Skip to main content

Β. Ελλάδα: Τα ξένα χέρια και οι άυλες αξίες στην εξίσωση της ανάπτυξης

Οι μικρές ψηφίδες διαμορφώνουν τη μεγάλη εικόνα, κάτι που στην Ελλάδα συχνά ξεχνάμε ή να ξεπερνάμε, επιμένοντας να μιλάμε γενικά και αόριστα.

Αν δύο από τους βασικούς παράγοντες που κινούν την ιστορία είναι το οικονομικό συμφέρον –ο Τρωικός Πόλεμος δεν έγινε για τα μάτια της Ωραίας Ελένης, αλλά για τα διόδια στον Ελλήσποντο- και η νοοτροπία –υπάρχουν περιοχές του πλανήτη που η αμοιβή δεν αποτελεί κανενός είδους κίνητρο για να δουλέψει κάποιος- τότε η Ελλάδα έχει τεράστια ανηφόρα να ανέβει.

Αν, μάλιστα, όπως ισχυρίζονται οι οικονομολόγοι και οι ιστορικοί, οι χώρες που ανθούν οικονομικά έχουν διαχρονικά ισχυρούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς, τότε η ανηφόρα της χώρας μας έχει πολύ μεγάλη κλίση και η προσπάθεια πρέπει να είναι έντονη, επίμονη και –κυρίως- σε πολλαπλά επίπεδα. Πόσοι θα στοιχημάτιζαν υπέρ; 

Τις προηγούμενες ημέρες σε εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη μάθαμε ορισμένα πράγματα. Σημειώστε:

Πρώτον, ότι ενώ στα χρόνια της κρίσης οι εξαγωγές των ελληνικών τροφίμων αυξήθηκαν κατά 45% το πρόβλημα δεν είναι η εξεύρεση νέων αγορών. Δεν είναι καν η μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων. Μεγάλο εμπόδιο είναι η συλλογή της πρώτης ύλης, της αγροτικής παραγωγής. Όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ Γ. Κωνσταντόπουλος σε ημερίδα για την αγροδιατροφή, το πιθανότερο σενάριο είναι ένα σοβαρό ποσοστό από τις ελιές που φέτος είναι φορτωμένα τα ελαιόδενδρα της Χαλκιδικής θα πέσουν στη γη και θα καταλήξουν λίπασμα, αφού δεν υπάρχουν οι εργάτες γης που θα τις μαζέψουν. Ακόμη και με «εισαγωγή» χεριών από τις γειτονικές χώρες το πρόβλημα δεν λύνεται πλήρως. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα ροδάκινα στην Κεντρική Μακεδονία, η συλλογή των οποίων από τους συνεταιρισμούς στην Ημαθία και στην Πέλλα εξελίσσεται κάθε χρόνο σε… περιπέτεια. Με προσκλήσεις στο εσωτερικό –χωρίς μεγάλη ανταπόκριση- και στο εξωτερικό –απ’ όπου λύνεται εν μέρει το πρόβλημα. Κι αυτό την ώρα που στην Ελλάδα η ανεργία, παρά το ότι έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να βρίσκεται στο 20%, ενώ για τους νέους μέχρι 24 ετών είναι πάνω από 35%.

Δεύτερον, οι περισσότερες από τις ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν στην επωνυμία τους ή στην ονομασία των προϊόντων και των υπηρεσιών τους τη λέξη Μακεδονία ή παράγωγό της αντιμετωπίζουν το ζήτημα με πρωτοφανή επιπολαιότητα. Μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών πυροδοτήθηκε από την Βόρεια Ελλάδα ένα τσουνάμι γκρίνιας και διαμαρτυριών, αλλά επί της ουσίας… μηδέν. Τα προηγούμενα χρόνια που στις διεθνείς αγορές οι επιχειρήσεις των Σκοπίων προσπαθούσαν να καπηλευτούν εμπορικά το όνομα Μακεδονία, οι αντιδράσεις ήταν εκ των υστέρων, κάτι σαν μάχες οπισθοφυλακών, μόνο στις ακραίες περιπτώσεις. Αλλά και σήμερα η κατοχύρωση της άυλης αξίας ακόμη δεν συμπεριλαμβάνεται στις προτεραιότητες των περισσότερων βορειοελλαδικών επιχειρήσεων, που τσιγκουνεύονται αδικαιολόγητα χρήμα και ενέργεια για ένα θέμα πολύ σοβαρό. Χθες Κυριακή, μάλιστα, στην εκδήλωση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου και του Εμπορικού Συλλόγου για τα μακεδονικά προϊόντα, μάθαμε από νομικό που εργάζεται στο υπουργείο Οικονομικών και Ανάπτυξης ότι υπάρχει η δυνατότητα για κατοχύρωση ονομάτων και εμπορικών σημάτων από συλλογικούς φορείς –Επιμελητήρια κ.λπ.- για λογαριασμό των μελών τους, διαδικασία απολύτως προσιτή και πολύ οικονομικότερη από την κατά μόνας προσέγγιση.

