Skip to main content

Επέτειος ΕΒΕΘ: Πόλεμοι και δυσκολίες στις μετακινήσεις πριν το 1912

Από Voria.gr
Η επιμελητηριακή ιστορία της Θεσσαλονίκης ξεκινά με την ίδρυση του Οθωμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου της πόλης κάπου ανάμεσα στο 1882 και στο 1885.

Η Θεσσαλονίκη ενσωματώθηκε στον εθνικό κορμό μόλις το 1912, όταν ήδη το νότιο τμήμα της Ελλάδας αποτελούσε ανεξάρτητο κράτος για οκτώ περίπου δεκαετίες. Με δεδομένη, μάλιστα, την επί αιώνες μεγάλη σημασία της πόλης για το εμπόριο, τις μεταφορές και γενικότερα την οικονομική και την κοινωνική ζωή στο δυτικό κομμάτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, είναι φυσικό πολλοί θεσμοί, που εξελιγμένοι φτάνουν μέχρι τις ημέρες μας, να έχουν τις ρίζες τους στα χρόνια της τουρκοκρατίας.

Όπως τεκμηριώνεται στην έκδοση για τα 100 χρόνια του ΕΒΕΘ «Ένας αιώνας – Δεσμοί εμπιστοσύνης» η επιμελητηριακή ιστορία της Θεσσαλονίκης ξεκίνησε με την ίδρυση του Οθωμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου της πόλης κάπου ανάμεσα στο 1882 και στο 1885. Στις αρχές εκείνης της δεκαετίας –το 1880- στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ ο Σαίτ Πασάς εξέδωσε το νόμο για την ίδρυση Εμπορικών Επιμελητηρίων και Αγροτικών Επιμελητηρίων στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και σε κάθε πρωτεύουσα των Οθωμανικών επαρχιών. Με βάση το νόμο αυτό ιδρύθηκε και το Επιμελητήριο Κωνσταντινούπολης. Εξάλλου, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων που είχαν ήδη ξεκινήσει στην Οθωμανική αυτοκρατορία, ιδρύθηκαν η Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης το 1871, ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος το 1873 και ο Δικηγορικός Σύλλογος το 1879.

Αν και από την αρχή η ίδρυση του Επιμελητηρίου είχε ως στόχο την προάσπιση των συμφερόντων του εμπορίου και των επιχειρήσεων γενικότερα, οι πληροφορίες που υπάρχουν για τη λειτουργία και τις δραστηριότητές του κατά την Οθωμανική περίοδο είναι ελάχιστες και αποσπασματικές. Ούτε τα αρχεία του, ούτε τα πρακτικά του Συμβουλίου του, ούτε άλλα τεκμήρια της εποχής διασώθηκαν, κάτι που ασφαλώς αποτελεί «μαύρη τρύπα» στην οικονομική ιστορία της Θεσσαλονίκης εκείνης της περιόδου.

Απαγόρευση μετακινήσεων

Το βέβαιον είναι ότι –όπως συμβαίνει διαρκώς μέχρι σήμερα- και τότε το Επιμελητήριο προσπαθούσε να αλλάξει ή να επηρεάσει αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης που είχαν επιπτώσεις στην δραστηριότητα των μελών του. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Ο ιταλοτουρκικός πόλεμος που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 1911 φαίνεται ότι επηρέασε το εμπόριο της Θεσσαλονίκης, εξαιτίας των μέτρων που έλαβε η Οθωμανική κυβέρνηση. Στις 2 Νοεμβρίου 1911 ο εμπορικός κόσμος της Θεσσαλονίκης διαμαρτύρεται για την απαγόρευση από το υπουργείο Στρατιωτικών των μετακινήσεων από πόλη σε πόλη των κατοίκων ηλικίας 21 έως 45 ετών, δηλαδή της μεγάλης πλειοψηφίας των εμπόρων και των εμπορικών αντιπροσώπων, οι οποίοι τότε ταξίδευαν πολύ. Το Επιμελητήριο με τηλεγράφημα του στο υπουργείο Εμπορίου και Δημοσίων Έργων  δηλώνει ότι το μέτρο αυτό είναι τέτοιο «που θα αυξήσει έτι μάλλον τον εμπορικόν μαρασμόν και την εμπορική απραξίαν, άτινα προυκάλεσεν η χολέρα και η εμπόλεμος κατάστασις». Επίσης, ζητά την ολοσχερή άρση του μέτρου, αποδεχόμενο ακόμη και την κατάθεση εγγύησης από τους εμπόρους, προκειμένου να ταξιδεύουν ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς.   

Πόλεμος και εμπόριο  

Αξίζει να σημειωθεί, ότι συχνά τα μεγάλα πολιτικά γεγονότα –ακόμη και αυτά που γράφουν ιστορία με ανεξίτηλα γράμματα- λειτουργούν ανασχετικά για την οικονομική δραστηριότητα, κάτι που δεν αρέσει ποτέ στους εμπόρους. Άλλωστε ακόμη και στις πιο δύσκολες και σκοτεινές στιγμές της ιστορίας η οικονομική δραστηριότητα δεν σταματάει. Το αποδεικνύουν αυτό οι ιστορίες όλων των ανθρώπων, όλων των τόπων και όλων των πολέμων της ανθρωπότητας. Τα δύο παραδείγματα από τα τελευταία χρόνια του Οθωμανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης είναι χαρακτηριστικά:

Πρώτον, στις παραμονές της προέλασης του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη, φαίνεται ότι η αγορά είχε προεξοφλήσει τα εμπορικά και οικονομικά προβλήματα που θα επέφερε η αλλαγή καθεστώτος διοίκησης της πόλης. Γι’ αυτό μόλις 20 ημέρες πριν από την απελευθέρωση ο εμπορικός κόσμος συζητούσε την ανάγκη κήρυξης ή μη χρεοστασίου. Τελικά σε σύσκεψη στο Επιμελητήριο υπό τον Νομάρχη, που πραγματοποιήθηκε πιθανότατα στις 2 ή 3 Οκτωβρίου 1912, αφού δημοσιεύθηκε στις 4 του μηνός, αποφασίστηκε ότι επί του παρόντος δεν υπάρχει λόγος κηρύξεως χρεοστασίου.

Δεύτερον, δύο μήνες μετά την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη -και ενώ ο πόλεμος στα Βαλκάνια συνεχίζεται- το Επιμελητήριο ανησυχεί για τις δυσχέρειες στις σιδηροδρομικές μεταφορές. Στις 18 Δεκεμβρίου 1912 το Επιμελητήριο στέλνει επιστολή προς τη Διεύθυνση Ανατολικών Σιδηροδρόμων, με την οποία ζητά να μάθει τις αιτίες που παρακωλύουν το διαμετακομιστικό εμπόριο στις γραμμές Θεσσαλονίκης – Σκοπίων και Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου. Σε απάντηση τους οι Ανατολικοί Σιδηρόδρομοι επικαλούνται στρατιωτικούς λόγους και υπόσχονται ότι ο αριθμός βαγονιών θα αυξηθεί «εφ’ όσον οι περιστάσεις το επιτρέψουν».  

*Στη φωτογραφία η πίσω πλευρά του σταθμού των Ανατολικών Σιδηροδρόμων. Ταχυδρομική κάρτα τυπωμένη πριν το 1912 (πηγή: Συλλογή Γιάννη Μέγα)