Skip to main content

Επέτειος ΕΒΕΘ: Η διαμάχη για την Κυριακή αργία κρατάει 90 χρόνια

Από Voria.gr
Υπήρξε και τη δεκαετία του 1920 έντονη αντιπαράθεση για την αργία της Κυριακής, την οποία η ελληνική κυβέρνηση καθιέρωσε ως υποχρεωτική αργία.

Στη δεκαετία του 1920 η Θεσσαλονίκη αποκτά νέα οικονομική δυναμική, χάρη στους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, οι οποίοι σε σημαντικό βαθμό εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά και στις συνοικίες της πόλης. Παράλληλα, την περίοδο αυτή η Θεσσαλονίκη παραμένει πολυεθνική, ενώ οι Εβραίοι αποτελούν δυναμικό στοιχείο του εμπορίου και της οικονομίας, κάτι που διήρκησε μέχρι τα μαύρα χρόνια της κατοχής, όταν οι Ναζί τους εξόντωσαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα χρόνια εκείνα –στη δεκαετία του 1920- η θρησκευτική ταυτότητα δεν ήταν απλώς κάτι καθοριστικό για τα συναισθήματα και την κοσμοθεωρία των ανθρώπων. Επηρέαζε έντονα την καθημερινότητα τους, καθώς το ελληνικό κράτος πάσχιζε να εδραιώσει τον κοσμικό του χαρακτήρα, συχνά κόντρα σε θρησκευτικές απόψεις και πρακτικές.

Με αυτά τα δεδομένα υπήρξε και τότε έντονη αντιπαράθεση για την αργία της Κυριακής, την οποία η ελληνική κυβέρνηση καθιέρωσε ως υποχρεωτική αργία, αν και παρείχε τις τοπικές επιχειρηματικές κοινότητες να ρυθμίσουν τα ζητήματα της αγοράς. Για το αν θα μπορούν να ανοίγουν ή όχι τα εμπορικά καταστήματα τις Κυριακές. Κάτι που μοιάζει με ότι συμβαίνει και τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, αλλά στην πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετικό, αφού η αντιπαράθεση συνεχίζεται στις μέρες μας σε εντελώς διαφορετική βάση.

Όπως φαίνεται από τα στοιχεία του βιβλίου «Ένας αιώνας ΕΒΕΘ – Δεσμοί Εμπιστοσύνης» το ζήτημα απασχόλησε το Επιμελητήριο αρκετές φορές, καθώς μεγάλο μέρος του εμπορίου της Θεσσαλονίκης βρισκόταν σε εβραϊκά χέρια. Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1924 σε μια επεισοδιακή συνεδρίαση η πλειοψηφία των μελών του ΕΒΕΘ αποφάσισε να αναβάλει επ' αόριστον τη συζήτηση για το θέμα της κυριακάτικης αργίας, που οι Εβραίοι έμποροι ζητούσαν να μην ισχύσει, με βασικό επιχείρημα ότι οι ίδιοι κρατούσαν κλειστά τα μαγαζιά τους κάθε Σάββατο, λόγω των επιταγών της δικής τους θρησκείας.

Το θέμα της κατάργησης της Κυριακής αργίας επανήλθε δύο χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1924, όταν εννέα μέλη του ΕΒΕΘ με επιστολή τους σημειώνουν ότι «λόγω της μεγάλης σπουδαιότητος ήν προσέλαβε το ζήτημα της Κυριακής αργίας και της εθνικής διά την πόλην της Θεσσαλονίκης σημασίας τούτου, παρακαλούμεν όπως προσκαλέσητε το ΔΣ του Επιμελητηρίου και συσκεφθή περί των ληπτέων μέτρων προς αναστολήν της εφαρμογής του Νόμου τούτου».

Επί του θέματος ο Πρόεδρος Δ. Παπακωνσταντίνου στην τοποθέτησή του ανέφερε συγκάλεσε την έκτακτη συνεδρίαση του ΔΣ επειδή για το ζήτημα της Κυριακής αργίας ή της κατάργησής της οι εμπορικές και επαγγελματικές οργανώσεις έχουν τον πρώτιστο λόγο. Ο ίδιος κάλεσε τα μέλη του ΔΣ να αντιμετωπίσουν το ζήτημα «ουχί από θρησκευτικής απόψεως αλλά μόνον από οικονομολογικής τοιαύτης». Από την πλευρά του ο εβραϊκής καταγωγής Αμαρίλιο λαμβάνοντας τον λόγο ανέφερε ότι «από οικονομολογικής απόψεως εξεταζόμενο, το ζήτημα Κυριακής αργίας δεν συμφέρει εις τους Ισραηλίτες να αργούνε δύο ημέρες την εβδομάδα και γι' αυτό προτείνει να τροποποιηθεί ο νόμος Κυριακής Αργίας ώστε να μπορούνε οι Ισραηλίτες να ανοίγουν τις Κυριακές». Τις απόψεις του Αμαρίλιο αντικρούει ο Χατζόπουλος, που αναπτύσσει την άποψη ότι «η εφαρμογή του νόμου Κυριακής Αργίας ουδόλως παραβλάπτει οικονομικώς τον κόσμο, διότι μπορούν πολύ καλά οι συμπολίτες Ισραηλίτες εάν θέλουν να εργάζονται το Σάββατο, η δε τροποποίηση του συγκεκριμένου Νόμου θα επιφέρει κοινωνική αναστάτωση, ούτε δε είναι δίκαιον η πλειοψηφία να υπαχθεί στη μειοψηφία».

Στην ψηφοφορία που ακολούθησε η άποψη να παραμείνει η Κυριακή αργία κυριάρχησε, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο θέμα να απασχολεί την αγορά μέχρι σήμερα.