Skip to main content

Γεωργιάδης: Θέλουμε περισσότερους Γερμανούς επενδυτές

Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων καλεί μέσω της Handelsblatt περισσότερους γερμανούς επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα.

Με την ευκαιρία της επίσκεψής του στο Βερολίνο και της συνάντησης με τον γερμανό υπουργό Οικονομίας ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης παραχώρησε συνέντευξη στην οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt. Στόχος της επίσκεψής του μεταξύ άλλων ήταν, όπως αναφέρει, να μεταβάλλει την αντίληψη που έχουν πολλοί γερμανοί επιχειρηματίες για την Ελλάδα, έτσι ώστε να επενδύσουν στη χώρα.

Ο κ. Γεωργιάδης πιστεύει ότι πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί ότι στην Ελλάδα δεν έχει αλλάξει μόνο η κυβέρνηση, αλλά ότι έχει γίνει πάλι μια σταθερή χώρα χωρίς «εξεγέρσεις και απεργίες» και ότι «έχουμε βελτιώσει το επιχειρηματικό πλαίσιο και μέσω μείωσης της φορολογίας και της εφαρμογής όλων των συμφωνιών με την ΕΕ».

«Η Cosco ήταν η μόνη ενδιαφερόμενη για τον Πειραιά»

Ο Άδωνις Γεωργιάδης αναφέρει ότι οι πιο ενδιαφέροντες τομείς για επενδύσεις στην Ελλάδα είναι ο ενεργειακός και ο τομέας διαχείρισης αποβλήτων, ενώ φέρνει ως παράδειγμα επιτυχημένων και επωφελών επενδύσεων την εξαγορά του ΟΤΕ από την Deutsche Telekom και την παραχώρηση στη Fraport 14 περιφερειακών αεροδρομίων «στα οποία ο κύκλος εργασιών τρέχει καλύτερα από ότι περίμενε η εταιρεία». Σε ότι αφορά τους επενδυτές ο έλληνας υπουργός λέει ότι παραδοσιακά η Γερμανία είναι η χώρα με τις περισσότερες επενδύσεις στην Ελλάδα. «Στο μεταξύ καταγράφεται μεγάλο ενδιαφέρον από την Κίνα και από τις ΗΠΑ. Χρωστάμε και στη Γερμανία ότι μπορέσαμε να παραμείνουμε στην ευρωζώνη» σημειώνει ο κ. Γεωργιάδης. «Αλλά όταν τώρα έρχονται λιγότερες γερμανικές επιχειρήσεις σε μας, το αποτέλεσμα θα έμοιαζε σαν να μας συμπαραστάθηκε η Γερμανία σε δύσκολους καιρούς και τώρα την ανταμοιβή των κόπων της θα εισέπρατταν άλλοι. Αυτό δεν είναι καθόλου καλή ιδέα», υπογραμμίζει.

Επανειλημμένα στη συνέντευξη ο έλληνας υπουργός προσπαθεί να διασκεδάσει φόβους ότι η Κίνα, με τις επενδύσεις της στην Ελλάδα, ακολουθεί πρωτίστως γεωστρατηγικούς στόχους και δευτερευόντως οικονομικούς. «Όταν ξεκινήσαμε το 2007 η Cosco ήταν η μοναδική ενδιαφερόμενη. Και όταν το 2016 συνεχίσαμε τις ιδιωτικοποιήσεις, πάλι η Cosco ήταν η μοναδική ενδιαφερόμενη. Η επένδυση στον Πειραιά ήταν για τους Κινέζους η πιο επωφελής παγκοσμίως. Τώρα εάν στην Ευρώπη ορισμένοι δεν είναι τόσο ευτυχείς με τις δραστηριότητες της Κίνας, καλώ αυτούς τους ανθρώπους να έρθουν (σε μας). Στις επόμενες ιδιωτικοποιήσεις θέλουμε να κερδίσουμε περισσότερο ευρωπαϊκές κι άλλες δυτικές επιχειρήσεις». Τέλος σε ερώτηση της δημοσιογράφου για συνήθεις ανησυχίες περί έλλειψης ασφάλειας δικαίου και γραφειοκρατίας ο Άδωνις Γεωργιάδης απαντά: «Ξεκινήσαμε ήδη τη μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη. Μέχρι το 2021 θέλουμε τη ψηφιοποίηση όλων των δικαστηρίων που θα συμβάλλει στην επιτάχυνση των ρυθμών απονομής δικαιοσύνης. Θέλουμε επίσης δικαστήρια για την διευθέτηση διαφορών ανάμεσα σε εταιρείες. Γνωρίζουμε ότι σε αυτόν τον τομέα δεν είμαστε ανταγωνιστικοί, αλλά θα το αλλάξουμε».          

