Skip to main content

Εμβόλιο Covid: Τι έδειξε μελέτη για τα οφέλη από τον συνδυασμό σκευασμάτων

Η δυνατότητα συνδυασμού εμβολίων κατά της Covid-19 θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά τη διάθεση των εμβολίων. Τα πιθανά ιατρικά οφέλη.

Μπορεί κάποιος να κάνει ένα συγκεκριμένο εμβόλιο κατά της Covid-19 και μετά να λάβει ενισχυτική δόση άλλου σκευάσματος; Η ερώτηση αυτή έχει προβληματίσει τους ειδικούς από τότε που χορηγήθηκε η πρώτη δόση παγκοσμίως – και είναι κάτι παραπάνω από ένα ακαδημαϊκό θέμα.

Η δυνατότητα συνδυασμού εμβολίων κατά της Covid-19 θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά τη διάθεση των εμβολίων και είναι μάλιστα πιθανό να έχει και κάποια ιατρικά οφέλη.

Στις 15 Οκτωβρίου, μια συμβουλευτική επιτροπή για τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων στις ΗΠΑ εξέτασε στοιχεία από μια πρόσφατη μελέτη των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, η οποία επιχειρεί να δώσει απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Τα αρχικά αποτελέσματα αυτής της πολύ μικρής μελέτης δείχνουν πως η απάντηση ίσως να είναι θετική.

Εάν ο FDA τελικά στηρίξει τον συνδυασμό εμβολίων διαφορετικών εταιρειών, η απόφαση αυτή θα μπορούσε να βοηθήσει σε εθνικό επίπεδο τις προσπάθειες για εμβολιασμό του πληθυσμού, αναφέρει ο Πέδρο Πιέδρα, καθηγητής Μοριακής Ιολογίας, Μικροβιολογίας και Παιδιατρικής στο Baylor College of Medicine στο Χιούστον.

«Ανά πάσα στιγμή, μια φαρμακευτική εταιρεία μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιο παρασκευαστικό πρόβλημα, είτε αυτό είναι επιμόλυνση είτε έλλειψη αντιδραστηρίου, άρα βοηθάει να υπάρχουν επιλογές», εξηγεί ο ίδιος.

Επιπλέον, αυτό θα ωφελήσει τους γιατρούς και τους φαρμακοποιούς, τονίζει ο Ρόμπερτ Μ. Τζέικομπσον, ιατρικός επικεφαλής του προγράμματος ανοσοποίησης πρωτοβάθμιας περίθαλψης από την Κλινική Mayo.

«Οι εργαζόμενοι [στην Υγεία] θα μπορούσαν να διαλέξουν μία μάρκα εμβολίου και να ξέρουν ότι μπορούν να το χορηγήσουν σε οποιονδήποτε στη μέση της εμβολιαστικής τους σειράς, παρά να πρέπει να απορρίπτουν κάποιους ασθενείς», σημειώνει. Αυτό θα μείωνε τον αριθμό δόσεων που μένουν αναξιοποίητες, καθώς θα μπορούν να εμβολιαστούν περισσότεροι άνθρωποι από κάθε ανοιχτό φιαλίδιο, προσθέτει.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η επιστημονική υποστήριξη για τον συνδυασμό εμβολίων θα ήταν ένα ιδιαίτερα μεγάλο όφελος για τις φτωχότερες χώρες, πολλές από τις οποίες δεν διαθέτουν εθνικά αποθέματα. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οποιεσδήποτε δόσεις λαμβάνουν από ομάδες βοήθειας ή δωρεές σε οποιαδήποτε στιγμή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, δεδομένου ότι μόλις το 2,5% του πληθυσμού σε αυτές τις χώρες έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση.

Αναλυτικά στοιχεία από την Αγγλία

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στη Βρετανία διεξήγαγαν μια από τις πρώτες έρευνες σχετικά με τον συνδυασμό εμβολίων Covid-19, στα τέλη του 2020, προτού καν εγκριθούν τα εμβόλια στη χώρα.

