Skip to main content

Τσίπρας: Δίχως ρεβανσισμό η ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου

Τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, χωρίς ρεβανσισμό ή πολιτικούς όρους, εξήγγειλε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός. Τι είπε για Στουρνάρα.

Τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, χωρίς ρεβανσισμό ή πολιτικούς όρους, εξήγγειλε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου των Ανεξάρτητων Ελλήνων Νίκου Νικολόπουλου. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές πως όσοι κάνουν χρήση συχνοτήτων θα πρέπει να πληρώσουν.

Παράλληλα, ο ίδιος επισήμανε πως θα υπάρξει «διαφανής και αδιάβλητος» διαγωνισμός για τις άδειες και ότι θα αποδοθεί ο φόρος συχνοτήτων που δεν έχει καταβληθεί.

Σε ό,τι αφορά τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ο πρωθυπουργός είπε πως απαιτεί να είναι συνεπής με το έργο του, που είναι η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και διαβεβαίωσε ότι θα κριθεί από αυτό.

Διαβεβαίωσε, ακόμη, πως «δεν αντιμετωπίζουμε το θέμα των ΜΜΕ με πολιτικούς όρους, τι είναι το κάθε κανάλι, ποια στάση κρατάει», ενώ ξεκαθάρισε πως θα μιλήσει «με όρους δημοσίου συμφέροντος». «Είναι αδιανόητο για μία κυβέρνηση να συνδέει την ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου με τον έλεγχο του περιεχομένου των καναλιών. Αυτό δεν πρέπει να συμβεί», είπε και πρόσθεσε πως «αν το πλαίσιο δεν είναι διάφανο, αν ρυθμίζεται κάθε φορά σε συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, διαμορφώνεται ομερτά, είναι ο ορισμός της διαπλοκής».

Ταυτόχρονα, σημείωσε πως για την κυβέρνηση «πρωταρχική προτεραιότητα είναι η ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου με την διεξαγωγή διαφανούς και αδιάβλητου διαγωνισμού που θα χορηγήσει άδειες και θα αποφέρει έσοδα, που είναι αναγκαία στην παρούσα φάση», ενώ παράλληλα «θα δώσουν λογαριασμό αν τηρούν το νόμο όσοι έκαναν χρήση των συχνοτήτων».

Αναφερόμενος στα 26,4 εκατ. ευρώ που οφείλουν για τέλη χρήσης συχνοτήτων τα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι «πρέπει βάσει του νόμου να αποδοθεί. Τεχνικά λογιστικά κόλπα που εμφανίζουν ισοσκελισμένες τις απαιτήσεις δεν πρόκειται να αναγνωριστούν». «Δεν έχει γίνει ποτέ θέμα στα δελτία των 8 το ότι η κατάληψη των συχνοτήτων δεν έχει αποδώσει τα οφειλόμενα από το νόμο στο δημόσιο ταμείο», σημείωσε.

Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις από το μιντιακό σύστημα, ξεκαθάρισε πως «δεν μας ενδιαφέρει αν αυτοί που καλούνται να εφαρμόσουν το νόμο είναι φιλικοί απέναντί μας. Καλοδεχούμενη και η κριτική. Τα παράσημά μας είναι οι επιθέσεις από αυτούς που δεν τηρούν το νόμο. Είναι παράσημα αξιοπιστίας».

Εν συνεχεία, ερωτηθείς από τον κ. Νικολόπουλο για την υπόθεση Μπόμπολα στον οποίο επιβλήθηκε πρόστιμο για φοροδιαφυγή όταν ελέγχθηκε για τη λίστα Λαγκάρντ, ο πρωθυπουργός απάντησε: «Ούτε είχα ενημερωθεί ούτε γνώριζα ποια πρόσωπα είχαν κληθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης. Απλά ζήτησα να ελεγχθούν πόσοι βρίσκονται στη λίστα Λαγκάρντ. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, όπως και αν λέγεται». «Η κυβέρνηση δεν έχει ρεβανσιστική διάθεση», επανέλαβε.

