Skip to main content

ΤτΕ: Προϋπόθεση για τις αγορές η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων

«Καμπανάκι» για την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση και την περικοπή των επενδυτικών δαπανών - Βλέπει θετικές εξελίξεις στα δημόσια οικονομικά

Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη και τη διατηρήσιμη επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, υπογραμμίζει η Τράπεζα της Ελλάδος στην ενδιάμεση έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική, ενώ χτυπά «καμπανάκι» για την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση και την περικοπή των επενδυτικών δαπανών.

Όπως σημειώνεται στην έκθεση της ΤτΕ, η ολοκλήρωση του προγράμματος αποτελεί ένα σημαντικό ορόσημο, με θετικές επιδράσεις στο οικονομικό κλίμα και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, η ΤτΕ προειδοποιεί εκ νέου πως η διατηρήσιμη επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κρατικών ομολόγων θα είναι η ασφαλέστερη ένδειξη ότι η οικονομία έχει υπερβεί την κρίση.

Όπως τονίζει η ΤτΕ, στο διάστημα που μεσολάβησε από την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής, η ελληνική οικονομία συνέχισε να ανακάμπτει. Όμως, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, λόγω αναταράξεων στις διεθνείς αγορές, ιδιαίτερα στην Ιταλία, αλλά και λόγω της ανησυχίας σχετικά με το ενδεχόμενο ανατροπής μεταρρυθμίσεων που είχαν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος. Ως αποτέλεσμα, οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος δανεισμού, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει ακόμη επιστρέψει στην κανονικότητα.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, η υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που στηρίζουν τη δυνητική ανάπτυξη αποτελεί προϋπόθεση για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών και να καταστεί δυνατή η επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές με βιώσιμους όρους. Παράλληλα, θα πρέπει να διαφυλαχθούν τα έως τώρα επιτεύγματα των μεταρρυθμίσεων, να αποφευχθεί η ανατροπή συμφωνημένων πολιτικών, η οποία δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους για την οικονομία ενώ παράλληλα υπονομεύει την αξιοπιστία της ασκούμενης πολιτικής, και, τέλος, να αντιμετωπιστούν δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν ψηφισμένα από τη Βουλή μέτρα και θέτουν σε κίνδυνο τους δημοσιονομικούς στόχους μεσοπρόθεσμα, αλλά και τη βιωσιμότητα του χρέους.

Η δυναμική άνοδος των εξαγωγών και η ανάκαμψη της κατανάλωσης κινητήριος μοχλός της οικονομίας

Η ΤτΕ παρατηρεί ότι σε συνέχεια της ανάκαμψης του 2017, η οικονομική δραστηριότητα στη διάρκεια του εννεαμήνου του 2018 επιταχύνθηκε, με το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές να καταγράφει άνοδο κατά 2,1% έναντι της ίδιας περιόδου του 2017. Βασικοί πυλώνες της μεγέθυνσης της οικονομίας το εννεάμηνο του έτους ήταν οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών και η ιδιωτική κατανάλωση.

Σύμφωνα με τους έως τώρα διαθέσιμους δείκτες οικονομικής δραστηριότητας, τόσο από την πλευρά της προσφοράς όσο και από την πλευρά της ζήτησης, εκτιμάται από την ΤτΕ ότι η ανάκαμψη συνεχίστηκε και το δ’ τρίμηνο του έτους, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ενδείξεις αύξησης της αβεβαιότητας που προέρχεται κυρίως από το εξωτερικό περιβάλλον, όπως καταγράφονται στην εξέλιξη του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος τους τελευταίους μήνες, αλλά και στην επιβράδυνση της ανόδου της βιομηχανικής παραγωγής σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Ο πληθωρισμός, όπως αποτυπώνεται στον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, επέστρεψε σε θετικό έδαφος το 2017, αλλά στη διάρκεια του 2018 κινήθηκε ηπιότερα, λόγω των επιδράσεων βάσης στα ενεργειακά αγαθά και στα επεξεργασμένα είδη διατροφής. Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου επέδρασαν κατά την ΤτΕ αυξητικά, ενώ οι τιμές των μη ενεργειακών αγαθών συνεχίζουν να καταγράφουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής.

Θετικές εξελίξεις στα δημόσια οικονομικά - Παραμένει η μεγάλη έμφαση στη φορολογία

Η ΤτΕ αποτιμά θετικά τις εξελίξεις στον δημοσιονομικό τομέα. Το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης το 2017, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τον ορισμό του προγράμματος, διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα 4,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σημαντικά το στόχο για πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ, για τρίτο συνεχές έτος. Η υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου που παρατηρείται τα τελευταία έτη συμβάλλει κατά την ΤτΕ στη συγκράτηση του δημόσιου χρέους και ενισχύει την εμπιστοσύνη των αγορών, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής διαχείρισης αλλά και την αποφασιστικότητα των ελληνικών αρχών να επιτύχουν τους καθορισμένους δημοσιονομικούς στόχους.

Ωστόσο, όπως προειδοποιεί η ΤτΕ, η δημοσιονομική υπεραπόδοση επιφέρει αρνητική επίδραση στην πραγματική οικονομία, καθώς βασίζεται στην αυξημένη φορολογική επιβάρυνση και στην περικοπή των επενδυτικών δαπανών, με αποτέλεσμα την αποθάρρυνση των επενδύσεων, την αποδυνάμωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ, αλλά και την αύξηση της παραοικονομίας.