Skip to main content

Υπερπατριώτες και μηδενιστές, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος

Από τη μία οι κατ’ επάγγελμα μηδενιστές πολιτικάντηδες με την ομιχλώδη ιδεολογία, από την άλλη οι υπερ-πατριώτες του γλυκού νερού

«Όμορφη και παράξενη πατρίδα /
Ωσάν αυτή που μου 'λαχε δεν είδα /
Ρίχνει να πιάσει ψάρια    πιάνει φτερωτά /
Στήνει στη γη καράβι     κήπο στα νερά /
Κλαίει φιλεί το χώμα     ξενιτεύεται /
Μένει στους πέντε δρόμους     αντρειεύεται /
Κάνει να πάρει πέτρα     τηνε παρατά /
Κάνει να τη σκαλίσει     βγάνει θάματα /
Μπαίνει σ' ένα βαρκάκι     πιάνει ωκεανούς /
Ξεσηκωμούς γυρεύει     θέλει τύραννους / 
Πέντε μεγάλους βγάνει     πάνω τους βαρεί /
Να λείψουν απ' τη μέση     τούς δοξολογεί».

Οι ποιητές συχνά έχουν προόραση. Βλέπουν μακριά στο μέλλον. Προβλέπουν εξελίξεις. Υπό την προϋπόθεση ότι ο αναγνώστης έχει την ευαισθησία να μεταφράσει το πνεύμα τους. Ενίοτε οι ποιητές υπογράφουν την εποχή τους με… ρεπορτάζ. Όπως ο Οδυσσέας Ελύτης με τους πιο πάνω στίχους από τη συλλογή «Ο ήλιος ο ηλιάτορας», στους οποίους σκιαγραφεί με μοναδικό τρόπο την Ελλάδα των τελευταίων δύο αιώνων. Όπως σε άλλες περιπτώσεις έχουν κάνει με εκπληκτική ακρίβεια και έντονη διεισδυτικότητα ο Νίκος Γκάτσος, ο Διονύσης Σαββόπουλος και άλλοι ποιητές και τροβαδούροι –και οι τροβαδούροι ποιητές είναι άλλωστε. Κοινός τόπος των προσεγγίσεων τους η αντιφατικότητα των Ελλήνων, που είναι Θεοί και διάβολοι. Ήρωες και προδότες. Καλοσυνάτοι και καταραμένοι. Που όταν –σπανίως, σπανιότατα- βρίσκονται να δουλεύουν για ένα κοινό σκοπό κάνουν θαύματα, αλλά στην καθημερινότητα ανταγωνίζονται ποιος θα βγάλει το μάτι του άλλου. Ποιος θα σπάσει όλα τα παγκόσμια ρεκόρ ατομισμού, ιδιοτέλειας, μικροσυμφέροντος και μικροπολιτικής.

Τις τελευταίες ημέρες, με τα πρωτόγνωρα εδώ και δεκαετίες γεγονότα στον Έβρο, η χώρα ζει περίεργες καταστάσεις. Την ώρα που τα στελέχη και το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας προσπαθούν να κάνουν με επαγγελματικό τρόπο τη δουλειά τους, αποτρέποντας την παραβίαση των συνόρων από το «στρατό» μεταναστών και προσφύγων, κάποιοι άλλοι στο εσωτερικό της χώρας τοκίζουν πάνω στον ηρωισμό τους.

Πρόκειται κυρίως δύο κατηγορίες:

Πρώτον, ορισμένοι κατ’ επάγγελμα μηδενιστές πολιτικάντηδες επιχειρούν στο όνομα της ομιχλώδους ιδεολογίας τους να μειώσουν τη σημασία των κρίσιμων στιγμών που προφανώς διέρχεται η χώρα. Στην πραγματικότητα εκείνο που τους καίει περισσότερο είναι να απευθυνθούν σε συγκεκριμένο ακροατήριο, ώστε να διατηρήσουν τη θέση τους στο κρατικοδίαιτο επιχορηγούμενο πολιτικό σύστημα, εντός του οποίου επιτυγχάνουν με άνετο τρόπο τον βιοπορισμό και την επιβίωσή τους.

Δεύτερον, κάποιοι υπερ-πατριώτες του γλυκού νερού, που καλύπτονται πίσω από τη σοβαροφάνεια μιας σφραγίδας ή κάποιου τύπου επωνυμίας που έχουν επιτύχει και εκδίδουν ανέξοδα ανακοινώσεις συμπαράστασης. Η προσπάθεια τους να φουσκώσουν λέξεις και αισθήματα γίνεται αντιληπτή από την πρώτη ανάγνωση όσων γράφουν, ενώ τα δήθεν μηνύματά τους ακυρώνονται αυτομάτως λόγω της κοινοτυπίας και της έλλειψης οποιασδήποτε ουσίας.

