότησης. Πόσες και πόσες φορές δεν έχει γίνει αναφορά στους τρόπους περιορισμού της γραφειοκρατίας; Μόνο που δεν αρκεί να αλλάξει ολοκληρωτικά η δομή του ελληνικού κράτους, αλλά πρωτίστως πρέπει να αλλάξει και η νοοτροπία όλων μας.

Οι λόγοι ύπαρξης της γραφειοκρατίας είναι πολλοί. Και βέβαια, κάθε προσλαμβανόμενος αναξιοκρατικά πρέπει κάτι να κάνει. Πρώτα προσλαμβάνεται και μετά αναζητούν με τι θα ασχοληθεί. Η κατάρα των συμβούλων και των επιτροπών είναι γνωστή για το βόλεμα των ημετέρων, κατά κανόνα χωρίς τα απαιτούμενα προσόντα, τα οποία και δεν χρειάζονται, αφού συνήθως πρόκειται για θέσεις αργόσχολων.

Εφευρέθηκε επίσης, και η «επί πλέον σφραγίδα». Θυμούμαι τον Έβερτ, στην κυβέρνηση της Ν.Δ. του 1990, να επιδεικνύει ένα έγγραφο με επτά σφραγίδες, και να διαβεβαιώνει ότι δεν απαιτούνται όλες, υποσχόμενος ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί. Σήμερα, για το ίδιο έγγραφο χρειάζονται εννιά σφραγίδες. Κάτι παρόμοιο δηλαδή με τις υποσχέσεις περιορισμού των κρατικών αυτοκινήτων, που πάντα αυξάνονται, ή με τους διορισμούς ημετέρων ως «συμβούλων», που το 1990 ήσαν 3.000 και σήμερα ξεπέρασαν τις 10.000.

Υπάρχει και δεύτερος, σοβαρότερος λόγος, της ύπαρξης «πολλών σφραγίδων». Γνωρίζουμε περιπτώσεις, όπου σε Υπηρεσίες ζητούνται περισσότερα έγγραφα από τα απαιτούμενα, χωρίς να αιτιολογηθεί σε ποιους νόμους ή εγκυκλίους στηρίζονται. Μπορεί κάποιος υπάλληλος να ισχυριστεί ότι προσλαμβανόμενος συνεχίζει μια κατάσταση επειδή έτσι τη βρήκε, και αδιαφόρησε να εξετάσει τη νομιμότητα ή την αναγκαιότητά της.

Υπάρχουν όμως συναλλασσόμενοι επιχειρηματίες, που εκφράζουν υπόνοιες ότι αυτό γίνεται σκόπιμα, για να υπάρξει καθυστέρηση, να χαθεί πολύτιμος χρόνος και να αναγκασθεί ο συναλλασσόμενος πολίτης να δώσει κάποιο «δωράκι» για να γίνει γρήγορα η δουλειά του. Το είχε αποκαλέσει «γρηγορόσημο» ο π. πρωθυπουργός Κ. Σημίτης.

Και δεν είναι μόνον αυτό. Υπάρχουν υπόνοιες και για το ότι καθυστερεί η μηχανογράφηση στο δημόσιο -την ώρα που κάθε πιτσιρίκι παίζει τον υπολογιστή στα δάχτυλά του- διότι με τη χειρόγραφη διαδικασία δικαιολογείται η ύπαρξη υπαλλήλων και αποφεύγονται παραλλήλως οι διασταυρώσεις στοιχείων ώστε οι έκνομες ενέργειες δύσκολα να αποκαλύπτονται.

Ας μου πει κάποιος, ποια επέμβαση έγινε επ’ αυτών. Και δεν είναι τα μόνα.