Skip to main content

Έφτασε η ώρα για την απογείωση του τουρισμού πόλης στη Θεσσαλονίκη

«Ξεφυτρώνουν» στο ιστορικό κέντρο ξενοδοχεία μπουτίκ, απολύτως κατάλληλα για να καλύψουν τους επισκέπτες που επιλέγουν τη Θεσσαλονίκη για city break.

Η φετινή εορταστική περίοδος θα είναι για τη Θεσσαλονίκη διαφορετική. Πιο κοσμοπολίτικη από οποιαδήποτε άλλη τα τελευταία χρόνια. Οι πληροφορίες από τα καλά ξενοδοχεία της πόλης συνηγορούν ότι οι ξένοι επισκέπτες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς θα είναι πολλοί, αφού οι κρατήσεις βρίσκονται στα όρια του sold out. Το «άνοιγμα» που επιχειρείται εδώ και μια πενταετία με μπροστάρη το δήμο Θεσσαλονίκης -και το Γιάννη Μπουτάρη προσωπικά- αποδίδει, επ’ ωφελεία της κοινωνίας, της αγοράς και της οικονομίας. Φυσικά πολλά πρέπει ακόμη να γίνουν με στόχο η επισκεψιμότητα να αποκτήσει βάθος και να απλωθεί σε ολόκληρη τη χρονιά, κάτι για το οποίο οφείλουν να φροντίσουν ο Οργανισμός Τουριστικής Προβολής και Μάρκετινγκ Θεσσαλονίκης και η αντιπεριφερειάρχης Βούλα Πατουλίδου, η οποία τον διοικεί.

Ταυτόχρονα οι προοπτικές της πόλης στο πεδίο του τουρισμού είναι καλύτερες από ποτέ. Απόδειξη αυτού είναι η μεγάλη κινητικότητα που παρατηρείται σε επενδύσεις στα ξενοδοχεία πόλης, κάτι που καθημερινά βελτιώνει το επίπεδο των υποδομών φιλοξενίας και μάλιστα προς τη σωστή κατεύθυνση. Διότι η Θεσσαλονίκη δε χρειάζεται άλλα μεγάλα ξενοδοχεία πολυτελείας, έχει ήδη αρκετά. Εκείνο που συμβαίνει είναι να «ξεφυτρώνουν» στο ιστορικό κέντρο μικρές μονάδες –ξενοδοχεία μπουτίκ, όπως λέγονται- απολύτως κατάλληλα για να καλύψουν τους επισκέπτες που επιλέγουν τη Θεσσαλονίκη ως προορισμό city break, δηλαδή με τη λογική της «απόδρασης» είτε για το Σαββατοκύριακο, είτε για διάστημα δύο έως τεσσάρων ημερών σε εορτές και αργίες. Ήδη κάποια τέτοια ξενοδοχεία λειτουργούν, ενώ σχεδόν για κάθε εγκαταλελειμμένο κτίριο παλιάς κοπής στην ευρύτερη περιοχή των Λαδάδικων -τόσο πάνω, όσο και κάτω από την Τσιμισκή- εκδηλώνεται ενδιαφέρον.

Με αυτό τον τρόπο –πέραν των επενδύσεων που γίνονται και των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται- αξιοποιούνται ακίνητα, τα οποία έχουν παροπλιστεί εδώ και πολλά χρόνια και ρημάζουν από την εγκατάλειψη, κάτι που είναι εις βάρος τόσο των ιδιοκτητών τους, όσο και του αστικού περιβάλλοντος. Διότι η αξιοποίηση αυτών των εξαιρετικής αρχιτεκτονικής ψηλοτάβανων κτιρίων στο χρώμα της ώχρας, που κατασκευάστηκαν στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα και αρκετά εγκαταλείφτηκαν μετά το 1990, είναι κάτι δύσκολο. Οι παρεμβάσεις που απαιτούνται ώστε να ξαναγίνουν λειτουργικά είναι σημαντικής έκτασης, ώστε να καθίσταται ασύμφορη η αξιοποίησή τους ως απλοί επαγγελματικοί χώροι, ιδιαίτερα μετά το 2010 που οι τιμές σε καταστήματα και γραφεία έχουν υποχωρήσει πολύ.

