Skip to main content

Το σύνθημα «Θεσσαλονίκη-Κωδικός 2030» αφορά ολόκληρη την Ελλάδα

Μια Ελλάδα με τη Θεσσαλονίκη ασθμαίνουσα και τον Βορρά σε οικονομική υπανάπτυξη, δεν μπορεί να σταθεί ισότιμα δίπλα στις ανεπτυγμένες οικονομίες

Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας της Θεσσαλονίκης. Για πολλούς λόγους. Κυρίως, όμως, επειδή η Διεθνής Έκθεση σηματοδοτεί κάθε χρόνο την έναρξη της νέας περιόδου. Τις τελευταίες πέντε δεκαετίες οι πρωθυπουργοί επιλέγουν το βήμα των εγκαινίων της ΔΕΘ για να εξαγγείλουν την οικονομική πολιτική που σκοπεύουν να ασκήσουν την επόμενη χρονιά. Παράλληλα, τιμώντας την πόλη που τους φιλοξενεί, αναφέρονται πάντοτε ειδικά στα θέματα της Θεσσαλονίκης, που με τη σειρά της περιμένει κάθε Σεπτέμβρη να ακούσει κάτι για το μέλλον της. Αντίστοιχα οι άλλοι πολιτικοί ανεβαίνουν, επίσης, στη Θεσσαλονίκη για να απαντήσουν στην κυβέρνηση. Ιδιαίτερα η εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση, ως κυβέρνηση εν αναμονή, «καταλαμβάνει» το δεύτερο Σαββατοκύριακο της ΔΕΘ και ο αρχηγός επαναλαμβάνει το πρόγραμμα του πρωθυπουργού. Ομιλία στο Βελλίδειο το βράδυ του Σαββάτου, επιλεγμένες συναντήσεις, συνέντευξη Τύπου εφ’ όλης της ύλης το μεσημ΄ρι της Κυριακής.

Ο Σεπτέμβρης του 2022 δεν διαφέρει και πολύ από τους προηγούμενους, σε ό,τι αφορά τα διαδικαστικά. Η διαφορά είναι ότι επί της ουσίας η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη μιας τρίτης κατά σειρά σοβαρής κρίσης. Προηγήθηκαν η χρεοκοπία με τα τρία μνημόνια, η πανδημία του κορωνοϊού και τώρα ο ενεργειακός πόλεμος, που έχει ήδη πυροδοτήσει μια οικονομική κρίση σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι επόμενοι μήνες -ίσως και τα επόμενα δύο τρία χρόνια- προβλέπονται εξαιρετικά δύσκολα, κάτι που καθιστά τον πολιτικό διάλογο που αναπτύσσεται στο πλαίσιο της 86ης ΔΕΘ ακόμη πιο κρίσιμι και εξ’ ορισμού ενδιαφέροντα.

Η θετική συγκυρία

Σε αυτό το σκηνικό θα περίμενε κανείς τα ζητήματα που αφορούν πιο στενά τη Θεσσαλονίκη να μπουν σε δεύτερη μοίρα, κάτι που εν μέρει συνέβη, επειδή ο πρωθυπουργός μίλησε για την πόλη εν συντομία. Έτσι κι αλλιώς τα θέματα αυτά το επόμενο διάστημα θα βρίσκονται σε μόνιμη επικαιρότητα αφενός λόγω της προεκλογικής περιόδου, στην οποία ατύπως έχουμε εισέλθει και αφετέρου επειδή πρόκειται για ζητήματα εν εξελίξει. Διότι αυτή τη στιγμή η Θεσσαλονίκη έχει στραμμένο το βλέμμα στο εμβληματικό 2030, ένα ορόσημο που όλοι όσοι ασχολούνται με τα κοινά της πόλης βλέπουν να συγκλίνουν και να αποδίδουν οι πρωτοβουλίες –χωρίς υπερβολή- δεκαετιών. Στο κάτω κάτω η ζωή, αλλά και η πολιτική, ποντάρουν πολλά στην προοπτική, συχνά περισσότερα απ’ ότι στην παρούσα στιγμή. Άλλωστε ο προγραμματισμός -κακά τα ψέματα- βολεύει τόσο όσους τον καταρτίζουν, όσο και αυτούς που γίνονται αποδέκτες. Αντίθετα δυσκολεύει και συνήθως εκθέσει όσους τυχαίνει να τον υλοποιούν. Στην προκειμένη περίπτωση στη Θεσσαλονίκη του 2030 είναι εξαιρετικά πιθανό να έχουμε -μεταξύ άλλων- τις ακόλουθες μείζονες εξελίξεις:

Πρώτον, την ωρίμανση της λειτουργία της βασικής γραμμής του μετρό και της προέκτασης προς τα ανατολικά, που προβλέπεται στα τέλη του 2023 και αρχές του 2024, οπότε θα αλλάξει ο ρυθμός της πόλης. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2030 θα έχει σχεδιαστεί και η επέκταση στα δυτικά του πολεοδομικού συγκροτήματος.

