Skip to main content

Ανάπλαση ΔΕΘ: «Όχι» στα διλήμματα, υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις

Τα θολά σημεία του σχεδίου ανάπλασης, τα μείον της μετεγκατάστασης στη Σίνδο και οι εναλλακτικές λύσεις. Γράφει ο Νίκος Ηλιάδης.

Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τη συζήτηση η οποία έχει αναζωπυρωθεί τις τελευταίες εβδομάδες γύρω από το σχέδιο ανάπλασης του χώρου της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Μια συζήτηση η οποία διαρκεί δεκαετίες, με αρκετά ενδιάμεσα στάδια, με κάμποσες προτάσεις, ορισμένες από τις οποίες ευφάνταστες, με οριστικές αποφάσεις οι οποίες στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν, με νέες ιδέες, νέα σχέδια και πάει λέγοντας.

Τώρα η συζήτηση επανέρχεται υπό μορφή διλήμματος για το εάν η νέα ΔΕΘ θα πρέπει να παραμείνει στη σημερινή θέση της, σε νέες εγκαταστάσεις ή εάν θα πρέπει να μετεγκατασταθεί στην υποβαθμισμένη δυτική Θεσσαλονίκη όπως είχε αποφασιστεί το 2009. Και όπως συμβαίνει συνήθως με τα διλήμματα, είναι σχεδόν πάντοτε εκβιαστικά, αποπροσανατολιστικά και οδηγούν τις περισσότερες φορές σε λάθος επιλογές.

Εν προκειμένω, το μεγαλύτερο σφάλμα είναι ότι η όλη συζήτηση γύρω από το σχέδιο ανάπλασης του σημερινού εκθεσιακού χώρου, προτάσσει τη βιωσιμότητα του εκθεσιακού φορέα, αφήνοντας στο πίσω μέρος, σαν φόντο, τη φυσιογνωμία και τη λειτουργικότητα της πόλης. Για να το πω διαφορετικά, ως μείζον τίθεται το ερώτημα “τι είναι καλύτερο για την ΔΕΘ;” και ως δευτερεύον το  “τι θα ήταν καλύτερο για την πόλη;”, ενώ κανονικά, θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Όχι γιατί η βιωσιμότητα και η ανάπτυξη της ΔΕΘ, αντιστρατεύεται το συμφέρον της πόλης, αλλά επειδή, όταν συζητούμε για σχέδια αστικής ανάπλασης και μάλιστα, στον τελευταίο εναπομείναντα ελεύθερο χώρο της Θεσσαλονίκης, τότε η πόλη είναι πάνω απ' όλα.

Για να το ξεκαθαρίσω εξ αρχής, εμένα δεν μου αρέσει ούτε το σχέδιο ανάπλασης το οποίο προωθεί η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO, ούτε η προοπτική μετεγκατάστασης της Έκθεσης στη Σίνδο. Θεωρώ δε, ότι υπάρχουν ενδιάμεσες λύσεις, οι οποίες διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα της ΔΕΘ και είναι συγχρόνως επωφελείς για την πόλη, λύσεις που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς στο πλαίσιο του διαλόγου που έχει προηγηθεί.

Προηγουμένως, όμως, ας δούμε τι ακριβώς προτείνεται να γίνει στο χώρο της σημερινής ΔΕΘ. Η έκταση του οικοπέδου είναι 176 στρέμματα εκ των οποίων οι δομημένες επιφάνειες καλύπτουν σήμερα το 42%, με συντελεστή δόμησης 0,58, οι διάσπαρτες ελεύθερες επιφάνειες είναι 50% και άλλο ένα 8% είναι υπαίθρια πάρκινγκ. Σύμφωνα με όσα έχουν δημοσιοποιηθεί σχετικά με το σχέδιο ανάπλασης οι δομημένες επιφάνειες θα είναι 96.000 τ.μ., κατά περίπου 15% περισσότερα σε σχέση με τώρα, με συντελεστή δόμησης περίπου ίδιο (0,60), αλλά με μικρότερο ποσοστό κάλυψης, το οποίο, όμως, δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί.

