Skip to main content

Αγγίζουν τα 450 τα ανενεργά βιομηχανοστάσια στη Βόρεια Ελλάδα

Τα ανενεργά βιομηχανοστάσια στη Βόρεια Ελλάδα, με κτήρια- «κενά κελύφη» ανέρχονται πλέον σε εκατοντάδες - Αγγίζουν τα 450 ανενεργά.

Σε εκατοντάδες ανέρχονται τα ανενεργά βιομηχανοστάσια στη Βόρεια Ελλάδα, με κτήρια- «κενά κελύφη», που απλώνονται σε συνολική έκταση πολλών εκατοντάδων στρεμμάτων, ορισμένα από τα οποία έχουν εγκαταλειφθεί μάλιστα ακόμα και με τον εξοπλισμό τους, λειτουργώντας σαν μάρτυρες χαμένων ευκαιριών για την ελληνική επιχειρηματικότητα και οικονομία.

Το πρόβλημα υφίσταται τόσο εντός των Βιομηχανικών Περιοχών (ΒΙΠΕ), όπου όμως την τελευταία διετία υπάρχει σταθερή αύξηση επενδυτικού ενδιαφέροντος, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα δήλωσαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στελέχη της ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ ΑΕ, όσο και στις άτυπες βιομηχανικές συγκεντρώσεις (ΑΒΣ).

Μόνο στην ΑΒΣ Καλοχωρίου, νοτίως της ΠΑΘΕ, βιομηχανικά κτήρια σε δεκάδες ιδιοκτησίες, στα οποία οι μηχανές έχουν σιγήσει και ο τελευταίος υπάλληλος χτύπησε κάρτα πριν από χρόνια, δεν έχουν άλλη χρήση από το... να καλύπτουν στεγασμένη επιφάνεια άνω των 130 στρεμμάτων, ρημάζοντας από την αχρησία.

Πρόσφατα, στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τα επιχειρηματικά πάρκα, η διοίκηση του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) πρότεινε την αξιοποίηση και επανάχρηση αυτών των βιομηχανοστασίων, μέσω της έκδοσης σχετικής ειδικής νομοθετικής διάταξης.

Περίπου 450 ανενεργά βιομηχανοστάσια μεταποίησης στις ΒΙΠΕ της Β. Ελλάδας

Ποια είναι όμως η κατάσταση; Το ΑΠΕ-ΜΠΕ επικοινώνησε με την ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ ΑΕ, σε μια προσπάθεια χαρτογράφησης του τι συμβαίνει μέσα στις ΒΙΠΕ της Βόρειας Ελλάδας. Με βάση την πιο πρόσφατη καταγραφή, του 2019, που είχε γίνει σε συνεργασία με τον ΣΒΕ, ο συνολικός αριθμός των ανενεργών βιομηχανοστασίων μεταποιητικών επιχειρήσεων στις ΒΙΠΕ Κεντρικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου ανερχόταν σε 443.

Ειδικότερα, στο σύνολο της Κ. Μακεδονίας, οι ανενεργές μεταποιητικές επιχειρήσεις ήταν 244, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων στη ΒΙΠΕ Σίνδου (182 ή ποσοστό 29% του συνόλου των εγκατεστημένων εκεί βιομηχανιών μεταποίησης), με βάση μελέτη του ΣΒΕ και της ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ ΑΕ. Δεύτερο στην Κ. Μακεδονία (σε απόλυτο αριθμό ανενεργών βιομηχανοστασίων στη ΒΙΠΕ) ήταν το Κιλκίς, όπου όμως απαντάται το υψηλότερο ποσοστό λουκέτων σε σχέση με το σύνολο των εγκατεστημένων εκεί βιομηχανιών (49 ανενεργά βιομηχανοστάσια, το 72% του συνόλου των εγκατεστημένων στη ΒΙΠΕ Κιλκίς).