Δεύτερον, την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι. Πρόκειται για το μεγάλο πρότζεκτ που θα αλλάξει τον προσανατολισμό της Θεσσαλονίκης, πιθανόν και τη μοίρα της. Προφανώς δεν είναι μια δουλειά που θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2030, με δεδομένο το μέγεθος και την πολυπλοκότητά της. Αλλά θα έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό και η προοπτική θα προβάλλει ολοζώντανη και συγκεκριμένη.

Τρίτον, οι άλλες -μικρότερου μεγέθους- αναπλάσεις που σχεδιάζονται θα έχουν ολοκληρωθεί και θα έχουν ενταχθεί στον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό της Θεσσαλονίκης. Από το πρώην στρατόπεδο του Παύλου Μελά με τα τρία μουσεία στα δυτικά, μέχρι την παλιά παραλία που θα επεκταθεί με την τοποθέτηση ντεκ, την πλατεία Αριστοτέλους, που θα πάρει νέα μορφή, και το εκθεσιακό κέντρο της Διεθνούς Εκθέσεως, που με τα σημερινά δεδομένα υπολογίζεται να ολοκληρωθεί το 2028, αλλά και τη νέα Τούμπα στα ανατολικά αναμένεται να αλλάξουν την εικόνα των περιοχών που βρίσκονται και συνολικά ολόκληρης της Θεσσαλονίκης.

Τέταρτον, η ανάπτυξη του λιμανιού -μετά την ολοκλήρωση της επέκτασης της 6ης προβλήτας το 2026- θα έχει φτάσει σε σημείο να επηρεάζει αισθητά την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης. Με την μεταφορική δυνατότητα του λιμανιού αναβαθμισμένη και την οδική και σιδηροδρομική του σύνδεση με τα κύρια δίκτυα της χώρας ολοκληρωμένη η θέση της πόλης στον χάρτη της Νοτιοανατολικής και της Κεντρικής Ευρώπης θα αποκτήσει πραγματική βαρύτητα, ως επίκεντρο της ευρύτερης περιοχής.

Πέμπτον, η ολοκλήρωση σημαντικών υποδομών που στηρίζουν την επιχειρηματικότητα, όπως το τεχνολογικό πάρκο 4ης γενιάς ThessIntec, το Επιχειρηματικό Πάρκο που θα προκύψει από τη μεγάλη άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση στο Καλοχώρι και το εμπορευματικό κέντρο στο Στρατόπεδο Γκόνου, αναμένεται να προσδώσουν νέα δυναμική στη Θεσσαλονίκη ως επενδυτικό προορισμό.

Έκτον, ο ολοκλήρωση της νέας υπερυψωμένης περιφερειακής οδού, του ονομαζόμενου flyover, θα δώσει ακόμη μεγαλύτερες κυκλοφοριακές ανάσες στο πολεοδομικό συγκρότημα, κάτι που θα ωφελήσει αφενός τις μεταφορές και τις μετακινήσεις και αφετέρου την εμπορική και τουριστική κίνηση στο κέντρο της πόλης.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό με αρκετές μικρότερου μεγέθους ιδιωτικές επενδύσεις, κυρίως στα πεδία του τουρισμού, της καινοτομικότητας, της παραγωγής, των logistics και των μεταφορών, αλλά και την ολοκλήρωση των απαιτούμενων ψηφιακών υποδομών, αναμένεται να δημιουργήσουν νέες οικονομικές συνθήκες, με αύξηση του πλούτου και της απασχόλησης. Ακόμη και ο διπλασιασμός της δυναμικότητας του διυλιστηρίου νερού της ΕΥΑΘ, αλλά και τα αντιπλημμυρικά έργα που έχουν ωριμάσει θα ενδυναμώσουν βασικές υποδομές της Θεσσαλονίκης, που χρειάζονται για την οικονομική και κοινωνική της αναβάθμιση.

Χωρίς αμφιβολία οι εξελίξεις των επόμενων χρόνων δικαιολογούν πλήρως τον τίτλο «Θεσσαλονίκη – Κωδικός 2030», που αξιοποιήθηκε από τη Voria.gr τόσο σε αρθρογραφία που φιλοξένησε το τελευταίο διάστημα, όσο και στην πρόσφατη έντυπη έκδοσή της επ’ ευκαιρία της 86ης ΔΕΘ.

Χωρίς αμφιβολία το επόμενο διάστημα έχει για τη Θεσσαλονίκη ξεχωριστό ενδιαφέρον. Προφανώς θα υπάρξουν μικρές νίκες, αλλά και –ελπίζουμε λίγες- καταστροφές, υπό την έννοια ότι η Θεσσαλονίκη έχει μακρά αρνητική παράδοση χαμένων ευκαιριών και χρονοβόρων καθυστερήσεων. Σε τελευταία ανάλυση η οικονομική, παραγωγική και κοινωνική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης πέρα από τους ανθρώπους που έχουν συνδέσει τη ζωή τους με την πόλη και την ευρύτερη περιοχή, αφορά το σύνολο της χώρας. Μια Ελλάδα με τη Θεσσαλονίκη ασθμαίνουσα και τον Βορρά σε οικονομική υπανάπτυξη, όπως σε σημαντικό βαθμό ισχύει σήμερα, δεν μπορεί να σταθεί ισότιμα δίπλα στις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ούτε να διεκδικήσει αναβαθμισμένο ρόλο στην Ευρώπη.