Η μελέτη είναι γνωστή και ως «Com-COV» για τη Σύγκριση των Συνδυασμών Δόσεων Covid-19 και η ομάδα των ειδικών εξέτασε αρχικά τον συνδυασμό των εμβολίων της AstraZeneca και των Pfizer/BioNTech.

«Το αρχικό σκεπτικό είχε να κάνει κυρίως με τη διάθεση [των εμβολίων]. Τι θα συνέβαινε εάν υπήρχε πρόβλημα με τις προμήθειες ενός εμβολίου, ή εάν υπήρχε κάποια προειδοποίηση για την ασφάλεια που να σχετίζεται με αυτό ή αν κάποιο άτομο εμφανιζόταν και δεν ήξερες ποιο εμβόλιο του είχε χορηγηθεί προηγουμένως», εξηγεί ο Μάθιου Σνέιπ, ειδικός στα εμβόλια και επικεφαλής ερευνητής της Com-COV.

Ωστόσο, το ενδιαφέρον γρήγορα μετατοπίστηκε στο κατά πόσο αυτός ο συνδυασμός δόσεων, γνωστός στην Ιατρική και ως ετερόλογο πρόγραμμα εμβολιασμού, θα μπορούσε να έχει οφέλη σε ό,τι αφορά την ανοσοποίηση. Όταν οι ερευνητές χορήγησαν σε 830 άτομα μια διπλή δόση του εμβολίου της AstraZeneca ή εκείνου των Pfizer/BioNTech με διαφορά τεσσάρων εβδομάδων, ή έναν συνδυασμό των δύο, επιτεύχθηκε σε όλες τις περιπτώσεις ανοσολογική απόκριση ανώτερη του ορίου της καλής προστασίας.

Η ισχυρότερη απόκριση παρατηρήθηκε στην περίπτωση εκείνων που τους χορηγήθηκε αρχικά το AstraZeneca και στη συνέχεια το Pfizer. Τα επίπεδα αντισωμάτων (που δείχνουν την ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίσει τον κορωνοϊό) και των Τ-κυττάρων (που είναι υπεύθυνα για τον περιορισμό της εσωτερικής ανάπτυξης της ασθένειας) ανέβηκαν σε υψηλότερα επίπεδα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου συνδυασμού δόσεων.

Παραμένει άγνωστο ποια από αυτές τις δύο ανοσολογικές αποκρίσεις είναι πιο σημαντική, επισημαίνει ο Σνέιπ. Οι ερευνητές μελετούν επίσης αν η ενισχυμένη αυτή προστασία διατηρείται για μήνες μετά τη χορήγηση των δόσεων. Νέα δείγματα αίματος που ελήφθησαν έξι μήνες μετά τις αρχικές δόσεις βρίσκονται υπό εξέταση, λέει ο ίδιος.

Ο συνδυασμός εμβολίων οδήγησε σε ελαφρώς πιο ανεπιθύμητες αντιδράσεις στην έρευνα, αλλά καμία από τις αναφερθείσες παρενέργειες δεν ήταν κάτι πιο σοβαρό από ενοχλητικούς πονοκεφάλους, πυρετούς και ρίγη που υποχώρησαν εντός ημερών. Κανένας από τους συνδυασμούς δεν προκάλεσε ανησυχίες σε ό,τι αφορά την ασφάλεια.

«Αυτά τα αποτελέσματα συζητήθηκαν πολύ», λέει ο Γουάλιντ Τζαβέιντ, επιδημιολόγος και επικεφαλής στον τομέα της πρόληψης ασθενειών και ελέγχου στο Mount Sinai Downtown της Νέας Υόρκης. Αλλά χωρίς μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, δεν επιβεβαιώνεται εάν αξίζει να γίνεται ο συνδυασμός, προσθέτει.