Στην Ήπειρο, τα ανενεργά βιομηχανοστάσια μεταποιητικών επιχειρήσεων ανέρχονταν σε 82 (περίπου τα μισά του συνόλου των εγκατεστημένων), εκ των οποίων 57 στα Ιωάννινα και 25 στην Πρέβεζα, ενώ στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, 113 μεταποιητικές επιχειρήσεις ήταν πλέον ανενεργές, με τον Έβρο να «ρημάζει» από την αποβιομηχάνιση (26 ανενεργές επιχειρήσεις ή το 90% του συνόλου) και τη Ροδόπη να ακολουθεί (το 64% των επιχειρήσεων εντός της ΒΙΠΕ Κομοτηνής δεν λειτουργούσαν). Στη Δυτική Μακεδονία, τέλος, το 24% των βιομηχανοστασίων μεταποιητικών επιχειρήσεων εντός ΒΙΠΕ ήταν το 2019 ανενεργές.

Συγκριτικά μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στην κρίση για τις εντός ΒΙΠΕ επιχειρήσεις

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η project manager της ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ ΑΕ, Γεωργία Πανοπούλου, υπενθυμίζει ότι βάσει της έρευνας που είχε πραγματοποιήσει ο ΣΒΕ με την ΕΤΒΑ το 2019, «στην Κεντρική Μακεδονία, το 66% των μεταποιητικών επιχειρήσεων με έδρα τις ΒΙΠΕ εξακολουθεί να είναι ενεργό. Στην Ανατολική Μακεδονία- Θράκη οι ενεργές επιχειρήσεις φθάνουν το 51% κι αυτό είναι αξιοσημείωτο, δεδομένου ότι πρόκειται για παραμεθόρια και ιδιαίτερα ευαίσθητη γεωπολιτικά περιφέρεια. Στην Ήπειρο, το 51% των μεταποιητικών επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες σε ΒΙΠΕ είναι ενεργές, ενώ στη Δ. Μακεδονία, περιοχή που στα επόμενα χρόνια θα πρέπει να διαχειριστεί και τη διαδικασία της απολιγνιτοποίησης, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 76%».

Κατά την κ. Πανοπούλου, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, οι επιχειρήσεις εντός ΒΙΠΕ έχουν δείξει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, σε σχέση με τις εκτός βιομηχανικών περιοχών. «Η αποβιομηχάνιση είναι ένα φαινόμενο δεκαετιών στην Ελλάδα. Υπήρξαν ολόκληροι κλάδοι που σχεδόν εξαφανίστηκαν, όπως η κλωστοϋφαντουργία. Ταυτόχρονα όμως, υπήρξαν και άλλες δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν, εδραιώθηκαν και έχουν σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα, μεταξύ άλλων τρόφιμα, πλαστικά, χημική βιομηχανία, φαρμακοβιομηχανία», επισημαίνει.

Σταθερή αύξηση επενδυτικού ενδιαφέροντος την τελευταία διετία

Στο ερώτημα αν σήμερα η κατάσταση επιδεινώνεται ή βελτιώνεται, η κ. Πανοπούλου υποστηρίζει πως την τελευταία διετία διακρίνεται σταθερή αύξηση στο επενδυτικό ενδιαφέρον για εγκατάσταση εντός ΒΙΠΕ.

«Έχουν γίνει σημαντικές θεσμικές παρεμβάσεις, που καθιστούν πιο ελκυστική την επένδυση εντός Οργανωμένου Υποδοχέα, έναντι του εκτός σχεδίου: εξαιρετικά απλοποιημένες διαδικασίες αδειοδότησης, αυξημένοι συντελεστές δόμησης και όγκου, πτώση περιβαλλοντικής κατάταξης, απαλλαγή από φόρο μεταβίβασης, χαμηλός ΕΝΦΙΑ, κ.ά», υπογραμμίζει.

Ποιος έχει την ευθύνη αν ένα ανενεργό βιομηχανοστάσιο είναι επικίνδυνο; Τι συμβαίνει όταν ένα ανενεργό βιομηχανοστάσιο αντιμετωπίζει προβλήματα επικινδυνότητας (π.χ., σε επίπεδο στατικότητας ή εύφλεκτων υλικών στο εσωτερικό του); Ποιος έχει την ευθύνη διαχείρισής του;

Κατά το στέλεχος της ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ ΑΕ, η ευθύνη της διαχείρισης τέτοιων καταστάσεων ανήκει, βάσει του νόμου 2982/2011, στις δημόσιες Αρχές, οι οποίες -κατόπιν άμεσης έγγραφης ενημέρωσης από τον φορέα διαχείρισης της ΒΙΠΕ- «θέτουν σε εφαρμογή τους όρους και τις διατάξεις που αφορούν στην πρόληψη και αποκατάσταση των κινδύνων, σε περίπτωση διακοπής της αδειοδοτημένης εγκατάστασης ή δραστηριότητας».