«Η καταστροφή της Μαδρίτης

Σπάνια μια Διεθνής Διάσκεψη για το Κλίμα δεν προκάλεσε τόσα συναισθήματα απογοήτευσης, όσο αυτή που ολοκληρώθηκε χθες το απόγευμα στη Μαδρίτη. Μετά από 13μιση ημέρες διαπραγματεύσεων 26.000 συμμετεχόντων και παράταση 40 ωρών οι απεσταλμένοι 200 χωρών συμφώνησαν σε κοινή διακήρυξη, την οποία ο οικονομολόγος του κλίματος Ράιμουντ Σβάρτσε ονόμασε «καθαρά διακοσμητική λύση»,  απλά για να σωθούν τα προσχήματα και να μην φανεί η γύμνια των αποτελεσμάτων.

Το Spiegel, στη διαδικτυακή του έκδοση, κάνει  λόγο για «την καταστροφή της Μαδρίτης». «Στην τελευταία ολομέλεια εκτυλίχθηκαν σκηνές χάους. Η πρόεδρος της Διάσκεψης από την Χιλή Καρολίνα Σμιτ μπέρδεψε τα ντοκουμέντα, που επρόκειτο να τεθούν σε ψηφοφορία. Το ένα τεχνικό πρόβλημα ακολουθούσε το άλλο …  Για μερικά λεπτά φαίνονταν ότι η Βραζιλία την τελευταία στιγμή θα τορπίλιζε την τελική Διακήρυξη, αλλά τελικά υποχώρησε. Οι σύνεδροι ενέκριναν τον συμβιβασμό στον ελάχιστο κοινό παρανομαστή. Το χειροκρότημα δεν διήρκησε ούτε δέκα δευτερόλεπτα». Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, ενώ η ΕΕ προσπαθούσε με πολύ κόπο να συμπεριλάβει στην τελική διακήρυξη μια έμμεση προειδοποίηση προς τις χώρες, πριν από την επόμενη η συνάντηση κορυφής να καταθέσουν φιλόδοξα εθνικά σχέδια για την προστασία του κλίματος …. άλλες χώρες δεν έδειχναν να βιάζονται. Η Βραζιλία, η Αυστραλία και ακόμη και οι ΗΠΑ, που τον ερχόμενο Νοέμβριο θα βγουν οριστικά από τη Συμφωνία για το Κλίμα, φρέναραν τις διαπραγματεύσεις με όλες τις δυνάμεις τους. Δεν είναι όμως να απορεί κανείς. Και οι τρεις χώρες κυβερνώνται από εθνολαϊκιστές και διακηρυγμένους οπαδούς των ορυκτών καυσίμων».

Κατακραυγή για το αποτέλεσμα και από τις σελίδες της Süddeutsche Zeitung του Μονάχου. Ο αρθρογράφος παραδέχεται ότι οι διασκέψεις για το κλίμα δεν αποτέλεσαν ποτέ στο παρελθόν αφετηρία για ξαφνική δράση και ότι πάντα υπήρχαν εντάσεις ανάμεσα στον κόσμο «μέσα στη διάσκεψη» και σε αυτόν «έξω από τη διάσκεψη». «Ήδη πριν την έναρξη των εργασιών η τάφρος ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους ήταν μεγάλη, τώρα μετατράπηκε σε άβυσσο» επισημαίνει. «Το κλίμα μεταβάλλεται, αλλά οι χώρες μένουν αμετακίνητες. Είναι δύσκολο στη θέα αυτής της αβύσσου να μην απελπίζεται κανείς. Αλλά παραίτηση είναι η λάθος απάντηση. Όποιος παραιτείται, δεν μπορεί να παρακινήσει κανέναν πλέον».

Ειρήνη Αναστασοπούλου
Πηγή άρθρου: Deutsche Welle