Skip to main content

Γιατί ξαφνικά η εκλογή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής απέκτησε ενδιαφέρον;

Άρθρο του πρώην υφυπουργού του ΠΑΣΟΚ Γ. Μαγκριώτη για το διακύβευμα της εκλογής ηγεσίας στο ΚΙΝΑΛ και για τις πολιτικές εξελίξεις που θα φέρει.

του Γιάννη Μαγκριώτη*

Το 2017, ο Γιώργος Καμίνης και ο Σταύρος Θεοδωράκης, δημιούργησαν ενδιαφέρον για την εκλογή ηγεσίας στο νεοσύστατο Κίνημα Αλλαγής, όμως αυτοί που ευνοήθηκαν από την μεγάλη συμμετοχή στις εκλογές, ήταν η Φώφη Γεννηματά και ο Νίκος Ανδρουλάκης, δυο παιδιά του ΠΑΣΟΚ, γιατί οι ψηφοφόροι αυτού του κόμματος, πήγαν μαζικά και ψήφισαν.

Τώρα, το ενδιαφέρον το δημιούργησε η υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου. Δεν ξέρω πόσοι θα πάνε να ψηφίσουν στις 5 Δεκεμβρίου, ούτε, αν θα επαναληφθεί το 2017.

Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι: Η χώρα έχει ανάγκη, ένα σύγχρονο ριζοσπαστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Η βίαιη ανατροπή του πολιτικού χάρτη της χώρας, ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, η κύρια, ήταν η διαχείριση της πολύπλευρης κρίσης, που οφείλεται στην διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας, με κορυφαία τα δύο ελλείμματα, το δημοσιονομικό και το εμπορικό ισοζύγιο.

Στο δίλημμα η κρίση έφερε το μνημόνιο ή το μνημόνιο την κρίση, πολλοί είχαν συμφέρον, να υιοθετήσουν την δεύτερη απάντηση.

Οι τρεις κυβερνήσεις που ακολούθησαν, την πτώση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, είχαν όλα τα χρώματα του πολιτικού χάρτη, όμως εφάρμοσαν το ίδιο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής, ανεξάρτητα από τις προθέσεις, και μάλιστα, κάθε επόμενη και πιο επώδυνη, για τους γνωστούς λόγους.

Η ΝΔ, που πήρε μόνο το 18,85% των ψήφων, στις εκλογές της 6ης Μαΐου, σύντομα αποενοχοποιήθηκε από τις ευθύνες της, για την πρόκληση της κρίσης του 2008, αξιοποιώντας τα λάθη του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και, στις εκλογές του Ιούλη του 2019, ήρθε θριαμβευτικά στην εξουσία, εφαρμόζοντας στην συνέχεια, ένα πρόγραμμα ακραίου οικονομικού και κοινωνικού φιλελευθερισμού, χωρίς να συναντά ουσιαστικές πολιτικές και κοινωνικές αντιστάσεις.

Η υγειονομική κρίση πάγωσε τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες, αφού κυριάρχησε ο φόβος της πανδημίας και ταυτόχρονα μηδένισε κάθε δείκτη αξιολόγησης της σημερινής κυβέρνησης.

Ο κύκλος αυτός φαίνεται να κλείνει, η κουρτίνα του φόβου αρχίζει να τραβιέται, η κυβέρνηση κρίνετε πλέον αρνητικά στην συνολική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, και οι πολίτες, αρχίζουν πλέον να βλέπουν, την δύσκολη οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, που αποκαλύπτεται.

Η ακρίβεια, εισαγόμενη αρχικά, στην συνέχεια όμως τα άτυπα καρτέλ στις πιο σημαντικές αγορές, τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, η ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών και η αδράνεια της κυβέρνησης, την έκαναν εκρηκτική και, την εκτόξευσαν στην κορυφή των χωρών της ΕΕ, επιταχύνοντας την φθορά της κυβέρνησης.

Οι εξελίξεις αυτές, από μόνες τους, φέρνουν πολιτικές εξελίξεις, φέρνουν ποιο κοντά και τις βουλευτικές εκλογές.

Είναι γνωστό ότι, κάθε πρωθυπουργός προκηρύσσει πρόωρες εκλογές, όταν πιστεύει ότι κινδυνεύει να χάσει την πλειοψηφία, αν καθυστερήσει άλλο.

Την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, φαίνεται ότι θα επιταχύνει ακόμη περισσότερο, η διαφαινόμενη δυναμική του Κινήματος Αλλαγής.

Μπορεί να μην επηρεαστεί η αρχική πρόθεση ψήφου των πολιτών πολύ, για την ΝΔ και τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, όπως εμφανίζονται στις δημοσκοπήσεις, μέχρι τώρα, όμως οι πολίτες στον χώρο μεταξύ Κινήματος Αλλαγής και ΝΔ, όπως και μεταξύ Κινήματος Αλλαγής και Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, που είναι πολλοί, μπορεί να βρουν εκλογική επιλογή στο Κίνημα Αλλαγής, με τον νέο ηγέτη του.

Αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις αυτές, τότε οι εκλογές, με το σύστημα της απλής αναλογικής, μπορεί να αποκαλύψουν δυσάρεστες πραγματικότητες, για τα κόμματα του σημερινού δικομματισμού.

Το δίλημμα, το βράδυ των εκλογών θα είναι μεγάλο για όλα τα κόμματα, κυρίως όμως για τα τρία πρώτα, από τα οποία μπορεί να προκύψει κυβέρνηση.

Είναι βέβαιο όμως ότι, η ΝΔ, θα ζητήσει αυτοδυναμία, για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει το κυβερνητικό της πρόγραμμα, και ο Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, σύμπραξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης για να αφαιρέσουν την κυβερνητική εξουσία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Εάν η επιλογή στρατηγικής για τον κ. Μητσοτάκη είναι εύκολη, δεν σημαίνει ότι, θα είναι και αποτελεσματική.

Το ίδιο εύκολη φαίνεται και η εκλογική στρατηγική του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, όμως η πιθανότητα να το πετύχει, είναι μικρότερη αυτής της ΝΔ, εάν είναι μόνος του απέναντι στην ΝΔ.

Η επιλογή που μπορεί να αποσπάσει την πρωτιά από την ΝΔ και την πλειοψηφία στην Βουλή, είναι η εκλογική σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και Κινήματος Αλλαγής.

Και σε αυτή την επιλογή οι αμφιβολίες είναι πολλές, επειδή ο κ. Τσίπρας πρέπει να εξηγήσει στο εσωτερικό του, πως θα συμμαχήσει τώρα, με το Κίνημα Αλλαγής, όταν κέρδισε την κυβέρνηση, χρεώνοντας πρωτίστως, στο ΠΑΣΟΚ την κρίση.

Πρέπει ακόμη να βρει, το κοινό προγραμματικό πλαίσιο, με την ανακάμπτουσα ελληνική σοσιαλδημοκρατία.

Από την πλευρά του Κινήματος Αλλαγής, είναι ακόμη πιο δύσκολα τα δεδομένα, γιατί, πρέπει να εκλέξει πρώτα τον πρόεδρο, που θα του προσδώσει πρωταγωνιστικό ρόλο, για να μπορέσει να επηρεάσει, το κυβερνητικό και πολιτικό αύριο της χώρας.

Ο διάλογος που θα αναπτυχθεί μέχρι την 5η του Δεκέμβρη, οι στρατηγικές που θα κατατεθούν και, το αποτέλεσμα των εκλογών, θα καθορίσουν και την στρατηγική της επόμενης ημέρας.

Το διακύβευμα της εκλογής ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής είναι:

Ένας ηγέτης, που θα κινηθεί στο πλαίσιο που κινείται το Κίνημα Αλλαγής, από το 2010 μέχρι σήμερα ή ένας ηγέτης που θα του προσδώσει τον πολιτικό και προγραμματικό ριζοσπαστισμό της σύγχρονης Σοσιαλδημοκρατίας;

Σε κάθε επιλογή, όπως αλλάζει η εκλογική βάση της ΝΔ και του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, έτσι θα αλλάξει και του Κινήματος Αλλαγής.

Μάλιστα στο Κίνημα Αλλαγής, η διεύρυνση της κοινωνικής του αναφοράς, κοινωνικά και ηλικιακά, είναι θέμα ύπαρξης, αν θέλει να έχει μέλλον, συμβατό με τις ζωτικές ανάγκες της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας.

Η οικονομική κρίση επιτάχυνε την κοινωνική και παραγωγική συρρίκνωση της μεσαίας τάξης και των μεσαίων εισοδημάτων, με το κατώτερο στρώμα να περιθωριοποιείται και να εκφράζεται πολιτικά με θυμό, και το ανώτερο, να προσβλέπει στην συνεργασία με τους ισχυρούς εγχώριους και πολυεθνικούς ομίλους, φυσικά όπως από παλιά ξέρει, να προσβλέπει και στο κράτος και την πολιτική εξουσία.

Όμως, βλέπει να μένει έξω από την παραγωγική αναδιάρθρωση, που προωθεί η κυβέρνηση και με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Η συγκέντρωση πλούτου και οικονομικής εξουσίας σε εγχώριους και πολυεθνικούς ομίλους στις αγορές χρήματος, ενέργειας, τηλεπικοινωνίων, λιανικής αγοράς και κατασκευών, ισχυροποιεί την κυβέρνηση που ασκεί ακραία φιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική πολιτική, κόντρα στα νέα ρεύματα σε Ευρώπη και Αμερική.

Οι αλλαγές, ποιοτικές και ποσοτικές, της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της χώρας, η έλλειψη προοπτικής για μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης και των νέων, δημιουργούν μεταβολές στην πολιτική τους συμπεριφορά.

Αναζητούν, είτε προστασία στην πολιτική εξουσία, είτε αντιδρούν μηδενιστικά.

Τα κόμματα που θέλουν να σταθούν απέναντι στον ακραίο φιλελευθερισμό, βρίσκουν άρνηση, λόγω της κοινωνικής ρευστότητας και της πολιτικής απογοήτευσης.

Εάν η κατάρρευση των βεβαιοτήτων, σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, τα οδήγησε το 2011, στις πλατείες των αγανακτισμένων, η συνέχεια τα οδήγησε στην παραίτηση από κάθε πίστη στην πολιτική.

Η παράταξη που θα κερδίσει αυτά τα κοινωνικά στρώματα και τους νέους, με ριζοσπαστική πρόταση πράσινης και βιώσιμης ανάπτυξης, θα ηγηθεί της χώρας, τα επόμενα χρόνια.

Χρόνια μεγάλων κινδύνων και αβεβαιοτήτων και για την χώρα και για τα εθνικά μας συμφέροντα, λόγω των διεθνών γεωπολιτικών ανακατατάξεων, και της επιθετικής αναθεωρητικής στρατηγικής της Τουρκίας.

Ο Χειμώνας θα είναι δύσκολος, από κάθε πλευρά, θα φέρει και πολιτικές εξελίξεις.

*Ο Γιάννης Μαγκριώτης είναι πρώην υφυπουργός του ΠΑΣΟΚ