Νέα τοπόσημα του… 1920

Ασφαλώς κάθε εξέλιξη έχει τα ορόσημά της. Στο νέο τουριστικό τοπίο που ανθίζει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης έχουν ήδη ιχνογραφηθεί δύο νέα τοπόσημα, που θα αναδειχθούν τα επόμενα χρόνια και έρχονται απευθείας από τη δεκαετία του 1920. Η καλύτερη απόδειξη για το πώς το ένδοξο παρελθόν μπορεί να στηρίξει το παρόν και το μέλλον. Κατ’ αρχήν η αναγέννηση του θρυλικού «Όλυμπος - Νάουσα», στην οδό Νίκης 5 θα συμβάλλει στην αισθητική αναβάθμιση της περιοχής της παλιάς παραλίας. Εδώ και λίγο καιρό το κτίριο πέρασε στην κοινοπραξία  της Grivalia Hospitality S.A. και της Μακεδονικά Ξενοδοχεία Α.Ε., που ανήκει στη γνωστή οικογένεια Τορνιβούκα και θα μετατραπεί σε πολυτελές μπουτίκ ξενοδοχείο.

Το «Όλυμπος Νάουσα» κτίσθηκε το 1926 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ζακ Μοσσέ σε οικόπεδο επιφανείας 621,56 τ.μ. και έγινε εστιατόριο από τέσσερις συνεταίρους (Εμμανουηλίδης, Σφήκας, Γεωργακόπουλος και Τσελίδης). Βρισκόταν δίπλα στο «Μεντιτερανέ», το ξενοδοχείο της οικογένειας Τορνιβούκα που στόλιζε τη Θεσσαλονίκη μέχρι το σεισμό του 1978. Το εστιατόριο έκλεισε το 1994, όταν πέθανε και ο τελευταίος των τεσσάρων δημιουργών του. Το κτίσμα αποτελείται από ισόγειο επιφανείας 299,59 τ.μ., μεσοπάτωμα επιφανείας 98,13 τ.μ., 1ο  όροφο επιφανείας 297,04 τ.μ. και 2ο  όροφο επιφανείας 297,04 τ.μ. Πρόκειται για διατηρητέο ως κτίριο και ως χρήση (δηλαδή θα πρέπει σε αυτό να λειτουργήσει πάλι εστιατόριο), αλλά βάσει της οικοδομικής άδειας που εκδόθηκε το 2009,  προβλέπεται η δυνατότητα προσθήκης ακόμη τεσσάρων ορόφων όπως και η δημιουργία υπογείου. Το σύνολο της επιτρεπόμενης υπέργειας δόμησης είναι 2.946,30 τ.μ.

Το δεύτερο εμβληματικό κτίριο που αναμένεται να σημαδέψει τη νέα τουριστική ανάπτυξη του κέντρου της Θεσσαλονίκης είναι η αγορά Μοδιάνο. Το κτιριακό συγκρότημα ανάμεσα στις οδούς Ερμού και Βασιλέως Ηρακλείου, που χτίστηκε την περίοδο 1922 – 1925  σε σχέδια του αρχιτέκτονα J. Oliphant ενώ κύριος του έργου και μηχανικός ήταν ο Ελί Μοδιάνο. Ήδη το κτίριο τηςν αγοράς Μοδιάνο έχει περάσει στη διαχείριση της «Στοά Μοδιάνο Α.Ε.», συμφερόντων του επιχειρηματία Σάμι Φάις, που σχεδιάζει εντός του 2018 μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις για την αποκατάστασης της στοάς, καθώς υππάρχουν στατικά προβλήματα με μία επένδυση που αναμένεται να ξεπεράσει τα 4,5 εκατ. ευρώ. Στόχος είναι η ανανεωμένη και αναβαθμισμένη αγορά Μοδιάνο να είναι έτοιμη προς τα τέλη του 2019 ή τις αρχές 2020.

Ο σχεδιασμός των νέων επενδυτών είναι να «αναστήσουν» λειτουργικά την Αγορά Μοδιάνο – μία αγορά που είναι διατηρητέα ως κτίριο αλλά και ως χρήσεις- στα πρότυπα των παραδοσιακών αγορών της Ισπανίας και συγκεκριμένα της La Boqueria της Βαρκελώνης και, της San Miguel της Μαδρίτης. Αυτό σημαίνει ότι οι χρήσεις θα είναι μικτές και η πώληση τροφίμων θα συνδυάζεται και με την κατανάλωση τους στο σημείο –για παράδειγμα, μία κάβα θα σερβίρει και κρασί ή ένα αλλαντοπωλείο θα προσφέρει σάντουιτς.