Το εμβόλιο της AstraZeneca δεν έχει εγκριθεί στις ΗΠΑ, αλλά πολλοί ειδικοί συγκρίνουν το εν λόγω σκεύασμα με εκείνο της Johnson & Johnson καθώς και τα δύο χρησιμοποιούν την ίδια μέθοδο, γνωστή και ως ιικός φορέας. Και στα δύο εμβόλια, ένας αδενοϊός – σαν εκείνους που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα – μεταφέρει ένα μικρό κομμάτι του γενετικού κώδικα του SARS-CoV-2 στον οργανισμό, προκαλώντας ανοσολογική απόκριση.

Το εμβόλιο της AstraZeneca, ωστόσο, είναι φτιαγμένο από αδενοϊό χιμπατζή, ενώ το J&J χρησιμοποιεί μια ανθρώπινη εκδοχή. Αυτό σημαίνει ότι τα δύο εμβόλια είναι αρκετά διαφορετικά και δεν γίνεται να θεωρηθεί ότι τα αποτελέσματα μιας μελέτης για το ένα σκεύασμα μπορούν να εφαρμοστούν και στο άλλο, επισημαίνει ο Νταν Μπάρουτς, επικεφαλής του Κέντρου Ιολογίας και Έρευνας για τα Εμβόλια στο Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess της Βοστώνης.

«Τα ετερόλογα προγράμματα εμβολιασμού μπορεί να έχουν οφέλη, επειδή κάθε εμβόλιο φέρνει διαφορετικά χαρακτηριστικά στο τραπέζι. Αλλά θα πρέπει ο κάθε συνδυασμός να εξεταστεί ξεχωριστά για την ασφάλεια και την ανοσογονικότητα», λέει ο Μπάρουτς.

Τους τελευταίους μήνες, η Οξφόρδη έχει συμπεριλάβει στις μελέτες τα σκευάσματα της Moderna και της Novavax – έναν άλλο τύπο εμβολίου που δεν έχει εγκριθεί στις ΗΠΑ. Αναμένει να παρουσιάσει τα αποτελέσματα από τους συνδυασμούς αυτών των τεσσάρων εμβολίων αργότερα αυτό τον μήνα, όπως αναφέρει ο Σνέιπ.

Τα στοιχεία του NIH για τους συνδυασμούς εμβολίων

Το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ (NIH) ξεκίνησε τη δική του έρευνα για τους συνδυασμούς εμβολίων τον Ιούνιο, και τα ενδιάμεσα προκαταρκτικά αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο Διαδίκτυο την Τετάρτη. Βρίσκονται πλέον υπό εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Εμβολίων και Παρεμφερών Βιολογικών Προϊόντων του FDA.

Οι επιστήμονες συμπεριέλαβαν στη μελέτη περίπου 450 ανθρώπους που είχαν εμβολιαστεί πλήρως με κάποιο από τα τρία εμβόλια που έχουν εγκριθεί στις ΗΠΑ. Τουλάχιστον τρεις μήνες αργότερα, τους χορηγήθηκε μια ενισχυτική δόση, είτε του ίδιου σκευάσματος είτε κάποιου άλλου. Όταν η ομάδα του NIH ανέλυσε τα επίπεδα αντισωμάτων στο αίμα των συμμετεχόντων 15 ημέρες μετά τη χορήγηση της ενισχυτικής δόσης, φάνηκε ότι ο συνδυασμός ενίσχυσε την επίδραση των εμβολίων, ειδικά για εκείνους που είχαν αρχικά εμβολιαστεί με το σκεύασμα της J&J.

Οι περίπου 50 άνθρωποι που είχαν εμβολιαστεί με J&J και έλαβαν ενισχυτική δόση της Moderna είδαν τα 76πλάσια αύξηση στα επίπεδα αντισωμάτων τους, σε σύγκριση με μια μόλις τετραπλάσια αύξηση στην περίπτωση εκείνων που εμβολιάστηκαν εκ νέου με J&J. Η ενισχυτική δόση της Pfizer προκάλεσε μια 35πλάσια αύξηση των αντισωμάτων.

