Skip to main content

Ένας απολογισμός της εξωτερικής πολιτικής και η επόμενη ημέρα

Ο πρώην υφυπουργός του ΠΑΣΟΚ αρθρογραφεί για τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, τα γεωπολιτικά δεδομένα που αλλάζουν και τη θέση της Ελλάδας

του Γιάννη Μαγκριώτη

Οι παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, κυρίως η μεγάλη ανάπτυξη της Κίνας, η τεχνολογική της πρόοδος και η οικονομική της διείσδυση σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου έχουν αλλάξει τις παγκόσμιες γεωπολιτικές ισορροπίες.

Οι ΗΠΑ, από τα χρόνια του Ομπάμα, ξεκίνησε τον επανασχεδιασμό της εξωτερικής πολιτικής και σταδιακά την αναδιάταξη των στρατιωτικών της δυνάμεων.

Η Ανατολική Μεσόγειο και η Μέση Ανατολή δεν είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της, λόγω της ενεργειακής της απεξάρτησης αλλά και της αδυναμίας να μοιράζει τις δυνάμεις της σε πολλά μέτωπα.

Η περιοχή του Νότιου Ειρηνικού και ο Ινδικός Ωκεανός, είναι πλέον η περιοχή των ζωτικών συμφερόντων της. Στόχος, ο περιορισμός της στρατιωτικής ανάπτυξης της Κίνας και η αύξηση της επιρροής της στην ευρύτερη περιοχή, όπου υπάρχουν χώρες υψηλής σημασίας για τις ΗΠΑ, αλλά και εμπορικοί δρόμοι που πρέπει να ελέγχονται, για να ελέγχεται η εισαγωγή πετρελαίου και πρώτων υλών στην Κίνα, όπως και οι εξαγωγές της, προς όλες τις χώρες του κόσμου.

Το κενό ισχύος που δημιουργήθηκε στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, το κάλυψαν, σε μεγάλο βαθμό, η Ρωσία και η Τουρκία.

Η Τουρκία, αναπτύσσει την αναθεωρητική της πολιτική, στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Μέση Ανατολή, στην Βόρεια Αφρική και την περιοχή του Σαχέλ, στην Υποσαχάρια ζώνη, στην Ανατολική Αφρική, στην Μαύρη Θάλασσα και στην Υπερκαυκασία.

Δείχνει, με τον πιο επιθετικό τρόπο, ότι πλέον, δεν χωράει στα κοστούμια της Συνθήκης της Λοζάνης και του Ψυχρού πολέμου.

Διεκδικεί ρόλο Περιφερειακής υπερδύναμης και τον έχει κατακτήσει σε ένα βαθμό, αν και πληρώνει μεγάλο οικονομικό και διπλωματικό τίμημα, που κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει που θα ισορροπήσει.

Στις αρχές του 2018, η Τουρκία έχει κλείσει τις εκκρεμότητες στα Νοτιοανατολικά της σύνορα και στρέφεται δυτικά, αρχίζοντας να παραβιάζει την Κυπριακή ΑΟΖ και να επιτίθεται φραστικά στην Ελλάδα για τις ενεργειακές συνεργασίες που προωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο, δηλώνοντας ότι η Κυπριακή κυβέρνηση παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων και πως δεν μπορεί να υπάρξει καμία ενεργειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο, χωρίς αυτήν.

Η ΕΕ επιβάλλει κυρώσεις, ουσιαστικά άνευ πρακτικής σημασίας, αλλά σημαντικού διπλωματικού βάρους στην Τουρκία, για τις παραβιάσεις της οριοθετημένης Κυπριακής ΑΟΖ.

Το Καλοκαίρι του 2019 η Τουρκία, επαναλαμβάνει τις παράνομες ενέργειες της, με την παραβίαση της οριοθετημένης Κυπριακής ΑΟΖ και της δυνητικής της χώρας μας, έχοντας σε πλήρη ανάπτυξη την προβολή της θεωρίας της «Γαλαξίας Πατρίδας».

