Skip to main content

Βούγιας: Σπατάλη μαύρου χρήματος και προσπάθεια επιρροής δημοσκοπήσεων

«Είναι προφανές ότι θα έφτανα έως το τέλος, ανεξαρτήτως της στήριξης κάποιου κόμματος», τονίζει ο υποψήφιος δήμαρχος. Τι απαντά στον Πέτρο Λεκάκη.

«Πολύ παράξενες» χαρακτηρίζει τις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές ο υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Σπύρος Βούγιας, σε συνέντευξη του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων εξηγώντας πως εννοεί «το χαοτικό εκλογικό σύστημα, τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό υποψηφίων, την προκλητική σπατάλη "μαύρου" χρήματος και την προσπάθεια επιρροής των δημοσκοπήσεων».
 
Ο κ. Βούγιας καταθέτοντας για τρίτη φορά υποψηφιότητα, μετά τις προσπάθειες διεκδίκησης του κεντρικού δήμου το 1998 και το 2002, αναλύει τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση και ποια είναι η βασική διαφορά του από τους Κατερίνα Νοτοπούλου και Νίκο Ταχιάο, τους οποίους χαρακτηρίζει κομματικούς, παρά το γεγονός ότι και η δική του παράταξη έχει τη στήριξη του Κινήματος Αλλαγής και του Ποταμιού.
 
«Είναι προφανές ότι θα έφτανα έως το τέλος, ανεξαρτήτως της στήριξης κάποιου κόμματος», τονίζει και προσθέτει: «Ένας υποψήφιος που εξαρτά την κάθοδό του από κομματικό χρίσμα είναι υποχρεωμένος να στηρίζει κάθε κομματική απόφαση, ενώ ένας ανεξάρτητος προτάσσει πάντοτε τα θέματα της πόλης».
 
Ερωτηθείς εάν θα αποδεχτεί το ντιμπέιτ που ζήτησε ο ανθυποψήφιος του, Πέτρος Λεκάκης, με τον οποίο κινούνται στον ίδιο πολιτικά χώρο, απάντησε πως ανυπομονεί να συμμετάσχει σε όλους τους δημόσιους διαλόγους που θα οργανωθούν θεσμικά. «Αντιλαμβάνομαι την πολιτική ανασφάλεια που τον διακατέχει λόγω των σταθερά δυσμενών για εκείνον δημοσκοπικών ευρημάτων, αλλά θεωρώ πως δεν πρέπει να χάνω πολύτιμο χρόνο για να του απαντήσω», λέει χαρακτηριστικά.
 
Συμπληρώνει πως είναι προσωπική του επιλογή να κρατά χαμηλούς τόνους στις πολιτικές αντιπαραθέσεις, «όχι από αδυναμία, αλλά από επιθυμία να επικεντρωθεί η συζήτηση στην ουσία των θεμάτων της πόλης». Παράλληλα, εκφράζει την εκτίμηση πως η παράταξη του «ΠΟΛΗχρωμη Θεσσαλονίκη» είναι «πολύ κοντά στη διεκδίκηση της 2ης θέσης σε όλες τις δημοσκοπήσεις» και τονίζει πως «εάν συμβεί αυτό, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες νίκης».
 
Όραμά του για την επόμενη μέρα της Θεσσαλονίκης είναι να αφήσει ως δήμαρχος παρακαταθήκη την πεζοδρόμηση της λεωφόρου Νίκης, στην παλιά παραλία, και καλεί τους νέους ψηφοφόρους να τον στηρίξουν διότι αισθάνεται «καινούργιος, έμπειρος και δυνατός».
 
Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξης του υποψηφίου δημάρχου Θεσσαλονίκης, Σπύρου Βούγια, στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στη δημοσιογράφο Αναστασία Καρυπίδου:

ΕΡ.: Κύριε Βούγια, τρίτη υποψηφιότητα για τον δήμο Θεσσαλονίκης. Τι προσδοκάτε αυτή τη φορά;

Απ.: Ο συνδυασμός μας συνδυάζει στοιχεία από τον ενθουσιασμό, τη φαντασία και τις συγκεκριμένες προτάσεις της πρώτης φοράς, με την εμπειρία, τη σοβαρότητα και την αποφασιστικότητα που συσσωρεύθηκε στο μεσοδιάστημα. Συνδυάζει τις παλαιότερες προτάσεις -τραμ, θαλάσσια συγκοινωνία- που δικαιώθηκαν αλλά δεν εφαρμόστηκαν, με καινούργιες εμβληματικές παρεμβάσεις, όπως η ανάπλαση της παλιάς παραλίας, η ανανέωση του στόλου των απαρχαιωμένων λεωφορείων με ανοιχτό διεθνή διαγωνισμό και η διαλογή των σκουπιδιών «στην πηγή», με πλήρη ανακύκλωση και μείωση του όγκου των απορριμμάτων, που θα οδηγήσει και σε αντίστοιχη μείωση των δημοτικών τελών. Η πόλη αντιλαμβάνεται την ποιοτική διαφορά μας από τους άλλους συνδυασμούς, παρακολουθεί με αυξανόμενο ενδιαφέρον και στηρίζει όλο και πιο ενεργά την προσπάθειά μας.
 
ΕΡ.: Χαρακτηρίζετε κομματικούς υποψηφίους τους Κατερίνα Νοτοπούλου και Νίκο Ταχιάο. Ωστόσο και ο δικός σας συνδυασμός έχει τη στήριξη του ΚΙΝΑΛ και του Ποταμιού. Γιατί βγάζετε τον εαυτό σας εκτός;

Απ.: Ξεκίνησα πολύ νωρίς και μόνος την κούρσα των εκλογών. Θα θυμάστε, ίσως, την πρώτη συνάντηση με δημοσιογράφους, πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, και στη συνέχεια τις παρεμβάσεις μου με τη ομάδα Thessaloniki Project. Δεν ρώτησα κανέναν, παρά μόνο την πόλη, και όταν δέχθηκα το πρώτο θετικό της νεύμα, πήρα την απόφαση να προχωρήσω. Είναι προφανές ότι θα έφτανα ως το τέλος, ανεξαρτήτως της στήριξης κάποιου κόμματος. Έτσι πρέπει να γίνονται τα πράγματα: οι υποψήφιοι να προηγούνται και τα κόμματα στη συνέχεια να εκφράζουν την ό,ποια επιλογή τους, όπως έκανε το ΚΙΝΑΛ. Δεν πρόκειται για κάποιο πολιτικό τέχνασμα, αλλά για θέμα αρχής: ένας υποψήφιος που εξαρτά την κάθοδό του από κομματικό χρίσμα είναι υποχρεωμένος να στηρίζει κάθε κομματική απόφαση, ενώ ένας ανεξάρτητος προτάσσει πάντοτε τα θέματα της πόλης, χωρίς να ταυτίζεται υποχρεωτικά με τον κομματικό φορέα ο οποίος τον στηρίζει.
 
ΕΡ.: Θα αποδεχτείτε το ντιμπέιτ που ζήτησε ο ανθυποψήφιος σας, Πέτρος Λεκάκης, με τον οποίο κινείστε στον ίδιο πολιτικά χώρο, για να συζητήσετε θέματα της πόλης;

Απ.: Όχι μόνο θα πάω σε όλα τα ντιμπέιτ που θα οργανωθούν θεσμικά, αλλά ανυπομονώ έντονα να συμμετάσχω, με οποιονδήποτε συνυποψήφιο επιλεγεί από τους διοργανωτές.

Δεν έχω κανένα λόγο να ασχοληθώ ιδιαίτερα με τον κ. Λεκάκη, παρά το γεγονός πως, για λόγους που μόνον αυτός γνωρίζει «ασχολείται» αποκλειστικά μαζί μου. Αντιλαμβάνομαι την πολιτική ανασφάλεια που τον διακατέχει λόγω των σταθερά δυσμενών για εκείνον δημοσκοπικών ευρημάτων, αλλά θεωρώ πως δεν πρέπει να χάνω πολύτιμο χρόνο για να του απαντήσω. Άλλωστε, αποφεύγω συνειδητά να σχολιάζω τους συνυποψήφιους μου. Πιστεύω ότι όλοι οφείλουμε να μιλούμε αποκλειστικά για την πόλη και όχι ο ένας για τον άλλον. Δεν είμαστε εμείς οι κριτές, αλλά οι κρινόμενοι από τους πολίτες της Θεσσαλονίκης.
 