Η αλλαγή από το ένα εμβόλιο m-RNA στο άλλο δεν προκάλεσε τόσο δραματική μεταβολή. Σε όσους εμβολιάστηκαν με Pfizer και Moderna υπήρξε 32πλάσια αύξηση των αντισωμάτων και 20πλάσια σε όσους έκαναν και τις τρεις δόσεις με Pfizer. Ο συνδυασμός Moderna-Pfizer φάνηκε πως ήταν πολύ παρόμοιος με τον συνδυασμό Moderna-Moderna. Και κανένας από εκείνους που εμβολιάστηκαν με mRNA δεν είχε μεγαλύτερη αύξηση αντισωμάτων από ενισχυτική δόση της J&J από ό,τι θα είχε αν λάμβανε ενισχυτική δόση του εμβολίου που του είχε χορηγηθεί αρχικά.

Εάν τα τελικά αποτελέσματα αυτής της μελέτης, μαζί με άλλα που βρίσκονται σε εξέλιξη παγκοσμίως, συνεχίζουν να εντοπίζουν οφέλη, η συμβουλευτική επιτροπή για τις Πρακτικές Ανοσοποίησης των CDC (ACIP) μπορεί να δώσει εν τέλει το πράσινο φως σε πρωτόκολλο συνδυασμού δόσεων. Αλλά μέχρι στιγμής δεν το έχει κάνει.

Το μόνο πρωτόκολλο συνδυασμού που έχει εγκριθεί στις ΗΠΑ αφορά τη χορήγηση τρίτης δόσης με εμβόλιο mRNA σε ανοσοκατεσταλμένους ανθρώπους, προκειμένου να τονωθεί η γενικώς αδύναμη απόκρισή τους στις δύο πρώτες δόσεις. Το CDC προτείνει τη χρήση της ίδιας μάρκας εμβολίου για όλες τις δόσεις, αλλά εάν δεν είναι διαθέσιμο, αναφέρει πως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και κάποιο άλλο σκεύασμα mRNA.

Γιατί μόνο ορισμένα εμβόλια είναι εναλλάξιμα

Ο συνδυασμός δόσεων διαφορετικών εμβολίων έχει χρησιμοποιηθεί σπανίως για άλλες ασθένειες, επισημαίνει ο Τζέικομπσον. Αυτό ισχύει εξαιτίας του τρόπου που χρηματοδοτείται η έρευνα για τα εμβόλια στις ΗΠΑ, αναφέρει. Προτού εγκριθεί οποιοδήποτε προϊόν, ο κατασκευαστής του πρέπει να πληρώσει μεγάλα ποσά για τη διεξαγωγή αρκετά μεγάλων μελετών που να αποδεικνύουν ότι το εμβόλιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό. Πρέπει επίσης να πείσει τον FDA ότι είναι ικανός να κατασκευάσει κάθε δόση με τις ίδιες ακριβώς προδιαγραφές που ίσχυαν και στις κλινικές δοκιμές.

«Ένας κατασκευαστής δεν πρόκειται να δώσει χρήματα και για να διαπιστώσει εάν το προϊόν του συνδυάζεται με εκείνα άλλων κατασκευαστών. Δεν έχουν κάποιο οικονομικό όφελος για να το κάνουν αυτό», αναφέρει ο Τζέικομπσον.

Ανεξάρτητοι επιστήμονες πραγματοποιούν αυτή την έρευνα μόνοι τους και παρουσιάζουν τα στοιχεία στην ACIP. Με βάση αυτά τα ανεξάρτητα στοιχεία, η επιτροπή έχει συμφωνήσει, για παράδειγμα, ότι τα παιδιά κάτω των εννέα ετών που κάνουν το πρώτο τους εμβόλιο κατά της γρίπης, το οποίο απαιτεί δύο δόσεις, μπορούν με ασφάλεια να λάβουν οποιοδήποτε από τα περίπου δώδεκα προϊόντα που είναι διαθέσιμα, σημειώνει ο Τζέικομπσον. Είναι επίσης δυνατόν να υπάρξει εναλλαγή εμβολίων για την Ηπατίτιδα Α και Β.

