Skip to main content

Επιστρέφει επικίνδυνα η... τύφλωση των πολιτικών για την ελληνική οικονομία ενόψει 2022

Η εμμονή στις ίδιες εύκολες λύσεις αποδεικνύει ότι κάποιοι ανάμεσά μας επιμένουν να βαδίζουν σε αδιέξοδα, που διαφημίζουν ως εισιτήριο για την εξόδο

Σε ενάμισι χρόνο, στις αρχές του καλοκαιριού του 2023, συμπληρώνεται ο συνταγματικά κατοχυρωμένος χρόνος της σημερινής κυβέρνησης. Αυτό σημαίνει πως το 2022 είναι προεκλογική χρονιά, εκτός κι αν οι εκλογές γίνουν πρόωρα, οπότε θα είναι εκλογική χρονιά.

Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι το προηγούμενο Σάββατο, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό του 2022 που ψηφίστηκε χωρίς διαρροές για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, ξεκίνησαν οι εξαγγελίες οικονομικού περιεχομένου, που σε πρώτη φάση μοιάζουν εκτός… τόπου και χρόνου. Ως γνωστόν η μόνη σταθερά κάθε εκλογών απανταχού της Γης είναι η οικονομία. Ο μεν Κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι τα μισθολόγια των δημοσίων υπαλλήλων θα απελευθερωθούν από το 2023, κάτι που σημαίνει ότι θα ξεπαγώσουν οι μισθολογικές προσαρμογές (τριετίες, ωριμάνσεις και τα σχετικά), που βρίσκονται σε καθεστώς αναμονής εδώ και δέκα χρόνια, δηλαδή από την αρχή των μνημονίων, ενώ θα καταργήσει την εισφορά αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους. Πρόκειται για εξελίξεις που ακούγονται ρεαλιστικές, καθώς λόγω της οικονομικής ανάπτυξης τα έσοδα στα δημόσια ταμεία αυξάνονται, ενώ -είναι η αλήθεια- ότι μέχρι στιγμής η σημερινή κυβέρνηση φρόντισε να ελαφρύνει από φορολογικές υποχρεώσεις περισσότερο τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα. Βεβαίως για να γίνουν αυτά απαραίτητη προϋπόθεση είναι ότι η πανδημία τελειώνει και οι συνέπειες της αίρονται. Υπάρχει κανείς που αυτή την στιγμή να μπορεί να υπογράψει κάτι τέτοιο; 

Όσο για τον κ. Τσίπρα εξήγγειλε ότι το πρώτο νομοσχέδιο που θα ψηφίσει η κυβέρνηση του -αν και όποτε κερδίσει τις εκλογές- θα είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ το μήνα και το κούρεμα μέρους των χρεών που δημιουργήθηκαν από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις -με έμφαση τις μικρομεσαίες- κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Κάπου εδώ -στις μεγαλοστομίες του πρώην πρωθυπουργού- αρχίσουν τα προβλήματα. Διότι ενώ είναι λογικό να υποθέσει κάποιος ότι μετά την χρεοκοπία και την οικονομική περιπέτεια της δεκαετίας του 2010 πολιτικοί και κοινωνία θα είχαν πάρει τα μαθήματα τους, στην πράξη γινόμαστε «στο ίδιο έργο θεατές». Και καλά οι πολίτες, που δυστυχώς παραμένουν πλημμελώς ενημερωμένοι και προβάλλουν τις επιθυμίες και τα συμφέροντά τους στην οθόνη της πραγματικότητας, ενώ εξαντλούν τη θέση τους απέναντι στις εξελίξεις σε απλοϊκά σχήματα συντήρησης και προόδου, δηλαδή σε μάχη του καλού με το κακό. Αλλά οι πολιτικοί; Αυτοί που ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσήμου υπέγραψαν τα μνημόνια, τα ψήφισαν στη Βουλή και τα εφάρμοσαν από τα γραφεία τους είναι δυνατόν να επιμένουν στην επανάληψη μιας ακόμη κακοπαιγμένης παράστασης;

Προφανώς και θα ήταν πολύ καλό η άνοδος του κατώτατου μισθού να ήταν απότομη και μεγάλη, είναι όμως δυνατόν; Διότι βάζοντας το κάρο μπροστά από τα άλογα, κάποιοι υποστηρίζουν ότι εάν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα -αυτούς αφορά ο κατώτατος μισθός- αμείβονταν καλύτερα θα μπορούσαν να ξοδέψουν περισσότερα, άρα θα …κινούσαν την οικονομία. Παράλληλα θα αντιμετώπιζαν ευχερέστερα και τις αυξήσεις προϊόντων και υπηρεσιών που υπάρχουν στις μέρες μας. Μόνο που στην οικονομία η δέουσα διαδρομή είναι αντίστροφη, εκτός κι αν κάποιος θέλει να αυτοκτονήσει. Οι αμοιβές αυξάνονται όταν υπάρχει ουσιαστική ανάπτυξη της οικονομίας, σε συνδυασμό με τη δημιουργία υψηλής προστιθέμενης αξίας και την κατοχύρωση υπεραξιών, που θα κάνουν την ελληνική οικονομία ανταγωνιστική. Ο κύκλος δανείζομαι από το εξωτερικό και ρίχνω τα λεφτά στην κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών και μετά συνεχίζω να δανείζομαι μέχρι να με πάρουν είδηση οι δανειστές και να μου κόψουν την πίστωση οδηγεί πίσω στο 2010 και ότι ακολούθησε. Άσε που για τη χώρα με το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος ως προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν στον πλανήτη, που είναι η Ελλάδα, η λογική που εξέφρασε ο κ. Τσίπρας στη Βουλή είναι απλώς εκτός τόπου, χρόνου και πραγματικότητας.