Τα θολά σημεία του σχεδίου

Πολλά είναι τα θολά σημεία, καθώς και τα ερωτήματα που αφορούν το λεγόμενο “πάρκο” το οποίο θα δημιουργηθεί σε χώρο των 176 στρ. Η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO αναφέρει ότι οι ελεύθεροι χώροι θα φτάνουν στο 50% του οικοπέδου, δηλαδή περίπου στα 88 στρ. Άλλοι, υπέρμαχοι της ανάπλασης μιλούν για πάρκο 60 στρ., άλλοι για 50 στρ. Ενδέχεται όλοι να έχουν δίκιο καθώς, άλλο πράγμα είναι οι “ελεύθεροι χώροι”, άλλο πράγμα είναι το “πάρκο”.

Ως “ελεύθεροι χώροι” νοούνται κάθε αδόμητη επιφάνεια μεταξύ των κτηρίων, ακόμη και οι ημιυπαίθριοι, τα πεζοδρόμια, οι εσωτερικοί δρόμοι του νέου εκθεσιακού κέντρου κ.ο.κ. Τίποτε απ' όλα αυτά, όμως, δεν είναι “πάρκο”. Επίσης, εάν κατάλαβα καλά, εντός των “ελεύθερων χώρων” περιλαμβάνονται και κτήρια όπως το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, ο πύργος του ΟΤΕ, η νότια είσοδος της ΔΕΘ κ.λπ. Συνεπώς, εδώ, απαιτείται μια σαφής και ξεκάθαρη απάντηση σχετικά με την πραγματική  έκταση η οποία υποτίθεται ότι θα παραχωρηθεί κατ' αποκλειστικότητα προς χρήση στους πολίτες.

Λέω “υποτίθεται” διότι, σύμφωνα με το σχέδιο ανάπλασης, ο χώρος, ακόμη και αυτός που προορίζεται για “πάρκο”, θα είναι περιφραγμένος. Και θα δεσμεύεται από τη ΔΕΘ-HELEXPO κάθε φορά που θα διοργανώνεται ένα σημαντικό εκθεσιακό γεγονός, είτε η γενική έκθεση του Σεπτεμβρίου είτε οι μεγάλες κλαδικές εκθέσεις. Αυτή, όμως, η μικτή χρήση, δηλαδή, πότε “πάρκο”, πότε εκθεσιακός χώρος, θα καθορίσει προφανώς και τη φυσιογνωμία του αδόμητου χώρου. Το πιθανότερο είναι στο λεγόμενο “πάρκο”, αντί για χώμα και γκαζόν, να δούμε αρκετό τσιμέντο ή κάποιο άλλο σκληρό ανθεκτικό υλικό, ώστε να είναι κατάλληλο όταν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως εκθεσιακός χώρος.

Πέραν αυτών, δεν έχει γίνει γνωστό πόσα από τα 96.000 τ.μ. θα αφορούν τις εγκαταστάσεις της ΔΕΘ-HELEXPO και πόσα τις υπόλοιπες εμπορικές χρήσεις (ξενοδοχείο, γραφεία, μαγαζιά, τράπεζες, καφέ, εστιατόρια κ.ο.κ.). Οι εμπορικές χρήσεις διατίθενται προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον επενδυτή ο οποίος θα βάλει κάποια από τα απαιτούμενα κεφάλαια μιας και η ανάπλαση πρόκειται να γίνει με ΣΔΙΤ. Όμως, ούτε το χρηματοδοτικό σχήμα έχει αποσαφηνιστεί. Πόσα θα βάλει δηλαδή ο επενδυτής, με ποιους όρους, ποιες δεσμεύσεις θα αναλάβει το ελληνικό δημόσιο προκειμένου να εγγυηθεί την απόσβεση της ιδιωτικής επένδυσης και το εύλογο κέρδος του ιδιώτη επενδυτή.

Τα μείον της Σίνδου

Από την άλλη, η λύση της Σίνδου παρουσιάζει πολλές και νομίζω, ανυπέρβλητες δυσκολίες. Η μεγαλύτερη όλων είναι τα πολλά περισσότερα κεφάλαια τα οποία θα απαιτηθούν για την κατασκευή του νέου εκθεσιακού κέντρου, αλλά και για την συγκοινωνιακή διασύνδεσή του με την πόλη. Επίσης, πρόκειται για μια περιοχή με σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα (δυσοσμία, λόγω λυματολάσπης, βιομηχανιών κ.λπ., μεγάλη όχληση από τα κουνούπια κ.ο.κ.) τα οποία πρέπει να συνυπολογίσει κανείς όταν λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις.