Η μεγάλη όμως τομή, στην Τουρκική επιθετικότητα απέναντι στην Ελλάδα, γίνεται το Φθινόπωρο του 2019 με την υπογραφή του Τουρκολυβικού μνημονίου για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών και, ενός δεύτερου μνημονίου για την στρατιωτική συνεργασία των δύο χωρών.

Η υπογραφή του Μνημονίου για την ΑΟΖ, παραβιάζει ευθέως το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας, όμως δημιουργεί τετελεσμένα.
Η Ελληνική κυβέρνηση σε πανικό, την επόμενη χρονιά, υπογράφει Συμφωνίες οριοθέτησης της ΑΟΖ με την Ιταλία στο Ιόνιο και την Αίγυπτο ανατολικά της Κρήτης. Οι Συμφωνίες αυτές μπορεί να προβάλουν την θέση της χώρας μας, ότι στηρίζουμε το δίκαιο της θάλασσας, έχουν όμως μια μεγάλη αδυναμία. Η χώρα μας δέχεται ότι τα νησιά, ακόμη και η Κρήτη, δεν έχουν πλήρη επήρεια στην διαμόρφωση της ΑΟΖ. Αυτό η χώρα μας θα το βρει μπροστά της, είτε στις διαπραγματεύσεις με την Αλβανία, την Τουρκία και την Λιβύη είτε αν υπάρξει προσφυγή στην Χάγη, με οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες.

Την περίοδο αυτή η κυβέρνηση συνεχίζοντας τις πρωτοβουλίες που ξεκίνησαν το 2010, για την περιφερειακή ενεργειακή συνεργασία, υπογράφει μια σειρά από διμερής και τριμερής συμφωνίες, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, που μπορεί να έχουν διπλωματική αξία, δεν φαίνεται όμως να έχουν πρακτική.

Μάλιστα, η Συμφωνία για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου EstMet, έχει ουσιαστικά εγκαταλειφθεί, είτε γιατί η Ιταλία δεν συμφώνησε ποτέ είτε γιατί επέδρασσε η Τουρκική απειλή είτε γιατί οι χώρες, κυρίως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, επιλέγουν άλλες λύσεις, όπως η υγροποίηση του φυσικού αερίου στην Αίγυπτο και, από εκεί με τάνκερ, να μεταφέρεται στην ΕΕ.

Επιπλέον, παγκόσμιες γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως η αμυντική συμφωνία ΗΠΑ-Μεγάλης Βρετανίας-Αυστραλίας, δείχνουν ότι η χώρα μας πρέπει να καλύψει τα κενά ασφάλειας που δημιουργούνται.

Μπροστά στην νέα πραγματικότητα, η κυβέρνηση της χώρας μας, προχώρησε σε δύο συμφωνίες, διμερούς συνεργασίας, σε θέματα ασφάλειας.

Τη «Συμφωνία αμυντικής συνεργασίας» με την Γαλλία και, την ανάλογη με τις ΗΠΑ. Στην συμφωνία με την Γαλλία, βασικό στοιχείο είναι η αμοιβαία αμυντική συνδρομή, μετά από διαβούλευση, αν παραβιαστεί η κυριαρχία των δύο χωρών. Ενώ στην συμφωνία με τις ΗΠΑ η χώρα μας νομοθετεί και επεκτείνει τις συμφωνίες της προηγούμενης κυβέρνησης. Η Ελλάδα γίνεται δυνητικά το προκεχωρημένο τμήμα των ΗΠΑ, στην στρατιωτική και διπλωματική αντιπαράθεση με την Ρωσία.

Η χώρα μας, βλέποντας ότι, η ΕΕ δεν μπορεί να έχει αποφασιστική παρέμβαση στην Τουρκία, για να περιορίσει την αναθεωρητική πολιτική της απέναντι σε Κύπρο και Ελλάδα, όπως και την ουδετερότητα του ΝΑΤΟ, επιλέγει να υπογράψει διμερείς αμυντικές συμφωνίες με τις δύο πιο ισχυρές στρατιωτικά χώρες του ΝΑΤΟ και να ενσωματωθεί εμμέσως στην στρατηγική ασφάλειας των δύο αυτών χωρών.

