Skip to main content

Χαλκιδική και Ζάκυνθος φωτογραφίζουν το παρόν και το μέλλον του ελληνικού τουρισμού

Τα σκουπίδια στο «Ναυάγιο» στη Ζάκυνθο και στο Πευκοχώρι Χαλκιδικής ήταν αφορμές που ανέδειξαν τα… κρυφά προβλήματα του ελληνικού τουρισμού

Μία φωτογραφία ισούται με 1.000 λέξεις συνηθίζουν να λένε οι Κινέζοι. Στη δημοσιογραφία η συγκεκριμένη φράση αποδεικνύεται τόσο συχνά, ώστε, πλέον, θεωρείται αξίωμα. Τις προηγούμενες ημέρες κάποιες φωτογραφίες τραβηγμένες στη Ζάκυνθο και τη Χαλκιδική ανέδειξαν τα… κρυφά προβλήματα του ελληνικού τουρισμού. Τα οποία παραμένουν… αόρατα μόνο για όποιον δεν θέλει να τα δει. Η φωτογραφία στη δεύτερη διασημότερη παραλία της χώρας, στο Ναυάγιο της Ζακύνθου, που ανέβασαν στα κοινωνικά δίκτυα ακτιβιστές και δείχνει το σωρό των σκουπιδιών στην αμμουδιά με φόντο το γνωστό καράβι - ναυάγιο, αλλά και οι φωτογραφίες από τους ξεχειλισμένους κάδους απορριμμάτων στους πηγμένους μέχρι λιποθυμίας δρόμους του Πευκοχωρίου, που δημοσίευσε η Voria.gr, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις –αν όχι αποδείξεις- για το που οδηγεί ο μαζικός τουρισμός, που ήδη φλερτάρει με τα όρια  του υπερτουρισμού, για τον οποίο η Ελλάδα υπερηφανεύεται. Διότι καλά είναι τα περίπου 30 εκατ. τουριστών που περιμένουμε φέτος. Και ακόμη καλύτερα τα 20 δισ. ευρώ των τουριστικών εισπράξεων που αναμένει ο υπουργείο Οικονομικών. Αλλά όσοι ενδιαφέρονται για τον τουρισμό και τα οικονομικά της Ελλάδας σε μεσο-μακροπρόθεσμη βάση καλό θα ήταν να έριχναν μια βαθύτερη ματιά στα στοιχεία. Κυρίως να επιχειρούσαν να υπολογίσουν το ισοζύγιο ανάμεσα στα έσοδα και τα έξοδα εξ’ αιτίας του τουριστικού μεγέθους. Επίσης, να υπολογίσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα που αφήνουν οι τουριστικές ορδές. Πολύ περισσότερο που η μεγάλη κίνηση συγκεντρώνεται σε λίγα σημεία της χώρας, τα οποία επιβαρύνονται ποικιλοτρόπως υπέρμετρα. Αλλά και να εκτιμήσουν τι θα συμβεί στο εγγύς μέλλον με βάση τη φετινή εικόνα και κατάσταση. Να καταλάβουν πόσα κερδίζουμε και πόσα χάνουμε.

Η συζήτηση για τον υπερτουρισμό πρέπει να ξεκινήσει από τις υποδομές, που στη χώρα μας παραμένουν ελλιπείς και προβληματικές, παρά τις δεκαετίες έργων που «έκαψαν» δεκάδες δισ. ευρώ κοινοτικών κονδυλίων. Δρόμοι, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, δίκτυα ηλεκτρικού ρεύματος, συστήματα συλλογής και διαχείρισης απορριμμάτων παραμένουν σε σημαντικό βαθμό ανεπαρκή στο να εξυπηρετήσουν με επάρκεια μεγάλο αριθμό επισκεπτών, ειδικά στις δημοφιλέστερες τουριστικές περιοχές. Εάν δίπλα σε αυτή την αντικειμενική και καθολικά αποδεκτή πραγματικότητα προβάλλει κανείς και τις σαφείς οργανωτικές αδυναμίες των δημοσίων φορέων –τόσο της κεντρικής κυβέρνησης, όσο και της αυτοδιοίκησης- να διαχειριστούν καταστάσεις που προκύπτουν από τις αρμοδιότητες και την αποστολή τους, τότε η εικόνα είναι απογοητευτική. Η δημόσια αντιπαράθεση ανάμεσα στο υπουργείο Τουρισμού και τον Δήμο Ζακύνθου για το ποιος είναι υπεύθυνος για την καθαριότητα και την αποκομιδή των απορριμμάτων στην παραλία Ναυάγιο προκαλεί μελαγχολία. Όχι μόνο για την ποιότητα των επιχειρημάτων, αλλά επειδή όλοι γνωρίζουμε ότι για την αποκομιδή των απορριμμάτων παντού στην Ελλάδα υπεύθυνοι είναι οι δήμοι, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην συγκεκριμένη υποχρέωση ούτε καν όταν στις τουριστικές περιοχές βρίσκονται μόνο οι μόνιμοι κάτοικοι. Συνήθως οι δήμοι λόγω τουρισμού απολαμβάνουν μεγαλύτερων εσόδων τα καλοκαίρια (δημοτικά τέλη, μίσθωση κοινόχρηστων χώρων, παραλιών κλπ.), αλλά δεν φροντίζουν να ενισχυθούν για να αντιμετωπίσουν την τουριστική επιβάρυνση. Σπανίως, δε, στο σχεδιασμό των έργων τους λαμβάνουν υπόψιν τους το πραγματικό –και επιθυμητό- καλοκαιρινό τους μέγεθος, αλλά υπολογίζουν μόνο τους μόνιμους κατοίκους, άντε και κάτι παραπάνω.

Η Χαλκιδική είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο μόνιμος πληθυσμός της έχει μετρηθεί λίγο πάνω από τις 100.000 κατοίκους, αλλά τους καλοκαιρινούς μήνες σπανίως πέφτει κάτω από το ένα εκατομμύριο, σε ορισμένες φάσεις το ξεπερνάει κατά πολύ. Οι ίδιοι οι κάτοικοι της Χαλκιδικής, δηλαδή η τοπική κοινωνία, επέλεξε να επενδύσει στον μαζικό τουρισμό. Από τις πωλήσεις αγροτεμαχίων στους Θεσσαλονικείς και άλλους βορειοελλαδίτες που ήθελαν να αποκτήσουν εξοχική κατοικία από τη δεκαετία του 1960, μέχρι την σημερινή έντονη και οριζόντια τουριστική δραστηριότητα, που αναπτύσσεται σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη και σε πολλά ημιορεινά του νομού και με την οποία ασχολούνται άνθρωποι από κάθε σπίτι και μέλη από κάθε οικογένεια. Όλη αυτή η ανάπτυξη ουδέποτε συμβάδισε με την οφειλόμενη οργανωτική προσαρμογή του δημοσίου χώρου και των υποδομών, με αποτέλεσμα να υπάρχει τίμημα, το οποίο με μαθηματική ακρίβεια θα μεγαλώνει, μέχρι η διαφορά κόστους / οφέλους να καταστεί εμφανώς αρνητική και η περιοχή να έχει ήδη… αυτοκτονήσει. Αντίθετα, επί δεκαετίες το βασικό μοτίβο είναι γκρίνια για το μεγάλο αριθμό των επισκεπτών που δημιουργούν πρόβλημα στην περιοχή και τους μόνιμους κατοίκους. Παράλληλα, βέβαια με αυτή τη γκρίνια «οι εισπράξεις εισπράξεις και το ταμείο ταμείο». Τράβα με και ας κλαίω.