Επίσης, καλώς ή κακώς, στη διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι, δηλαδή οι εκπρόσωποι εργαζομένων και εργοδοτών. Δεν «παίζει μπάλα» μόνη της η εκάστοτε κυβέρνηση. Πολύ περισσότερο κανένας πρωθυπουργός και κανένας υπουργός Οικονομικών δεν μπορεί -τουλάχιστον από ηθικής απόψεως- να κάνει πολιτική με τις τσέπες των άλλων, δηλαδή με τα ταμεία των επιχειρήσεων. Στην Ελλάδα των τελευταίων 40 χρόνων υπάρχει μακρά παράδοση παρεμβάσεων που υπακούουν στη λογική «με τα λεφτά των άλλων» με ολέθρια αποτελέσματα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των φόρων υπέρ τρίτων, τους οποίους καθιέρωναν οι κυβερνήσεις για να χρηματοδοτήσουν εκτός δημοσίου ταμείου διάφορες καταστάσεις του γούστου τους, σε βάρος των… κορόιδων που πλήρωναν, αλλά όλα αυτά τελείωσαν το 2010.

Η δεύτερη εξοργιστική εξαγγελία του κ. Τσίπρα αφορά το κούρεμα των χρεών. Κάτι που υποστήριζε ότι θα κάνει και το 2015, αλλά φυσικά δεν έπραξε ποτέ. Ούτε όταν οι κυβερνήσεις του λειτουργούσαν εντός του τρίτου Μνημονίου, που ο ίδιος υπέγραψε, ούτε μετά το καλοκαίρι του 2018, όταν τυπικά το Μνημόνιο έληξε και ο ίδιος για να το γιορτάσει φόρεσε γραβάτα. Η περίφημη σεισάχθεια, το νομοθέτημα του Σόλωνα στην Αρχαία Αθήνα που ως έννοια κακοποιείται στις μέρες μας, δεν εφαρμόστηκε ποτέ, απλά επειδή δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σε μεγάλη κλίμακα. Όλοι (θα έπρεπε να) αντιλαμβάνονται, πλέον, ότι όταν διαγράφονται χρέη κάποιοι τα επωμίζονται, ακόμη και αν πρόκειται για το δημόσιο, που αναγκάζεται να αυξήσει τον δανεισμό του εις βάρος της ευημερίας των επόμενων γενεών. 

Το συμπέρασμα όλων αυτών δεν είναι -ασφαλώς!- ενθαρρυντικό. Οι καταστάσεις δείχνουν ότι υπάρχει έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα, ενώ παράλληλα φαίνεται ότι για κάποιους σοβαρούς παράγοντες του συστήματος «τα παθήματα δε γίνονται μαθήματα». Συγχρόνως η εμμονή στις ίδιες εύκολες λύσεις αποδεικνύει ότι κάποιοι ανάμεσά μας επιμένουν να βαδίζουν σε αδιέξοδα, τα οποία διαφημίζουν ως εισιτήριο για την… έξοδο.

ΥΓ. Το 2016 ο γνωστός Γάλλος ιστορικός Marc Ferro, έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Τύφλωση» και υπότιτλο «Ή γιατί αρνούμαστε να δούμε την πραγματικότητα», που στη χώρα μας εκδόθηκε το 2017 από τις εκδόσεις «μεταίχμιο» σε μετάφραση της Σώτης Τριανταφύλλου. Όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο «Σε μια εποχή όπου η πρόσβαση στην πληροφόρηση είναι πιο εύκολη από ποτέ, σε μια εποχή που οι ειδικοί αφθονούν και οι αναλύσεις των γεγονότων εμφανίζονται σε πραγματικό χρόνο, παρ’ όλα αυτά η λίστα των απρόβλεπτων κοσμοϊστορικών εξελίξεων μεγαλώνει ολοένα». Και για όσους δεν κατάλαβαν παραθέτουμε τους τίτλους ορισμένων κεφαλαίων του βιβλίου: «Η μαζική παρεξήγηση», «Η στρατευμένη ευπιστία», «Η τυφλή αισιοδοξία», «Αντιλαμβανόμαστε τις παραμορφώσεις των μεγάλων αρχών;», «Ας μην ορίζουμε λάθος εχθρό», «Ας μην κάνουμε λάθος διάγνωση». Μια απλή προβολή αυτών των φράσεων στην πραγματικότητα των ελληνικών οικονομικών πραγμάτων είναι αποκαλυπτική.