ΕΡ.: Κάνατε λόγο για δημοσκοπήσεις κατά παραγγελία με στόχο να σας εμφανίσουν χαμηλότερα. Εξακολουθείτε να το πιστεύετε;

Απ.: Δεν είπα ποτέ ότι οι δημοσκοπήσεις έχουν συνειδητό στόχο να δείξουν την «ΠΟΛΗχρωμη Θεσσαλονίκη» χαμηλότερα. Πιστεύω, όμως, ότι σ’ αυτές τις πολύ παράξενες εκλογές, τα ευρήματά τους επηρεάζονται έντονα από την κεντρική κομματική αντιπαράθεση Σύριζα - ΝΔ και επιχειρείται η μεθοδευμένη ενίσχυση των δύο κομματικών υποψηφιοτήτων, οι οποίες τροφοδοτούν την τεχνητή πόλωση. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η δική μας προσπάθεια παραμένει διακριτή και ισχυρή, πολύ κοντά στη διεκδίκηση της 2ης θέσης σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Και, εάν συμβεί αυτό, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες νίκης, αφού το πολυσυλλεκτικό ψηφοδέλτιό μας ευρίσκεται στο μέσον του πολιτικού φάσματος και θα αποτελέσει ισχυρό πόλο συσπείρωσης στο δεύτερο γύρο.
 
ΕΡ.: Τι εννοείτε λέγοντας πως «αυτές οι εκλογές είναι παράξενες»;

Απ.: Εννοώ το χαοτικό εκλογικό σύστημα, τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό υποψηφίων που προσδοκούν απλώς να βρίσκονται στο επόμενο δημοτικό συμβούλιο, την προκλητική σπατάλη «μαύρου» χρήματος για προβολή, την προσπάθεια επιρροής των δημοσκοπήσεων, την παραγγελία φωτογραφικών πρωτοσέλιδων, τον έλεγχο των μεγάλων τηλεοπτικών καναλιών (κρατικών και ιδιωτικών) προς όφελος κάποιων υποψηφίων, την παντελή έλλειψη δημοσιογραφικής δεοντολογίας σε ορισμένα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα fake news. Παρακολουθώ από κοντά δημοτικές εκλογές από το 1986, τέτοια έκρυθμη κατάσταση δεν θυμάμαι ποτέ ξανά. Και, φοβάμαι πως τα φαινόμενα αυτά θα χειροτερέψουν ακόμη περισσότερο τις τελευταίες εβδομάδες που απομένουν. Κατά τη γνώμη μου, σ’ αυτές τις εκλογές θα τεθεί σοβαρό θέμα αντικειμενικής και τελικά δημοκρατικής έκφρασης.

ΕΡ. Εάν ανέβουν κι άλλο οι τόνοι προεκλογικά πώς θα μπορέσουν να γίνουν συνεργασίες την επόμενη μέρα των εκλογών; Εσείς με ποιους θα μπορούσατε να συνεργαστείτε;

Απ.: Επιλέγω να κρατώ χαμηλούς τόνους στις πολιτικές αντιπαραθέσεις, όχι, βέβαια, από αδυναμία αλλά από επιθυμία να επικεντρωθεί η συζήτηση στην ουσία των θεμάτων. Η συναινετική διάθεσή μας, η κουλτούρα συνεργασίας αλλά και η γενικότερη πολιτική μας τοποθέτηση στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, μας δίνει τη δυνατότητα να συνεργαστούμε σε προγραμματική βάση με άλλες παρατάξεις, όπως μας υποχρεώνει ο νόμος. Δεν αποκλείουμε εκ των προτέρων (όπως κάνουν κάποιοι συνυποψήφιοί μας) κανέναν, εκτός φυσικά από τους εκφραστές ακραίων, ρατσιστικών ή φασιστικών απόψεων και πρακτικών. Ακολουθώντας σταθερά αυτή τη στρατηγική, θα συγκροτήσουμε εύκολα ευρύτερες συμμαχίες μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής και, μετά τις εκλογές, θα επιλέξουμε να συνεργαστούμε με τους ικανότερους συναδέλφους μας στο δημοτικό συμβούλιο, με μοναδικό γνώμονα το καλό της πόλης.
 