Επειδή, λοιπόν, «σαν τη Χαλκιδική δεν έχει» είναι κρίμα και άδικο να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση. Ο τουρισμός είναι παραγωγική δραστηριότητα, αλλά για να αποδώσει μακροπρόθεσμα, να συνεχίσει να παράγει σημαντικές υπεραξίες και να προσφέρει απασχόληση χρειάζεται μέτρο. Χρειάζεται στρατηγικές αποφάσεις και σχεδιασμό. Χρειάζεται «φίλτρα» για περιορισμό των δραστηριοτήτων, σμίκρυνση του μεγέθους και αύξηση της ποιότητας, άσχετα εάν αυτό σημαίνει ότι κάποιοι στην περιοχή που σήμερα αισθάνονται καλά γιατί (υποτίθεται ότι) εξασφαλίζουν μεροκάματο, θα βγουν εκτός παιχνιδιού. Του χρόνου έχουμε δημοτικές εκλογές, αλλά στη Χαλκιδική ούτε ακούγεται, ούτε πρόκειται να γίνει συζήτηση για το τουριστικό μοντέλο. Κανείς δεν θα υπογραμμίσει ότι στον 21ο αιώνα δεν νοείται να κόβεται συχνά το ρεύμα ή να ανεβοκατεβαίνει η τάση προκαλώντας ζημιές στα μηχανήματα και στα… νεύρα των ανθρώπων. Ούτε είναι λογικό να υπάρχουν περιοχές στις οποίες η υδροδότηση κόβεται για μέρες, όπως έγινε φέτος στις Πόρτες του δήμου Νέας Προποντίδας. Ούτε, ακόμη, μπορούν να γίνονται ανεκτές εικόνες σαν κι αυτές στους δρόμους και στους κάδους απορριμμάτων στο Πευκοχώρι, με την περιοχή να μετατρέπεται σε… Τσιμισκή, αλλά και απέραντο σκουπιδαριό, για χάρη των ενοικιαζόμενων δωματίων. Όλα αυτά –κακά τα ψέματα- αποτελούν ψιλά γράμματα. Για τους αυτοδιοικητικούς, αλλά και τους περισσότερους από τους μόνιμους κατοίκους η λύση είναι μόνο αυτή που τους βολεύει. Δηλαδή να βρει το κράτος τα λεφτά –ενδεχομένως από την Ευρώπη- και να ενδυναμώσει τις υποδομές, που οι ίδιοι χρησιμοποιούν και συχνά οι ίδιοι διαχειρίζονται. Θα ήταν πολύ καλό ξαφνικά οι δήμοι στην Κασσάνδρα και τη Σιθωνία να βρεθούν ο καθένας με 50 πρόσθετα απορριμματοφόρα και 200 επιπλέον εργαζομένους στην καθαριότητα. Εξίσου καλό θα ήταν να κατασκευαστούν ακόμη τρεις - τέσσερις υποσταθμοί του ΔΕΔΔΗΕ. Όπως επίσης, να επιταχυνθεί το φράγμα στη Χαβρία, που θα υποστηρίξει την υδροδότηση της περιοχής, και να κατασκευαστεί ένα δεύτερο,  όπου βολεύει. Οι δρόμοι να διευρυνθούν με δαπάνες του κράτους και αν είναι δυνατόν χωρίς να πειραχτεί ούτε ένα τετραγωνικό εκατοστό ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Ως γνωστόν «σε αυτή τη ζωή καλύτερα να είσαι νέος, πλούσιος και υγιής, παρά γέρος, φτωχός και άρρωστος». Επίσης, ως γνωστόν στην Ελλάδα ίδιον συμφέρον και μαξιμαλισμός πηγαίνουν μαζί, όχι χεράκι χεράκι, αλλά σφιχταγκαλιασμένα.  

ΥΓ. Η Ελλάδα είναι μικρό κράτος και χωρίς εμπειρία αποκεντρωμένης λειτουργίας. Επειδή, λοιπόν, ο τουρισμός είναι μία βασική παραγωγική διαδικασία για τη χώρα, η πολιτεία σε κεντρικό επίπεδο οφείλει να παρέμβει για να θέσει τα όρια και τους όρους της ανάπτυξης. Να συμβάλλει στη χάραξη της στρατηγικής και στην εφαρμογή της. Όσο κι αν πονάει, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η Αθήνα πολλές φορές βλέπει πιο καθαρά μια κατάσταση, όπως -για παράδειγμα- στη Χαλκιδική και στη Ζάκυνθο, απ’ ότι οι ντόπιοι παράγοντες.