Όλα αυτά, και τα πρώτα και τα δεύτερα, είναι εκ του πονηρού. Ακόμη και αν όσοι μετέχουν στο παιχνίδι δεν το αντιλαμβάνονται. Συμβαίνει αυτό διότι μια μεγάλη κατηγορία Ελλήνων προσπαθεί με πείσμα και… επαγγελματισμό να αξιοποιεί όλες τις καταστάσεις προς ίδιον όφελος, οπότε βρισκόμαστε ενώπιον μίας έξης που έχει γίνει δευτέρα φύσις. Με απλά λόγια προσπαθούν να φέρουν τον κόσμο στα μέτρα τους, κάτι που ασφαλώς δεν γίνεται. Η αλήθεια που και η μία και η δεύτερη κατηγορία θέλουν να κρύψουν είναι ότι η ύπαρξη τους νοείται μόνο εντός του υφιστάμενου πλαισίου, το οποίο επιθυμούν πάση θυσία να παραμείνει αναλλοίωτο στις βασικές του γραμμές. Όσοι –για παράδειγμα- θέλουν ανοιχτά σύνορα για να μπαινοβγαίνει όποιος θέλει και ταυτόχρονα λοιδορούν τους ακρίτες που συμπαραστέκονται στους ένστολους -ότι το κάνουν δήθεν για να προστατέψουν τις… βίλες τους- θεωρούν δεδομένη την κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη ύπαρξη του ελληνικού κράτους που θα έχει τη δυνατότητα να δανείζεται για να χρηματοδοτεί τη ζωή και τις δραστηριότητές τους. Όσο για τους ζηλωτές του εθνικού φρονήματος, οι οποίοι το στηρίζουν με ανακοινώσεις και αναρτήσεις από την ασφάλεια της ενδοχώρας, εκείνο που τους απασχολεί είναι να υπάρχει ελληνικό κράτος για να μπορούν οι ίδιοι να κάνουν όχι μόνο τις δουλειές τους, αλλά και τα… κόλπα τους. Τη φοροδιαφυγή τους, την φοροαποφυγή τους, τη φοροκλοπή τους, το αυθαίρετό τους και γενικώς ότι γουστάρουν και ότι συμφέρει στην τσέπη τους. Διότι –κακά τα ψέματα- οι πατριώτες στη σημερινή συγκυρία φαίνονται πρώτα στο ταμείο και μετά οπουδήποτε αλλού. Στην κανονική ζωή –σε αυτό που λέμε φυσική ροή των πραγμάτων- προηγούνται οι πράξεις και ακολουθούν οι δηλώσεις. Τα άλογα μπαίνουν μπροστά από το κάρο. Ηγέτες αναλαμβάνουν όσοι έχουν χάρισμα είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους και όχι αυτοί έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Το συλλογικό προηγείται του ατομικού, το οποίο όμως είναι σεβαστό κι έχει δικαιώματα. Στην αλφαβήτα το άλφα είναι στην αρχή και το ωμέγα στο τέλος. Ομοίως στην αριθμητική το 1 προηγείται του 2 και του 3. Προς το παρόν τουλάχιστον, διότι κανείς δεν γνωρίζει πόσο και προς ποια κατεύθυνση θα αλλάξουν τους κανόνες της λογικής οι αλγόριθμοι. Όλα αυτά στην κανονική ζωή. Διότι στον τόπο όπου το αυτονόητο βρίσκεται καθημερινά στο στόχο και η διαπίστωση του συνιστά ηρωική πράξη, τα πράγματα συχνά συμβαίνουν ανάποδα. Ή τουλάχιστον με αντίστροφη φορά. Οι δείκτες του ρολογιού κινούνται αριστερόστροφα, ο χρόνος μπερδεύεται και η δεκαετία του ’50 εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει, 70 χρόνια μετά. Κυρίως, όμως, οι εφιάλτες λανσάρονται επιτυχώς ως σωτήρες. Με το αζημίωτο ασφαλώς.

ΥΓ. Στις σοβαρές καταστάσεις καλό είναι να υπάρχει περισσότερη σιωπή. Για να κάνουν απερίσπαστοι τη δουλειά τους, αυτοί που πρέπει. Και για να προσφέρουν αθόρυβα και ουσιαστικά όσοι θέλουν και μπορούν. Τα υπόλοιπα –ανακοινώσεις, κοινωνικά δίκτυα κ.λπ.- είναι εκ του περισσού και εκ του πονηρού. Αχρείαστα.

ΥΓ2. Ένας αστικός μύθος στις σχολές διεθνούς πολιτικής και γεωστρατηγικής στα πανεπιστήμια του πλανήτη είναι ότι σε δύο χώρες δεν έχει ιδιαίτερο νόημα η παρουσία κατασκόπων. Στην Ιαπωνία, επειδή κανείς δεν μιλάει, και στην Ελλάδα, επειδή μιλούν όλοι. Σοφός. Όπως όλοι οι μύθοι.