ΕΡ. Τι όραμα έχει ο Σπύρος Βούγιας για τη Θεσσαλονίκη μέσα στην επόμενη τετραετία;

Απ.: Το όραμά μου συνοψίζεται στην «ανάκτηση του δημόσιου χώρου» και επιτυγχάνεται με τη «βιώσιμη αναδιανομή του αστικού οδικού δικτύου», υπέρ των πιο ευάλωτων χρηστών (πεζών, ποδηλατών και επιβατών των λεωφορείων). Είμαι υπέρ των μικρών σημειακών παρεμβάσεων σε κάθε γειτονιά και κυρίως στις πυκνοδομημένες περιοχές που οικοδομήθηκαν βίαια την εποχή της αλόγιστης αντιπαροχής. Υπάρχει, όμως, και μια εμβληματική ανάπλαση που θα ήθελα να ολοκληρώσω και να αφήσω ως παρακαταθήκη: η πεζοδρόμηση της λεωφόρου Νίκης, στην παλιά παραλία. Σπεύδω να εξηγήσω, για όσους δικαιολογημένα ανησυχούν για τις κυκλοφοριακές επιπτώσεις πως έχουν διασφαλιστεί όλες οι προϋποθέσεις ώστε να μη δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα συμφόρησης στο υπόλοιπο οδικό δίκτυο. Αυτό θα επιτευχθεί με την εκτροπή της κίνησης στην οδό Μητροπόλεως και ταυτόχρονη μετατόπιση των λεωφορείων της στην οδό Τσιμισκή, σε αποκλειστική λωρίδα αντίθετης κίνησης (contra flow bus lane), η οποία θα συνεχιστεί και στη λεωφόρο Βασ. Όλγας. Με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπιστεί το άλυτο πρόβλημα της παράνομης στάθμευσης στους 2 αυτούς βασικούς άξονες και θα γίνεται πιο κεντροβαρικά η αποβίβαση χιλιάδων επιβατών που επιστρέφουν καθημερινά από το κέντρο προς τα ανατολικά. Η ιδέα αυτή θα αλλάξει θετικά τη εικόνα της Θεσσαλονίκης στο πιο προβεβλημένο της σημείο και θα αποκαταστήσει τη διαταραγμένη σχέση της πόλης με τη θάλασσα.
 
ΕΡ.: Κάποιος που δεν σας ψήφισε τις δύο προηγούμενες φορές γιατί να σας ψηφίσει τώρα ως δήμαρχο;

Απ.: Πέρασαν 20 χρόνια από τότε. Προφανώς, όποιος δεν με ψήφισε ούτε το 1998 ούτε το 2002, μάλλον δεν θα με ψηφίσει ούτε και τώρα. Υπάρχουν όμως και πολλοί που με ψήφισαν και ακόμα περισσότεροι που άρχισαν αργότερα να ψηφίζουν. Σ’ αυτούς απευθύνομαι τώρα και μπορεί να μην είμαι πια νέος ηλικιακά, αλλά αισθάνομαι πάλι καινούργιος, έμπειρος και δυνατός. Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, το να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι είναι γόνιμο και διδακτικό. Αυτή τη φορά η πόλη με γνωρίζει καλά, με τα θετικά και τα αρνητικά μου -αρνητικά δεν έχει μόνο όποιος δεν κάνει τίποτα- αφού πορεύομαι χρόνια ως ένας δημόσιος επιστήμονας, ένας επίμονος συγκοινωνιολόγος. Ύστερα από αρκετόν καιρό «ταυτίζομαι ξανά με τον εαυτό μου», οφείλω να μιλώ με τις πράξεις μου και αυτές να μιλούν για μένα. Αισθάνομαι, ούτως ή άλλως, βαθιά ευγνώμων προς τη «Μητέρα Θεσσαλονίκη» και το μόνο που θέλω, είναι να της ανταποδώσω κάτι από όλα όσα αυτή απλόχερα μου προσέφερε.