Οι δυτικοί δήμοι έχουν κάθε λόγο να οργίζονται για την εγκατάλειψη και την υποβάθμιση της περιοχής τους, αλλά αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει από μόνη της η μετεγκατάσταση της ΔΕΘ. Επιπλέον, πράγματι, το νέο εκθεσιακό κέντρο δεν θα πρέπει να φύγει τόσα χιλιόμετρα μακριά από τον πυρήνα της πόλης.

Οι εναλλακτικές λύσεις

Το συμφέρον της Θεσσαλονίκης, αλλά και της ΔΕΘ -και επιμένω σε αυτήν την ιεράρχηση- είναι το νέο εκθεσιακό κέντρο να γίνει στην εγγύτερη δυνατή απόσταση από το κέντρο, χωρίς παράλληλα να “πνίγει” την πόλη. Διαθέσιμοι, δημόσιοι χώροι υπάρχουν, κατά προτίμηση δυτικά, ώστε η νέα ΔΕΘ να αποτελέσει το θεμέλιο της σταδιακής εξόδου της δυτικής Θεσσαλονίκης από την υπανάπτυξη. Ως τέτοιοι χώροι λογίζονται η περιοχή των Λαχανοκήπων, η οποία είχε προταθεί παλαιότερα από τη διοίκηση Παπαγεωργόπουλου, ελεύθερα στρατόπεδα, χώροι πλησίον του Μουσείου Ολοκαυτώματος κ.λπ. Όλοι αυτοί απέχουν μια ανάσα από το κέντρο και μπορούν εύκολα να αποκτήσουν συγκοινωνιακή σύνδεση. Παράλληλα, με επίκεντρο το νέο εκθεσιακό κέντρο, θα δοθεί η δυνατότητα να αναπτυχθούν στην περιοχή νέες εμπορικές δράσεις, ξενοδοχεία, γραφεία, χώροι ψυχαγωγίας κ.ο.κ.

Εάν, πάλι, η παραμονή της ΔΕΘ στο σημερινό χώρο της τίθεται ως απαρέγκλιτη προϋπόθεση, τότε, εναλλακτικά, θα πρέπει να εγκαταλειφθεί κάθε σκέψη για παράλληλη ανάπτυξη εμπορικών δραστηριοτήτων στο οικόπεδο των 176 στρ. Σε αυτήν την περίπτωση ας σχεδιαστεί ένα σύγχρονο εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο σε ένα μέρος του οικοπέδου, με τη λιγότερη δυνατή κάλυψη και περιβαλλοντική όχληση και το υπόλοιπο να αποδοθεί στο σύνολό του, στην πόλη, στους κατοίκους και στους επισκέπτες της.
 
Είναι εγκληματικό για την Θεσσαλονίκη ο χώρος της ΔΕΘ ο οποίος, ήδη από το σχέδιο Εμπράρ προοριζόταν για πάρκο, να παραδοθεί κι αυτός στην αντιπαροχή. Μου κάνει εντύπωση που η δημοτική αρχή, η σημερινή αλλά και η προηγούμενη, υπερθεματίζουν σε αυτό. Εάν, σώνει και καλά, η ΔΕΘ πρέπει να μείνει στο κέντρο, τότε σύσσωμη η πόλη θα πρέπει να απαιτήσει να απαλειφθεί από το σχέδιο ανάπλασης κάθε εμπορική χρήση. Να παραμείνει μόνον το νέο εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο, καλύπτοντας τη μικρότερη δυνατή επιφάνεια, δίνοντας τη δυνατότητα στη ΔΕΘ να αναπτυχθεί, αλλά και στην πόλη την ευκαιρία να αναπνεύσει. Κι ας αναλάβει τη χρηματοδότηση του νέου εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου το ελληνικό δημόσιο. Στο κάτω κάτω κάτι δικαιούται και η Θεσσαλονίκη από το περίφημο Ταμείο Ανάκαμψης.