Skip to main content

Γιατί είναι απαραίτητη η παρουσία ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό 

Η ενισχυμένη παρουσία τους στο εξωτερικό θα ενδυναμώσει την παρουσία της Ελλάδας γενικότερα και τη δυνατότητά της για οικονομική διπλωματία

του Παναγιώτη Χασάπη*

Ένας από τους ελάχιστους τομείς που όχι μόνο δεν υποχώρησαν κατά την περίοδο της δεκαετούς κρίσης, αλλά σημείωσαν εντυπωσιακή αύξηση ήταν οι εξαγωγές. Από 18 δισ. το 2009 εκτοξεύτηκαν στα 34 δισ. το 2019, ήτοι αύξηση 90%. Ως ποσοστό του ΑΕΠ υπερδιπλασιάστηκαν από το 7,60% στο 18,10%, κάτι που οφείλεται, επίσης, στην υποχώρηση του ΑΕΠ από τα 237 δισ. στα 184 δισ. ευρώ το 2019. Καταλυτικό ρόλο σε αυτήν τη θετική εξέλιξη για τις ελληνικές επιχειρήσεις έπαιξε η παρουσία των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό, οι οποίες λειτούργησαν τόσο συμβουλευτικά, εξυπηρετώντας ή και παρέχοντας πληροφόρηση, όσο και χρηματοδοτικά, υποβοηθώντας στην πραγματοποίηση επενδύσεων στις χώρες ενδιαφέροντος.

Μετά τη μαζική αποχώρηση των Ελληνικών τραπεζών από το εξωτερικό, λόγω των επαχθών όρων που τους επέβαλε η Ευρωπαϊκή Διεύθυνση Ανταγωνισμού το 2016, διαφαίνεται τάση επαναδραστηριοποίησής τους. 

Η Eurobank ήδη ανακοίνωσε την συγχώνευση τράπεζας στη Σερβία με τη θυγατρική της, μεγαλώνοντας έτσι την παρουσία της εκεί. Η σερβική τράπεζα είναι αυτή που πριν από λίγα χρόνια εξαγόρασε τη θυγατρική της τράπεζας Πειραιώς στη χώρα. Ήδη η Eurobank έχει εξαγοράσει τη θυγατρική της Τράπεζας Πειραιώς στη Βουλγαρία, αφού είχε εξαγοράσει τα καταστήματα της Alpha Bank επίσης στη Βουλγαρία, δημιουργώντας έτσι την τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας. Επίσης, πρόσφατα ανακοίνωσε τη συμμετοχή της στην Ελληνική Τράπεζα της Κύπρου, τη δεύτερη μεγαλύτερη στο νησί, ενώ διατηρεί την παρουσία της και μέσω θυγατρικής στην Κύπρο. Στο Λονδίνο, απ’ όπου αποχώρησαν όλες οι Ελληνικές τράπεζες, η Eurobank παρέμεινε και προτίθεται να ενδυναμώσει την παρουσία της προσφέροντας συνήθεις τραπεζικές υπηρεσίες, καθώς επίσης και υπηρεσίες διαχειρίσεως περιουσίας. 

Με βεβαιότητα η Eurobank έχει σήμερα την εντονότερη παρουσία στο εξωτερικό καθώς έχει τέτοιο στρατηγικό σχεδιασμό και αυτό αποτυπώνεται και στην κερδοφορία της.

Αναμένουμε αντίστοιχες κινήσεις και από τις υπόλοιπες Ελληνικές τράπεζες δεδομένου ότι η κερδοφορία μόνον από ελληνικές τραπεζικές δραστηριότητες δεν επαρκεί, αλλά και δεν προσφέρει κάποια προστασία σε αρνητικούς οικονομικούς κύκλους, όταν δεν υπάρχει διαφοροποίηση δραστηριοτήτων. Υπενθυμίζεται, βέβαια, η διαχρονικά υψηλή κερδοφορία των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό.

Η Εθνική Τράπεζα διατηρεί ακόμη την παρουσία της στα Σκόπια με τη Stopanska, τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας με μερίδιο αγοράς άνω του 25%, ενώ εκκρεμούν υποχρεώσεις της λόγω μνημονίων για την πώληση των υπολοίπων, δηλαδή της θυγατρικής της στην Κύπρο. Είναι στα σχέδιά της η επαναδραστηριοποίηση σε αγορές του εξωτερικού μέσω εξαγορών.

Η Alpha Bank έχει διατηρήσει τη θυγατρική της στη Ρουμανία σαν συνεχιζόμενη δραστηριότητα και είναι πιθανόν να αναπτύξει περαιτέρω τις εργασίες της εκεί.

Η Τράπεζα Πειραιώς διατηρεί την παρουσία της στην Ουκρανία και στη Φρανκφούρτη.

Επίσης, οι Έλληνες επιχειρηματίες περιμένουν από τις τράπεζες την συνεργασία που θα τους επιτρέψει να επανέλθουν και οι ίδιοι στις διεθνείς τους δραστηριότητες. Να τις αναπτύξουν έχοντας σαν στήριγμα τις ελληνικές τράπεζες που έχουν γνώση της αγοράς λόγω της φυσικής τους παρουσίας, είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν ελληνικές επιχειρήσεις που γνωρίζουν από την Ελλάδα, αλλά και εκπροσωπούν γενικότερα τα Ελληνικά συμφέροντα.