«Έρευνες δεκαετιών έχουν δείξει ότι, γενικώς, εάν τα αντιγόνα παράγονται από ένα εμβόλιο με παρόμοιο τρόπο, μπορεί να γίνει συνδυασμός. Αλλά υπάρχουν κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις», προσθέτει ο ίδιος.

Για παράδειγμα, ο συνδυασμός μεταξύ κατασκευαστών εμβολίων του μηνιγγιτιδόκοκκου Β δεν επιτρέπονται. «Εάν ο παροχέας δεν μπορεί να χορηγήσει την ενισχυτική δόση με το ίδιο εμβόλιο, θα πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή ο εμβολιασμός», τονίζει.

Κάποιες χώρες έχουν ήδη αποφασίσει ότι κάποια άτομα μπορούν να λάβουν μια διαφορετική δεύτερη δόση εμβολίου Covid-19. Όταν εμφανίστηκαν σπάνιες θρομβώσεις σε μικρό αριθμό νεώτερων εμβολιασθέντων με το σκεύασμα της AstraZeneca, κάποιες κυβερνήσεις δίσταζαν να επιμείνουν σε χορήγηση της δεύτερης δόσης με το ίδιο εμβόλιο, σε όσους είχαν λάβει ήδη την πρώτη δόση με αυτό.

«Αυτό ακριβώς είναι που περιμένουμε και γι αυτό επιθυμούμε την παραγωγή περισσότερων στοιχείων», λέει ο Σνέιπ από τη μελέτη Com-COV. Στον Καναδά, τα άτομα που έχουν κάνει την πρώτη δόση με AstraZeneca μπορούν να ολοκληρώσουν τον εμβολιασμό τους με ένα εμβόλιο mRNA της επιλογής τους.

Θα πρέπει να δοκιμαστεί ο συνδυασμός;

Με το κατακερματισμένο σύστημα υγείας των ΗΠΑ, είναι πιθανό πως κάποιοι άνθρωποι στη χώρα έχουν κάνει τη δεύτερη ή την τρίτη δόση με διαφορετικό εμβόλιο με μη νόμιμο τρόπο. Ίσως υπάρχουν κάποιοι που το έκαναν αυτό, επειδή επηρεάστηκαν από τα στοιχεία που έδειχναν ισχυρότερη προστασία για κάποια εμβόλια ή επειδή ενοχλήθηκαν που δεν έχουν εγκριθεί ακόμη στις ΗΠΑ οι ενισχυτικές δόσεις των J&J και Moderna.

Παρόλο που τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης του NIH δείχνουν κάποια οφέλη, ο αριθμός των ανθρώπων που συμμετείχαν ήταν μικρός. Και παρόλο που δεν υπήρξαν σοβαρές παρενέργειες, οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις δεν θα γίνουν αντιληπτές παρά μόνο αφότου έχουν εμβολιαστεί δεκάδες χιλιάδες ακόμη άνθρωποι με συνδυασμό σκευασμάτων, αναφέρει ο Πιέδρα. Επιπλέον, δεν έχει ακόμη διαπιστωθεί εάν οι αλλαγές στο ανοσοποιητικό σύστημα που παρατηρούνται 15 ημέρες μετά το εμβόλιο μεταφράζονται τελικά σε προστασία από την ασθένεια.

Επιπλέον, εάν διαλέξει κάποιος τη δική του μη εγκριθείσα ενισχυτική δόση, τι θα συμβεί εάν κάποια έρευνα δείξει αργότερα πως είναι καλύτερος ένας άλλος συνδυασμός; Γι’ αυτό οι ειδικοί υποστηρίζουν πως είναι κακή ιδέα να γίνει κάποιος ο σύμβουλος εμβολιασμού του εαυτού του και να κάνει κάποια δόση εκτός του προβλεπόμενου πλαισίου. «Η απόφαση σχετικά με τον συνδυασμό ή μη των εμβολίων», λέει ο Τζαβέιντ, «θα πρέπει να ληφθεί με ασφαλή και επιστημονικό τρόπο και όχι στην τύχη».

Πηγή: National Geographic