Skip to main content

Αναγνωστόπουλος: Πολλά καταστήματα ανέβασαν απότομα τις τιμές στις μάσκες

Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή δήλωσε ότι χρειάζεται έρευνας αγοράς από τον καταναλωτή για τα PCR και τις μάσκες

«Σε αυτή τη φάση έχουμε εντοπίσει πολλά καταστήματα που έχουν προβεί σε απότομες ανατιμήσεις στις 24 Δεκεμβρίου την παραμονή των Χριστουγέννων, στις μάσκες αυξημένης προστασίας KN 95 και FFP2, και δεχόμαστε ακόμα και τώρα καταγγελίες από καταναλωτές. Η αύξηση αυτή στις τιμές δεν δικαιολογείται από έλλειψη αποθεμάτων», τόνισε ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, ο οποίο ξεκαθάρισε ότι «προβλέπεται ήδη από τη νομοθεσία μας καταπολέμηση της αισχροκέρδειας σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά η αισχροκέρδεια θα πρέπει να τεκμηριωθεί».

Ειδικότερα για τις καταγγελίες περί αύξησης στις τιμές κατά 40% με 50%, είπε ότι δεν παρατηρείται παντού, καθώς «με μια απλή έρευνα ο καταναλωτής θα δει ότι υπάρχουν και καταστήματα που έχουν διατηρήσει ίδιες τις τιμές στις μάσκες».

Σύμφωνα με τον ίδιον, υπάρχει ένα εύρος τιμών για τις συγκεκριμένες μάσκες που ξεκινούν από τα 20 λεπτά και φτάνουν μέχρι τα 90 λεπτά και το 1 ευρώ, ανάλογα με τα αξεσουάρ και τα ποιοτικά στάνταρ που έχει από την καλή της εφαρμογή μέχρι και τα πιαστράκια πίσω από τα αυτιά. Πρόσθεσε, δε, ότι είναι διαφορετικό να αγοράζει κανείς μια ατομική συσκευασία μάσκας και διαφορετικό μια συσκευασία με μεγαλύτερες ποσότητες.

Ερωτηθείς για τις τιμές των διαγνωστικών τεστ που είναι ακριβότερες στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο κ. Αναγνωστόπουλος τόνισε ότι υπάρχει υπουργική απόφαση για διατίμηση, με το μοριακό τεστ PCR στα 60 ευρώ και το rapid στα 10 ευρώ. «Στα φαρμακεία θα βρείτε και πολύ χαμηλότερες τιμές για rapid. Το ίδιο συμβαίνει και με τα PCR test, δεν είναι παντού στα 55 και στα 60 ευρώ. Υπάρχουν διαγνωστικά κέντρα με φθηνότερες τιμές, για αυτό πρέπει ο καταναλωτής να ψάξει την αγορά και να κάνει έρευνα που να βρει φθηνό και αξιόπιστο τεστ», υπογράμμισε, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Έχουμε και λέμε».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «εάν κατεβάζαμε τη διατίμηση σε πολύ χαμηλές τιμές που δεν θα μπορούσε να τις αντέξει η αγορά, θα είχαμε το φαινόμενο των ελλείψεων και αυτό θα ήταν ακόμα πιο προβληματικό γιατί δεν θα είχαν πρόσβαση οι καταναλωτές».

Για τις απάτες στο ηλεκτρονικό εμπόριο

Ο κ. Αναγνωστόπουλος, τόνισε ότι από τη στιγμή που έχουμε μεγάλη αύξηση του τζίρου του ηλεκτρονικού εμπορίου, καταλαβαίνουμε ότι αυτό οδηγεί και σε αύξηση της παραβατικότητας, από την πώληση απομιμητικών προϊόντων μέχρι και την παραπλάνηση του καταναλωτή με διάφορες πρακτικές, όπως για παράδειγμα την αποφυγή παράδοσης του προϊόντος και τη διατήρηση των χρημάτων για ένα χρονικό διάστημα. «Έχουν αυξηθεί οι καταγγελίες, αλλά έχουν αρχίσει ήδη και επιβάλλονται σημαντικά πρόστιμα. Τα πρόστιμα παίρνουν αρκετό χρόνο μέχρι να βεβαιωθούν, γιατί πρέπει να μαζευτούν αρκετά στοιχεία προκειμένου να τεκμηριωθεί η παράβαση και να μην πέσει σε κάποιο δικαστήριο για λόγους διαδικαστικούς. Ωστόσο είναι υψηλά και ελπίζουμε αποτρεπτικά», διευκρίνισε.

Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου υπενθύμισε ότι σε περίπτωση που μια κακόβουλη επιχείρηση έχει την έδρα της στο εξωτερικό, τότε ο καταναλωτής μπορεί να καταφύγει στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. «Το βασικό για τον καταναλωτή είναι να προστατεύσει τη συναλλαγή του, να μη χάσει χρήματα. Η κλασσική περίπτωση απάτης από “καταστήματα” εκτός Ελλάδας και παρέχουν ηλεκτρονικές υπηρεσίες εμπορίου είναι συνήθως “καταστήματα” που δεν υπάρχουν καθόλου. Είναι φανταστικοί λογαριασμοί. Πληρώνει ο καταναλωτής ένα ποσό με έναν τρόπο που είναι μη εύκολα διεκδικήσιμος, χάνει τα χρήματά του και μετά δεν μπορεί να απευθυνθεί», ανέφερε χαρακτηριστικά. Κάλεσε τους καταναλωτές να μην βάζουν χρήματα σε λογαριασμό και να μην δίνουν στοιχεία όπως το pin.