Η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Σερβία, αλλά και η Αίγυπτος, η Ουκρανία, η Τουρκία και η Πολωνία, χώρες στις οποίες οι ελληνικές τράπεζες ήταν παρούσες, είναι αγορές με μεγάλο επιχειρηματικό ενδιαφέρον. Για εξαγωγές, για εισαγωγές και για τουρισμό. Είναι χώρες που κατέγραφαν οικονομική ανάπτυξη μεγαλύτερη του 3% και σε μερικές περιπτώσεις και μεγαλύτερη του 7% (Ρουμανία, 2017) κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, μειώνοντας τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το ποσοστό του δημοσίου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, βελτιώνοντας σημαντικά την αγοραστική τους δύναμη και την ελκυστικότητά τους για τις Ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ αποτελούν σημαντικές αγορές για τον ελληνικό τουρισμό. Επίσης, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι συγκεκριμένες γειτονικές χώρες βελτίωσαν και την παραγωγική τους δυνατότητα έτσι ώστε να είναι δυνητικοί προμηθευτές διαφόρων προϊόντων προς την Ελλάδα.

Η Ρουμανία έχει ήδη μεγαλύτερο ΑΕΠ από αυτό της Ελλάδος από το 2017, με τις ξένες επενδύσεις στη χώρα να ανέρχονται σε 88 δισ. ευρώ, η Βουλγαρία εκτιμάται ότι θα καταγράψει ΑΕΠ 77 δισ. δολ. το 2021 –από 50 δισ. δολ. το 2015-, ως αποτέλεσμα, κυρίως, της αύξησης των ξένων επενδύσεων λόγω του χαμηλού φορολογικού συντελεστή. Η Αίγυπτος είναι πλέον μία χώρα νέων, αφού ο πληθυσμός της είναι σήμερα 104 εκατ. από 75 εκατ. το 2005, με μεγάλη ζήτηση σε προϊόντα και υπηρεσίες και με ισχυρούς ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς με τη χώρα μας.

Η Πολωνία και η Ουκρανία, οι δύο μεγάλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, πρωτοστάτησαν κατά τη διάρκεια της κρίσης στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η μεν Πολωνία εφοδιάζει την Ευρώπη με διάφορα προϊόντα από τα εργοστάσιά της, η δε Ουκρανία παρέχει αγροτικά προϊόντα και μέταλλα στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Ουκρανία, μία χώρα 42 εκατ., η δεύτερη μεγαλύτερη σε έκταση Ευρωπαϊκή χώρα μετά τη Ρωσία, με χαμηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και με θετικό εμπορικό και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Παρ' όλους όμως τους ιστορικούς δεσμούς με την Ελλάδα και την υποστήριξη της χώρας μας στην ανάδειξη του αυτοκέφαλου της Ουκρανικής Εκκλησίας, η χώρα μας δεν έχει αναπτύξει ισχυρές εμπορικές σχέσεις. Η Ουκρανία εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το ΑΕΠ της Ελλάδος το 2025, έχοντας ήδη αναπτύξει εμπορικές σχέσεις –μεταξύ άλλων- 48 δισ. ευρώ με την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης και Ελεύθερου Εμπορίου, 14 δισ. ευρώ με την Κίνα και 7 δισ. ευρώ με  την Τουρκία. Η πρόσφατη συνάντηση του Προέδρου της Ζελένσκι με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επιβεβαίωσε την υποστήριξη των ΗΠΑ στην εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, αλλά και για την υποψηφιότητά της για μέλος του ΝΑΤΟ. Το πρόγραμμα των επενδύσεων στη χώρα για τα επόμενα 5-10 χρόνια υπολογίζεται στα 300 δισ. δολ.  Η Ελλάδα ευελπιστεί να αναπτύξει τις διμερείς εμπορικές της σχέσεις, οι οποίες είναι σήμερα στα επίπεδα των 400 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σκέλος του τουρισμού, καθότι η χώρα μας υποδέχτηκε 450 χιλιάδες Ουκρανούς επισκέπτες το 2019. Διαβλέποντας την προοπτική αυτή ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων - ΣΕΒΕ σε συνεργασία με άλλους φορείς και το υπουργείο Εξωτερικών διοργανώνει επιχειρηματική αποστολή στο Κίεβο, η πρόσκληση της οποίας έτυχε μεγάλου ενδιαφέροντος από τις ελληνικές επιχειρήσεις.

Επίσης, οι υπερεθνικές τράπεζες EIB, EBRD, IFC έχοντας παρουσία στις χώρες αυτές, μπορούν να διοχετεύσουν επιπρόσθετα κεφάλαια στις επιχειρήσεις μέσω των ελληνικών τραπεζών του εξωτερικού.

Πρόσφατα, στη συνάντηση των επιχειρηματιών με τον πρωθυπουργό στη Θεσσαλονίκη, διατυπώθηκε το αίτημα για την διατήρηση των θυγατρικών των Ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό αλλά και τη συμμετοχή τους με ίδια κεφάλαια, εάν και όπου απαιτείται κάτι τέτοιο. Θυμίζουμε ότι στο παρελθόν είχε συζητηθεί ακόμη και η συγχώνευση των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών σε κάθε χώρα ενδιαφέροντος, έτσι ώστε να μην χαθεί το πλεονέκτημα της φυσικής παρουσίας. Η ενισχυμένη παρουσία των Ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό θα ενδυναμώσει την παρουσία της Ελλάδας γενικότερα και τη δυνατότητα της για οικονομική διπλωματία, προσφέροντας συγχρόνως στους Έλληνες επιχειρηματίες αυτό που έχουν οι Ευρωπαίοι συνάδελφοί τους, δηλαδή την υποστήριξη των διεθνών δραστηριοτήτων τους από τις δικές τους τράπεζες, που τους ακολουθούν στις χώρες που δραστηριοποιούνται.

*Ο κ. Παναγιώτης Χασάπης είναι εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ)