Skip to main content

ActionAid: Στα όριά του το Κέρας της Αφρικής λόγω του πολέμου στην Ουκρανία

Οι χώρες της Αφρικής είναι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι με τη Ρωσία και την Ουκρανία, ειδικά για την προμήθεια σιταριού, ηλιελαίου και λιπασμάτων.

Το Κέρας της Αφρικής αντιμετωπίζει μια από τις χειρότερες ξηρασίες που έχουν ποτέ καταγραφεί, φέρνοντας 14 εκατομμύρια ανθρώπων στην Αιθιοπία, την Κένυα και τη Σομαλία αντιμέτωπους με σοβαρό λιμό και λειψυδρία.

Οι τιμές των τροφίμων παγκοσμίως είχαν ήδη εκτιναχθεί στα ύψη όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας Covid-19, των κλιματικών καταστροφών και του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους.

Η ενενηντάχρονη Amina Yusuf Cige, που ζει στο χωριό Xidhinta στη Σομαλιλάνδη, έχει περάσει 12 ξηρασίες, αλλά λέει ότι η κατάσταση τώρα είναι η χειρότερη που γνώρισε ποτέ στη ζωή της. «Η λειψυδρία μας χτύπησε σκληρά. Δεν έχουμε νερό. Το πετρέλαιο είναι πολύ ακριβό. Πριν, τρώγαμε σόργο, ρύζι και διάφορα ζυμαρικά. Τώρα όμως, δεν έχουμε λεφτά για να αγοράσουμε αυτά τα είδη. Λιμοκτονούμε. Ήταν ωραίος ο κόσμος παλιά, αλλά τώρα έρχεται το τέλος του», είπε.

Σύμφωνα με τη διεθνή οργάνωση ActionAid, η οποία επισκέφθηκε, στις αρχές του μήνα, κοινότητες που είχαν πληγεί από την ξηρασία στη Σομαλιλάνδη, μια ημι-αυτόνομη περιοχή της Σομαλίας, οι άνθρωποι ανέφεραν δραματικές αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων μετά τη Ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου. Η ξηρασία, η μετατόπιση και ο αυξανόμενος λιμός θέτουν γυναίκες και κορίτσια σε αυξημένο κίνδυνο βίας λόγω του φύλου τους.

Η Hibo Aden, εργαζόμενη της ActionAid στη Σομαλιλάνδη για τα δικαιώματα των γυναικών, αναφέρει ότι η κατάσταση είναι τόσο απελπιστική για κάποιες οικογένειες που τα κορίτσια τους εξαναγκάζονται να παντρευτούν με αντάλλαγμα τρόφιμα και νερό. «Τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση έκανε μια αξιολόγηση των τρόπων με τους οποίους η ξηρασία επηρέασε τις γυναίκες και τα παιδιά. Διαπίστωσαν ότι τα περιστατικά βίας με βάση το φύλο είχαν αυξηθεί κατά 24%, ιδιαίτερα τα περιστατικά ενδο-οικογενειακής βίας, αναγκαστικών γάμων και των κοριτσιών που εγκαταλείπουν το σχολείο», είπε. Η Aden αναφέρει ότι η εξάρτηση της Σομαλιλάνδης από τις εισαγωγές προϊόντων όπως τα ζυμαρικά, το αλεύρι και το ρύζι, την καθιστά ευάλωτη στους κραδασμούς της παγκόσμιας αγοράς τροφίμων.

Οι χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής είναι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι με τη Ρωσία και την Ουκρανία, ειδικά για την προμήθεια σιταριού, ηλιελαίου και λιπασμάτων. Η Amina Ibrahim Ege, 80, από το αγροτικό χωριό Ceel-Giniseed στην περιοχή Gabiley, είπε: «Η κρίση στον κόσμο έξω από τη Σομαλιλάνδη έφτασε μέχρι εδώ». Εξήγησε πώς η τιμή για 25 κιλά ρύζι αυξήθηκε κατά 50% από $20, σε περίπου $30 τον περασμένο μήνα, ενώ το πετρέλαιο αυξήθηκε από $12 σε περίπου $30 για πέντε λίτρα.

Στη Σομαλιλάνδη, έχει να βρέξει από τον περασμένο Απρίλιο. Η Sagal Mohamed Shaheed, 40, είναι μητέρα δύο παιδιών και ζει στον καταυλισμό μετατοπισμένων Giro-Sumo. Είναι οκτώ μηνών έγκυος στο τρίτο της παιδί. Η οικογένειά της αναγκάστηκε να αφήσει το χωριό αφού έχασε όλο της το κοπάδι λόγω της ξηρασίας. «Η ζωή μας πριν ήταν καλή. Είχα 100 ζώα και έπαιρνα το γάλα τους για να πίνουμε, να ταΐζω τα παιδιά ή για να το πουλάμε και να αγοράζουμε άλλα αναγκαία τρόφιμα. Είχαμε αφθονία. Τώρα, όλα μας τα ζώα χάθηκαν. Κάθε πρωί, πέθαιναν 5 ή 10, μέχρι που πέθαναν όλα», είπε. «Κάθε μάνα πονάει όταν βλέπει τα παιδιά της να τρώνε μόνον μια φορά την ημέρα, ενώ μένουν νηστικά τις άλλες δύο φορές. Αναρωτιέμαι, ‘πότε θα τελειώσει αυτή η δυστυχία;’ Και πολλά άλλα δύσκολα ερωτήματα έρχονται στο νου μου. Πολλές οι ανάγκες μας και εμείς δεν έχουμε τη δυνατότητα για πάνω από ένα γεύμα τη μέρα, ενώ το μέρος που μένουμε δε μας προστατεύει από τον ήλιο και το κρύο».

Περισσότερο από το ένα τέταρτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού προέρχεται από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Μαζί, αυτές οι χώρες είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς δημητριακών τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για την επισιτιστική ασφάλεια παγκοσμίως. Κοινότητες που ήδη βιώνουν ανθρωπιστικές κρίσεις και κλιματικές καταστροφές, θα επηρεαστούν δυσανάλογα περισσότερο από τις παγκόσμια αυξανόμενες τιμές τροφίμων και καυσίμων.