Είναι σαφές ότι οι μικρές ψηφίδες διαμορφώνουν τη μεγάλη εικόνα, κάτι που στην Ελλάδα συχνά τείνουμε να ξεχνάμε ή να ξεπερνάμε. Μετά από δέκα χρόνια οικονομικής υποχώρησης στην Ελλάδα εξακολουθούμε να μιλάμε γενικά κι αόριστα. Μένουμε στα ευχολόγια και δεν κάνουμε τίποτα για να λύσουμε τα μικρά, που θα οδηγήσουν στην επίλυση των μεγάλων. Και φυσικά είναι πολύ βολικό, αλλά καθόλου αποτελεσματικό, να τα περιμένουμε όλα από το κράτος και την αυτοδιοίκηση. Προφανώς οι επιχειρήσεις είναι έτοιμες να αποδεχθούν μια λύση από τα… επάνω, χωρίς να κάνουν τίποτα. Άλλωστε –όπως αρκετοί επιχειρηματίες υποστηρίζουν- δεν ευθύνεται η επιχειρηματικότητα για να γυρίσματα της ιστορίας. Εξίσου βολικό, αλλά παντελώς ανέφικτο, θα ήταν το ελληνικό δημόσιο να προσλάβει όλους όσους δεν έχουν δουλειά. Ακόμη καλύτερα όλους όσους δεν έχουν –με τα δικά τους κριτήρια- μια καλή δουλειά. Μόνο που η ζωή και η πραγματικότητα είναι… αλλού. Κι έχουν –η ζωή και η πραγματικότητα- μια… εμμονή. Να επιβάλλουν τους νόμους και τους κανόνες τους, με βάση τη λογική και την εξέλιξη.

Προφανέστατα θα ήταν καλό για την Ελλάδα, για τη Β. Ελλάδα και τις επιχειρήσεις της το κράτος των Σκοπίων να ονομαζόταν -για παράδειγμα- Δημοκρατία των Κεντρικών Βαλκανίων, αλλά δεν συμβαίνει. Ομοίως πολύ καλό θα ήταν η Ελλάδα να ήταν πράγματι η Δανία του νότου και άρα να «εισάγει» μηχανικούς για τα συστήματα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Ή ακόμη καλύτερα να ήταν η Ελβετία της Μεσογείου και όλοι οι Έλληνες να δούλευαν σε επιτελικές θέσεις τραπεζών, ασφαλιστικών και πολυεθνικών. Δεν συμβαίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Λογικό συμπέρασμα: ας προσαρμοστούμε στην πραγματικότητα, ώστε να μη χάνουμε τζάμπα και βερεσέ τον καιρό μας. Ελληνική εκδοχή: αυτά που δεν συμβαίνουν φέτος, μπορεί να είναι πραγματικότητα αύριο. Εκλογές έρχονται. Ο καθένας διαλέγει και παίρνει…

ΥΓ. Μία επιστήμονας και επαγγελματίας σε πόλη της Δυτικής Μακεδονίας εντόπισε ένα σοβαρό κενό στο αντικείμενο της στην αγορά μιας διπλανής πόλης. Ανήσυχο πνεύμα θέλησε να το καλύψει «στήνοντας» ένα «δίδυμο» γραφείο που παρείχε τις συγκεκριμένες υπηρεσίες. Αναζητώντας συνεργάτες ανάμεσα σε συναδέλφους της με τους οποίους είχαν κάνει τις ίδιες σπουδές, αλλά δεν είχαν εργασία, διαπίστωσε ότι σε όσους απευθυνόταν ενδιαφέρονταν μόνο για μισθωτή απασχόληση. Η προοπτική να γίνουν αυτοαπασχολούμενοι –με ότι ζόρικο σημαίνει κάτι τέτοιο- δεν τους ενδιέφερε. Είχε ξενύχτια, ευθύνες και… άγχος. Ευτυχώς για την ίδια έκανε υπομονή και λίγο πριν τα παρατήσει βρέθηκε τελικά ενδιαφερόμενος. Οι δουλειές –και πάλι ευτυχώς για την ίδια- πήγαν καλά.