Skip to main content

Ένα διαβατήριο επιτυχίας για τους εξαγωγείς της Βόρειας Ελλάδας

Οι εξαγωγές αυξάνονται σταθερά και διαμορφώνονται, πλέον, σε αξιοπρεπή επίπεδα σε σχέση με το ΑΕΠ, το οποίο «έχασε» σε λιγότερα από δέκα χρόνια 25%.

Το συνέδριο που οργανώνει την επόμενη Πέμπτη 21 Ιουνίου στο «Μακεδονία Παλάς» ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων για τις δυνατότητες που δίνει στις επιχειρήσεις η ψηφιακή οικονομία είναι απολύτως επίκαιρο. Ίσως να μη μπορούσε να βρεθεί καταλληλότερο θέμα στη δεδομένη συγκυρία. Διότι στα χρόνια των Μνημονίων η –εν πολλοίς και για πολλούς αναγκαστική- εξωστρέφεια των επιχειρήσεων έφερε αποτελέσματα. Οι εξαγωγές αυξάνονται σταθερά και διαμορφώνονται, πλέον, σε αξιοπρεπή επίπεδα σε σχέση με το ΑΕΠ, το οποίο «έχασε» σε λιγότερα από δέκα χρόνια 25%.

Το πιο σημαντικό, όμως, είναι αυτό που είπε στην προχθεσινή συνέντευξη Τύπου ο νέος πρόεδρος του ΣΕΒΕ κ. Γιώργος Κωνσταντόπουλος, ότι «οι ελληνικές εξαγωγές δεν έχουν ταβάνι». Μια βαρύνουσα άποψη, καθώς προέρχεται από ένα μέλος μιας ενεργούς επιχειρηματικής οικογένειας, που δραστηριοποιείται επιτυχώς από την ελληνική περιφέρεια και σε όλες τις δουλειές της προάγει αποδοτικά την εξωστρέφεια. Από τη μια πουλάει ελληνικά προϊόντα αγροδιατροφής σε όλο τον κόσμο και από την άλλη υποδέχεται στην Ελλάδα και φιλοξενεί με υψηλές προδιαγραφές επισκέπτες και τουρίστες από το εξωτερικό. Και στις δύο περιπτώσεις χρήματα από το εξωτερικό μπαίνουν στη χώρα για να στηρίξουν δραστηριότητες στην Ελλάδα. Αυτή άλλωστε είναι η ουσία και το μεγάλο όφελος της κοινωνίας από τις εξαγωγές.

Η αύξηση, όμως, της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων για την επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερων πωλήσεων ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών στις ξένες αγορές δεν μπορεί να φτάσει στα ακόμη υψηλότερα επιθυμητά επίπεδα, εάν δεν μπουν στο παιχνίδι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις. Σήμερα το προνόμιο της συναλλαγής με το εξωτερικό με την ιδιότητα του πωλητή το έχει ένα μικρό ποσοστό  ελληνικών επιχειρήσεων, κυρίως μεγάλες. Η συντριπτική πλειοψηφία των μικρομεσαίων, ακόμη κι αν έχει προϋποθέσεις εξωστρέφειας, εξακολουθεί να «σιγοβράζει» στην εγχώρια αγορά, στην οποία τα τελευταία χρόνια της ύφεσης η κατανάλωση έχει υποχωρήσει και είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα ανακάμψει σύντομα. Άλλωστε όλοι στην Ελλάδα λίγο πολύ έχουν συνειδητοποιήσει ότι το ελληνικό πρόβλημα προέκυψε –μεταξύ άλλων- επειδή η οικονομία λειτουργούσε και αναπτύσσοντας κυρίως με χρήματα που έμπαιναν στη χώρα από το εξωτερικό –κυρίως από δάνεια του κράτους και επιδοτήσεις από την ΕΕ- τα οποία την άλλη ώρα έφευγαν από τη χώρα μέσω της κατανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.

