Skip to main content

Φάρμα Φωτιάδη: Το εθνικό μας γουρούνι μεγαλώνει στον Όλυμπο και τρέφεται με ελιά

Η Φάρμα Φωτιάδη, λίγο έξω από την Κατερίνη, είναι η μεγαλύτερη αριθμητικά μονάδα εκτροφής μαύρου χοίρου στην Ελλάδα - Το premium προϊόν

Στη σκιά του θεϊκού Ολύμπου, στην Εξοχή Πιερίας μεγαλώνει το εθνικό μας γουρούνι, ο ελληνικός μαύρος χοίρος τρώγοντας το εθνικό μας προϊόν, την ελιά, στη φάρμα Φωτιάδη, που συνεχίζει μία παράδοση που φτάνει μέχρι και τα χρόνια του Ομήρου.

Μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω από την Κατερίνη στεγάζεται η Φάρμα Φωτιάδη, εκεί πάνω, στα 280 περίπου μέτρα ύψος, που αποτελούν την ιδανική περιοχή προκειμένου να εκτραφεί ο μαύρος χοίρος, ένα ζώο που προσφέρει ένα ιδιαίτερο κρέας γεμάτο ω3 και ω6 καθώς τρέφεται κατά βάση με ελιά και αποτελεί τον πρώτο χοίρο που έγινε οικόσιτος.

Η ιστορία

Η φάρμα Φωτιάδη είναι μία καθαρά οικογενειακή επιχείρηση, που στηρίζει βέβαια και την απασχόληση στην περιοχή και μετρά σήμερα πέντε γενιές παρουσίας στη χοιροτροφία με την παράδοση να ξεκινάει το 1925. Η στροφή προς την εκτροφή μαύρων χοίρων ήρθε το 2011 όταν και αγοράστηκαν οι πρώτες 14 χοιρομητέρες και σήμερα -δέκα χρόνια αργότερα- μετράνε πάνω από 200, γεγονός που καθιστά τη φάρμα της οικογένειας Φωτιάδη τη μεγαλύτερη μονάδα σε όλη τη χώρα αριθμητικά.

Στο τιμόνι της επιχείρησης είναι τώρα ο Γιώργος Φωτιάδης που κληρονόμησε το μεράκι για τη χοιροτροφία από τον πατέρα του, Νίκο Φωτιάδη, ο οποίος, μπορεί να έδωσε τη... σκυτάλη στον γιο του, αλλά δεν σταματά να βρίσκεται κοντά στην αγαπημένη του μονάδα.

Σημαντικό ρόλο στην απόφαση εκτροφής μαύρων χοίρων έπαιξε η τεκμηρίωση της ελληνικότητας του πρώτου μαύρου χοίρου στην Ευρώπη σε ένα συνέδριο στη Σικελία το 2010 που έγινε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού προγράμματος QYBIC για την ιστορική διαδρομή του μαύρου χοίρου στη Μεσόγειο.

Και το ταξίδι για μία οικογένεια χοιροτρόφων συνεχίστηκε με μία διαφορετική πορεία και ένα premium προϊόν που φθάνει στη Γερμανία και στο Βέλγιο, καθώς, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Νίκος Φωτιάδης, «είμαστε μεγάλοι για την Ελλάδα αλλά πολύ μικροί ακόμα για το εξωτερικό».

«Είναι ένα ιδιαίτερο κρέας, δεν είναι αγριογούρουνο ούτε απλός χοίρος», ανέφερε ο Γιώργος Φωτιάδης κατά τη διάρκεια της περιήγησης στις εγκαταστάσεις και το τμήμα μεταποίησης. «Λίγο παραπάνω βράσιμο και μόνο χοντρό αλάτι και θα προσφέρει όλες του τις γεύσεις», προσθέτει.