«Ευελπιστούμε ότι σύντομα θα ρυθμιστεί νομοθετικά και το ζήτημα της γρήγορης επαναφοράς σε παραγωγική χρήση των ανενεργών ακινήτων εντός Οργανωμένων Υποδοχέων Δραστηριοτήτων, όπως είναι οι ΒΙΠΕ. Είναι κρίμα να υπάρχουν βιομηχανικά ακίνητα που απαξιώνονται, και μάλιστα σε περιοχές με υψηλή ζήτηση και με όλες τις αναγκαίες υποδομές», καταλήγει η κ. Πανοπούλου.

Ανενεργά κτήρια στεγασμένης επιφάνειας άνω των 130 στρεμμάτων στο Καλοχώρι

Ποια είναι όμως η κατάσταση εκτός των ΒΙΠΕ, σε περιοχές όπως η άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση (ΑΒΣ) του Καλοχωρίου; «Στην ΑΒΣ Καλοχωρίου, νοτίως της ΠΑΘΕ, σε μια έκταση μελέτης περίπου 7.500 στρεμμάτων, είχαμε καταγράψει το 2019 περίπου 70 ιδιοκτησίες (επιφάνειας 540 στρεμμάτων), με ανενεργά ή εγκαταλελειμμένα βιομηχανικά κτήρια συνολικής κάλυψης κτηρίων περίπου 132 στρεμμάτων» γνωστοποιεί, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Δημήτρης Σαμαράς, διευθύνων σύμβουλος της «Σαμαράς & Συνεργάτες ΑΕ - Σύμβουλοι Μηχανικοί», η οποία είχε εκπονήσει την απαιτούμενη μελέτη τεκμηρίωσης, προκειμένου η ΑΒΣ Καλοχωρίου να αναγνωρισθεί θεσμικά ως περιοχή, που χρήζει περιβαλλοντικής και λειτουργικής εξυγίανσης, με σκοπό να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.3982/2011 για την ανάπτυξη Επιχειρηματικού Πάρκου Εξυγίανσης.

Βαθύ το αποτύπωμα στην οικονομία

Κατά τον κ. Σαμαρά, «πρέπει επιτέλους να δοθεί λύση στο θέμα της αξιοποίησης των υφιστάμενων, ανενεργών ακινήτων ιδιοκτησίας επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν διακόψει τη δραστηριότητά τους, αφήνουν, όμως, βαθύ το αποτύπωμά τους στην ελληνική οικονομία».

Όπως επισημαίνει, ενώ επιδοτείται η κατασκευή νέων βιομηχανικών κτηρίων μέσω του αναπτυξιακού νόμου, δεν επιδοτείται η αγορά υφιστάμενων, ανενεργών, βιομηχανικών κτηρίων, αν οι εταιρείες που τα κατείχαν, είχαν επιδοτηθεί κατά το παρελθόν για την κατασκευή τους.

«Θα είχε λογική και θα διευκόλυνε την επιχειρηματική δράση, αν δεν έχει αποσβεστεί η προηγούμενη επένδυση, να αφαιρείται το αντίστοιχο ποσό της επιδότησης. Και αν έχει αποσβεστεί, τότε σκόπιμο θα ήταν να προχωρήσει η επιχείρηση, διεκδικώντας τη νέα χρηματοδότηση. Με τον τρόπο αυτό και θα αξιοποιούνταν υφιστάμενες εγκαταστάσεις, και θα δημιουργούνταν ταχύτερα νέες θέσεις εργασίας, και δεν θα επιβαρυνόταν το περιβάλλον. Τα κτίσματα αυτά αποτελούν πολύτιμο λανθάνον κτηριακό δυναμικό, η αξιοποίηση του οποίου πρέπει να ενταχθεί στα προγράμματα χρηματοδότησης- επιδοτήσεων», σημειώνει ο κ. Σαμαράς._