Για τον κ. Στουρνάρα, τόνισε ότι «εμείς απέναντι στους ανθρώπους που ασκούν με ευθύνη ένα σημαντικό έργο δεν θα κρίνουμε το έργο τους ανάλογα με το αν έχουμε τις ίδιες απόψεις, ούτε ερχόμαστε με διάθεση να ρεβανσισμού ή αντεκδίκησης. Όμως απαιτούμε να είναι συνεπείς στο έργο που έχουν αναλάβει. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος θα κριθεί από την ικανότητά του να φέρει εις πέρας την καλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Έχει πολύ μεγάλη ευθύνη και γι’ αυτή θα κριθεί». Επεσήμανε μάλιστα ότι στην Εξεταστική Επιτροπή για το μνημόνιο «όπου υπάρχουν ενδείξεις για ευθύνες όχι μόνο πολιτικές, η Επιτροπή δεν θα διστάσει να φέρει το θέμα στην Ολομέλεια».

Επιπροσθέτως, περιέγραψε το ισχύον καθεστώς στο χώρο της ραδιοτηλεόρασης ως το «τρίγωνο της αμαρτίας». «Οι τράπεζες σε μία περίοδο που σταμάτησαν να χρηματοδοτούν τους υγιείς επιχειρηματίες συνέχισαν να δανειοδοτούν ΜΜΕ που δεν είχαν τις προϋποθέσεις. Τα ΜΜΕ στήριζαν τις κυβερνήσεις, που αυτές με την σειρά τους έδιναν την δυνατότητα να ασκείται πλημμελής έλεγχος για τους όρους δανεισμού (…) Αυτόν τον κύκλο διαπλοκής – συναλλαγής έχουμε αποφασίσει να κόψουμε», δεσμεύθηκε, ενώ σημείωσε πως ακόμη και οι δανειστές το 2010 «έθεσαν το ζήτημα των συχνοτήτων λέγοντας ότι τις παραχωρούμε τζάμπα». «Αυτή όμως ήταν η αρχική θέση τους. Στο συγκεκριμένο ζήτημα ήταν εξαιρετικά ευέλικτοι, σε αντίθεση με το ζήτημα των μισθών και των συντάξεων, γιατί οι κυβερνήσεις των μνημονίων είχαν ισοδύναμα μέτρα να προτείνουν για να μην διαταράξουν το σύστημα της διαπλοκής θεωρώντας ότι είναι καλύτερα να κοπούν οι συντάξεις παρά να τα βάλεις με αυτούς που σε στηρίζουν», σημείωσε.

Αναφερόμενος στη μετάβαση στο ψηφιακό τοπίο υπογράμμισε πως «ήταν μία μπίζνα σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Η προηγούμενη κυβέρνηση για λόγους σκοπιμότητας έδωσε σε όσους είχαν τις συχνότητες να έχουν δυνατότητα να περάσουν χωρίς κόστος στο ψηφιακό σήμα φτιάχνοντας οι ίδιοι εταιρεία πάροχο». Έκανε λόγο για «σχέση διαπλοκής και αλληλοσυγκάλυψης ανάμεσα στις κυβερνήσεις και στους κάθε είδους εργολάβους, σχέση ετεροβαρής για το δημόσιο συμφέρον».

Σημειώνεται πως ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στον «βασικό μέτοχο» υπογραμμίζοντας ότι στην περίπτωση αυτή «απεδείχθη ότι οι επιχειρήσεις είχαν περισσότερη δύναμη από τις κυβερνήσεις. Ή ότι οι κυβερνήσεις μπορεί να είχαν την πρόθεση, αλλά δεν ήταν αποφασισμένες να φτάσουν ως το τέλος». «Και όταν ανοίγεις μία κόντρα πρέπει να είσαι αποφασισμένος ως το τέλος, αλλιώς καλύτερα να μην την ανοίξεις καθόλου», πρόσθεσε με νόημα.

Τόνισε, δε, ότι «η απορρύθμιση στο ραδιοτηλεοπτικό ξεκίνησε από το 1989 με ένα τρόπο αδιανόητο για ένα δυτικό ευρωπαϊκό κράτος. Ο τρόπος που κάποιοι απόκτησαν το δικαίωμα να έχουν συχνότητες θυμίζει τον τρόπο που στα ανατολικά κράτη παραδόθηκε η δημόσια περιουσία σε ολιγάρχες».

«Το αποτέλεσμα ήταν πως ενώ οκτώ κυβερνήσεις είχαν στις προγραμματικές τους δηλώσεις την ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, δεν μπόρεσαν να κάνουν διαγωνισμό γιατί αυτοί που απέκτησαν ως ολιγάρχες το δικαίωμα χρήσης των συχνοτήτων είχαν αρκετή δύναμη για να επιβάλουν στις κυβερνήσεις να μην γίνεται τίποτα», κατέληξε ο πρωθυπουργός.