Η αύξηση, λοιπόν, του αριθμού των ελληνικών επιχειρήσεων που θα πραγματοποιούν πωλήσεις σε ξένες αγορές προϋποθέτει να μπουν στο παιχνίδι και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Να αυξηθεί η βάση των εξαγωγικών εταιριών. Σε αυτή την κατεύθυνση η ψηφιακή οικονομία, που επιβάλλει τον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων, αποτελεί διαβατήριο. Στην ουσία χωρίς τα ψηφιακά εργαλεία –τόσο στην οργάνωση και την παραγωγή, όσο και το μάρκετινγκ, τις πωλήσεις και τις μεταφορές- μια μικρομεσαία ελληνική επιχείρηση ελάχιστα μπορεί να κάνει για να ενισχύσει ουσιαστικά την εξωστρέφεια της. Στις αγορές του εξωτερικού, που δεν είναι απλώς διεθνείς, αλλά παγκοσμιοποιημένες, η πρόσβαση μπορεί να φαίνεται σχετικά εύκολη και εφικτή, αλλά δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Η υπερπροσφορά δημιουργεί σκληρό, αδυσώπητο ανταγωνισμό, κάτι που συχνά κάνει το σπορ των εξαγωγών ακριβό, ιδιαίτερα όταν ασκείται κατά μόνας. Τα ψηφιακά δίκτυα συμβάλλουν στην προσέγγιση των αγορών –ιδιαίτερα στα πρώτα δύσκολα βλήματα-, ενώ μπορούν να παίξουν αποφασιστικό ρόλο –πέραν του κόστους- στην ταχύτητα και στην αξιοπιστία μιας συνεργασίας, σε μια εποχή που ακριβώς λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού, η ταχύτητα και η αξιοπιστία συνιστούν συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Το αρνητικό στην προσπάθεια του ΣΕΒΕ να πείσει τα μέλη του να ενστερνιστούν και να εκπαιδευτούν στο ψηφιακό επιχειρείν είναι η μάλλον συντηρητική νοοτροπία που έχουν πολλοί Έλληνες επιχειρηματίες, ιδιαίτερα στο χώρο των μικρομεσαίων. Παρά το ότι η εικόνα αλλάζει σταδιακά με την είσοδο των νεότερων γενεών στη διοίκηση, ο ρυθμός διείσδυσης των ψηφιακών μεθόδων και πρακτικών παραμένει εξαιρετικά αργός σε σχέση με τις ανάγκες που υπάρχουν και είναι κατεπείγουσες. Όπως συμβαίνει πάντοτε σε ζητήματα αλλαγής νοοτροπίας, η ζωή –στην προκειμένη περίπτωση η αγορά- παρέχει διεξόδους. Μόνο που στην επιχειρηματικότητα όταν οι αλλαγές είναι συγκροτημένες, προγραμματισμένες, έχουν στρατηγική στόχευση και γίνονται εγκαίρως είναι πιο παραγωγικές. Αντίθετα, όταν συμβαίνουν υπό πίεση έχουν περιορισμένα αποτελέσματα.

Με αυτά τα δεδομένα το συνέδριο του ΣΕΒΕ μπορεί να αποβεί χρήσιμο για όλους, ως μια καλή ευκαιρία: Οι προχωρημένες ψηφιακά επιχειρήσεις κάτι παραπάνω θα μάθουν. Όσες το σκέφτονται και το ψιλοεφαρμόζουν σίγουρα θα ενθαρρυνθούν περισσότερο βλέποντας «ζωντανά» παραδείγματα. Ακόμη και επιχειρήσεις που δεν τις απασχολεί καθόλου το θέμα –αν και δύσκολο να υπάρχουν- θα αποκτήσουν ερεθίσματα, ώστε κάποια στιγμή να κάνουν τα πρώτα βήματα, που τη συνέχεια θα φέρουν τα επόμενα, τα επόμενα, τα επόμενα κ.ο.κ. Καμία πρόοδος στη ζωή δεν είναι εύκολη. Πολύ περισσότερο όταν μιλάμε για αληθινή επανάσταση, την 4η βιομηχανική επανάσταση και κάτι παραπάνω. Για ένα πραγματικά νέο κεφάλαιο, πολλά σημεία του οποίου είναι γραμμένα σε μια νέα γλώσσα. Αναλογιστείτε τη βασική δυσκολία: Να πράττουμε ψηφιακά, ενώ σκεφτόμαστε αναλογικά. Ή διαφορετικά: Σε έναν κόσμο που σε σημαντικό βαθμό κινείται ακόμη αναλογικά, να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε, άρα και να πράττουμε, ψηφιακά.

ΥΓ. Πολλοί ανάμεσά μας θεωρούν ψηφιακή οικονομία σχεδόν αποκλειστικά το ηλεκτρονικό εμπόριο. Λάθος. Εάν τα πράγματα ήταν τόσο απλά, ενδέχεται να ήταν και εύκολα. Το ψηφιακό επιχειρείν είναι κάτι πολύπλοκο, που όταν εφαρμόζονται οι μέθοδοι του έχει την ικανότητα να απλοποιήσει πολλά πράγματα και ταυτόχρονα να μεγιστοποιήσει τα αποτελέσματα.