Ταυτόχρονα, η χώρα μας, ξεκίνησε την υλοποίηση ενός νέου φιλόδοξου εξοπλιστικού προγράμματος, που μέχρι τώρα έχει πλησιάσει περίπου τα 10 δις ευρώ, μόνο με την Γαλλία.

Η αλλαγή του δόγματος ασφάλειας, που κάνει η κυβέρνηση, δεν έχει συζητηθεί ούτε στην βουλή, ούτε μεταξύ των κομμάτων, ούτε στο δημόσιο διάλογο.

Οι επιλογές αυτές δείχνουν ότι, η κυβέρνηση εκτιμά ότι, σε βάθος χρόνου δεν υπάρχει πεδίο συνεννόησης με την Τουρκία, πολύ περισσότερο επίλυσης των προβλημάτων. Εκτιμά επίσης ότι οι Ευρωατλαντικοι θεσμοί, δεν μπορούν και δεν θέλουν να στηρίξουν στην πράξη την χώρα μας, συνεπώς πρέπει να βρει μέσα από τις διμερείς αμυντικές συμφωνίες την λύση.

Όμως, δεν φαίνεται να συνυπολογίζει, πέντε τουλάχιστον παραμέτρους:

1. Το δημοσιονομικό βάρος, μιας κούρσας εξοπλισμών.

2. Την σταθερή επιθυμία των ΗΠΑ, να μην χάσουν την επιρροή τους στην Τουρκία, πολύ περισσότερο να μην έρθει η Τουρκία πιο κοντά με την Μόσχα, το Πεκίνο και την Τεχεράνη.

3. Την στάση των άλλων ισχυρών χωρών της ΕΕ, που έχουν πολύπλευρες συνεργασίες και συμφέροντα με την Τουρκία.

4. Την αντίδραση της Μόσχας και του Πεκίνου, στην νέα στρατηγική των ΗΠΑ.

5. Τον κίνδυνο, να γίνει η χώρα μας το επίκεντρο, ενός μετώπου του νέου Ψυχρού πολέμου, που φαίνεται να έρχεται.

Την πρώτη Γενάρη ξεκίνησε η Γαλλική Προεδρία της ΕΕ και, τον Απρίλιο θα διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές στην Γαλλία. Ο Μακρόν θα έχει ως αιχμή, την νέα αμυντική συνεργασία στην ΕΕ, που θα της δίνει στρατηγική αυτονομία από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και, την παρουσία της ΕΕ στην περιοχή του Σαχέλ.

Η χώρα μας πάντα ήθελε την πιο στενή συνεργασία στην εξωτερική πολιτική, την άμυνα και την ασφάλεια, μέχρι και την κοινοτικοποίησή της. Πως θα συμβιβαστούν αυτά, δηλαδή η στρατηγική αυτονομία της ΕΕ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας και, ταυτόχρονα η Ελλάδα να είναι το προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ;

Το δόγμα ασφάλειας της χώρας, στηριζόταν σε τέσσερις πυλώνες:

1. Ισχυρή οικονομία, ισχυρή δημοκρατία, κοινωνική συνοχή.

2. Σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις, με ισχυρή αποτρεπτική δύναμη.

3. Συμμετοχή στους Ευρωατλαντικούς θεσμούς (ΝΑΤΟ και ΕΕ).

4. Περιφερειακές, διμερείς και πολυμερείς, συνεργασίες.

Τώρα, που η σημασία των Ευρωατλαντικών θεσμών έχει υποχωρήσει, επανερχόμαστε στις διμερείς αμυντικές συμφωνίες, πηγαίνοντας πολλές δεκαετίες πίσω.  

Τα γεωπολιτικά δεδομένα αλλάζουν, η γειτονιά μας αλλάζει, πρέπει και εμείς να προσαρμοστούμε. Είναι όμως, η απόλυτη ταύτιση με τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ και της Γαλλίας, η σωστή προσαρμογή;

Ο Γιάννης Μαγκριώτης είναι πρώην υφυπουργός του ΠΑΣΟΚ