Skip to main content

Τρέχουν για να κλείσουν εκκρεμότητες, περιμένοντας τα λεφτά της ΕΚΤ

Το πρώτο πρόγραμμα διήρκεσε από το 2015 ως το 2018 και κόστισε 2,6 τρις ευρώ, αλλά δυστυχώς η Ελλάδα, λόγω κρίσης, έμεινε εκτός.

Μάλλον συγκεχυμένα είναι τα μηνύματα που έρχονται από το Βερολίνο και την τελευταία συνεδρίαση του Bundesverfassungsgericht (σσ πρόκειται για το γερμανικό Συνταγματικό Δοκαστήριο), που εξέτασε και πάλι το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να αποφανθεί αν πρόκειται για παρεμβατική ή απλώς για οικονομική πολιτική, στο πλαίσιο των ευρύτερων αρμοδιοτήτων της.

Όπως λένε όσοι είναι σε θέση να γνωρίζουν τον τρόπο λειτουργίας αυτών των ινστιτούτων, από τα συμπεράσματα που θα εξαχθούν, θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και το αν η ΕΚΤ θα επαναλάβει το ίδιο πρόγραμμα, προσεχώς. Υπενθυμίζεται ότι το πρώτο πρόγραμμα διήρκεσε από το 2015 ως το 2018 και κόστισε 2,6 τρις ευρώ, αλλά η Ελλάδα, λόγω κρίσης, έμεινε εκτός. Κι αυτό ενώ ήταν η χώρα με τις μεγαλύτερες ανάγκες. Γι αυτό και η κυβέρνηση στην Αθήνα είναι πεπεισμένη ότι αν ξαναδοθεί ευκαιρία, δεν πρέπει να χαθεί. Και στο πλαίσιο αυτό προετοιμάζεται κλείνοντας όλες τις εκκρεμότητες.

Για παράδειγμα, πολύ πιο γρήγορα έτρεξαν τις εξελίξεις αναφορικά με την ολική άρση των capital controls από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Κι έτσι εξηγούνται όλα. Εξηγείται, για παράδειγμα, γιατί το υπουργείο Οικονομικών κατέθεσε σε χρόνο dt στην Τράπεζα της Ελλάδας το προσχέδιο του για την άρση των περιορισμών, κι εξασφαλίστηκε πριν από το τέλος Αυγούστου η απαραίτητη έγκριση από τους θεσμούς, που οδήγησε στην πρόωρη άρση των περιορισμών. Και ποια θα είναι η συνολική κατάληξη όλων των παραπάνω; Αρχές του επόμενου χρόνου – και όχι τέλη, όπως αναμένονταν αρχικά – θα ανακοινωθεί η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, πολύ θα ήθελε να δρομολογηθεί πριν από την Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, αλλά κάτι τέτοιο στην πορεία αποδείχθηκε αδύνατο.