Οι μάνες και τα αρσενικά ζούνε στις σταβλικές εγκαταστάσεις από τον πέμπτο μήνα. Τα γουρουνάκια οδηγούνται στον ορεινό βοσκότοπο και ζούνε για πέντε περίπου μήνες στο φυσικό τους περιβάλλον, όπου καθημερινά διανύουν περίπου 2-3 χιλιόμετρα. Αυτό τα διαφοροποιεί αυτομάτως από τους υπόλοιπους χοίρους και καθιστά το κρέας τους πιο σκληρό στο μαγείρεμα, αλλά πολύ πιο γευστικό και θρεπτικό.

Η ιστορία και το μεράκι για διαφοροποίηση του προϊόντος έδωσαν άλλη μια καινοτομία στο κρέας του μαύρου χοίρου Ολύμπου, εντάσσοντας στη διατροφή του τον εθνικό μας καρπό, την ελιά. Βλέποντας του Ισπανούς να εκθρέφουν τον δικό τους χοίρο, το ιμπέρικο με βελανίδι, και σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το ΕΚΕΤΑ, μπήκε η ελιά στη διατροφή του, απογειώνοντας τη γεύση του.

Η διατροφή με την ελιά δίνει προστιθέμενη αξία στο κρέας τόσο στη γεύση, γιατί έχει έντονα αρώματα, όσο και στη διατροφική του αξία. Μετά από αναλύσεις του ΕΚΕΤΑ διαπιστώθηκε η ιδιαίτερα αυξημένη περιεκτικότητα του σε ω3 και ω6 λιπαρά. Έτσι, η φάρμα κατοχύρωσε με παγκόσμια πατέντα (PCT/GR/2015/00057) τη μέθοδο διατροφής του μαύρου χοίρου με ελιά.

Για τους λόγους αυτούς, συζητάται η συμπερίληψη του κρέατος του ελληνικού μαύρου χοίρου στα super foods, επειδή η ελιά που περιλαμβάνεται στη διατροφή των ζώων προσθέτει πολύ σε θρεπτική αξία. 

Εκτός από τεμάχια κρέατος, η φάρμα προσφέρει και μεταποιημένα τα προϊόντα του. Δημιουργεί ένα γευστικότατο σαλάμι αέρος με σύκο είτε με μαύρο πιπέρι, ένα καπνιστό χωριάτικο με γραβιέρα, ένα άλλο με ελιές και ακόμα ένα με λιαστή ντομάτα. Παράγει μπιφτέκια, σουτζουκάκια και χοιρομέρι με άρωμα τρούφας.

Στην Ελλάδα συνεργάζεται με την εταιρεία ΑΒ Βασιλόπουλος, τον Σκλαβενίτη, τη METRO καθώς και με έξι από τα 10 ξενοδοχεία 6 αστέρων της χώρας.

Όμως ο κ. Νίκος Φωτιαδης δεν παραγνωρίζει το γεγονός πως, όσο ποιοτικό και αν είναι το προϊόν που παράγεις, αν δεν υπάρχει στήριξη από την πολιτεία δεν μπορεί να φτάσει μακριά καθώς, όσο και να επενδύει στη μεταποίηση, εάν δεν στηριχτεί στην ουσία του ο πρωτογενής παράγοντας οι επιχειρήσεις δεν θα αντέξουν.  

«Ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόλις το 4% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας. Γενικότερα, είναι ώρα τόσο η πολιτεία όσο και οι εστιάτορες να αντιληφθούν και να εκτιμήσουν τη σημασία των premium ελληνικών προϊόντων, να τα επιλέγουν και να τα στηρίζουν με κάθε τρόπο. Αυτό άλλωστε θα φέρει και τον τουρίστα στη χώρα», λέει.

Η παρουσία της φάρμας έδωσε στην περιοχή μία ταυτότητα, άφησε και συνεχίζει να αφήνει το στίγμα της και φιλοδοξεί να επεκταθεί κτηριακά προκειμένου όλο και περισσότερες χώρες του κόσμου να γευτούν αυτό το ιδιαίτερο κρέας. Για την οικογένεια Φωτιάδη το παραγόμενο αυτό προϊόν μπορεί να συμβάλλει με τον καλύτερο τρόπο στον συνδυασμό του τουρισμού με τη γαστρονομία και δίνει στον δήμο Κατερίνης ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, σε μία κομβική για τον τουρισμό περίοδο.